«Εδώ καράβια χάνονται βαρκούλες αρμενίζουν». Εκεί στον ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορούν ακόμη να συνέλθουν από το «ναυάγιο» των ευρωεκλογών και το μόνο που φαίνεται ότι τους δίνει μια ικανοποίηση, μια εκτόνωση, μια χαλάρωση είναι να συνεχίζουν να αλληλοκαρφώνονται. Είναι τόσο απασχολημένοι με τον τρόπο που δεν μπορούν να λύσουν τα προβλήματά τους και να ανακάμψουν ψυχολογικά που μόλις και μετά βίας βρίσκουν χρόνο οι... «αρχηγοί» να πετάνε και καμιά ατάκα για τα προβλήματα της χώρας.
Ενάμιση μήνα μετά, μία (παρ’ ολίγον) παραίτηση μετά, Αλέξης Τσίπρας και Αλέκος Αλαβάνος (είναι και συνονόματοι, μόνο που του ενός είναι προς το... καλλιτεχνικότερο) συνεχίζουν απτόητοι να «καρφώνουν» ο ένας τον άλλον και να αφήνουν αιχμές για τα λάθη που έκανε ο... «άλλος» πριν, αλλά και μετά το εκλογικό αποτέλεσμα της 7ης Ιουνίου. Επιβεβαιώνοντας τι; Ότι το ρήγμα είναι πολύ βαθύ σε διαπροσωπικό καταρχήν επίπεδο, και είναι πολύ δύσκολο, αν όχι αδύνατον να γεφυρωθεί. Και αποδεικνύοντας στην πράξη και κάτι ακόμα: ότι η διαρχία, σε ένα κόμμα (πολύ δε περισσότερο ελληνικό κόμμα) είναι πάρα πολύ δύσκολο να λειτουργήσει και να αποδώσει. Και προφανώς επειδή το «πείραμα» δεν πέτυχε, αποτελεί παράδειγμα προς αποφυγήν για άλλους που πιθανώς θα έχουν τέτοιου είδους φαεινές ιδέες.
Στα χαρακώματα βρίσκονται Αλέκος και Αλέξης παράγοντας «σόου» προς εξαγωγή και προφανώς προκαλώντας τη δυσφορία και τη δυσαρέσκειά του από κάτω. Γιατί όποια προβλήματα και αν έχει ο ΣΥΡΙΖΑ, κατεύθυνσης, επιλογών, έκφρασης, επικοινωνίας και άλλα τινά, όλη η ιστορία έχει επικεντρωθεί στη μεταξύ των δύο «κόντρα», η οποία «πουλάει» και η οποία εν τέλει υποτιμά και την ουσία των προβλημάτων. Και έτσι, τέλος πάντων, κυλάει η ζωή, μέχρι την κορύφωση του... δράματος που κατά πάσα πιθανότητα ή και βεβαιότητα, τοποθετείται εκεί, σ’ εκείνες τις περιβόητες εθνικές εκλογές. Ό,τι συμβεί τότε στον ΣΥΡΙΖΑ θα είναι εν τέλει και αυτό που θα καθορίσει τις εξελίξεις και θα θέσει αυτόματα τέλος και στη δυαρχία. Μιας που ο Αλ. Αλαβάνος είπε ότι θα φύγει, αλλά τελικά προτίμησε να μείνει, τότε που και ο Αλ. Τσίπρας θα θέλει να βάλει το πόδι του στη Βουλή, τα πράγματα και για διαδικαστικούς λόγους, θα αλλάξουν.
Τώρα οι «άλλοι» που παρακολουθούν τη «μονομαχία» και έρχονται και φουντώνουν και κορώνουν από το κακό τους και στριφογυρίζουν πάνω στις καρέκλες τους και τρώνε τα νύχια τους από τα νεύρα, ξαναπαρενέβησαν. Αυτή τη φορά οι της Ανανεωτικής Πτέρυγας. Οι οποίοι μετά τη λήξη των εργασιών του πανελλαδικού συντονιστικού εξαπέλυσαν διττή επίθεση τόσο εναντίον συνιστωσών του ΣΥΡΙΖΑ όσο και εναντίον της ηγεσίας της Κουμουνδούρου.
Για τον μεν Αλέκο Αλαβάνο είπαν ότι θέλει τον ΣΥΝ στο περιθώριο, για τον δε Τσίπρα ότι έκανε κακές προεκλογικές επιλογές, τις οποίες «πλήρωσε» το κόμμα στην κάλπη. Ενώ η Ανανωτική Πτέρυγα κάνει λόγο για «πρωτοφανείς επιθέσεις» εναντίον της «από σύμμαχες υποτίθεται δυνάμεις» στις οποίες καταλογίζει ότι επιχειρούν «ωμή παρέμβαση στο εσωτερικό του ΣΥΝ». Πώς λέμε «άμα έχεις τέτοιους φίλους τι τους θέλει τους εχθρούς;», ένα τέτοιο πράγμα ακριβώς.
Βέβαια, «αν» λέμε «αν», οι επιδόσεις του ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές είχαν υπάρξει ικανοποιητικές, όλο αυτό το... πανηγύρι δεν επρόκειτο να είχε συμβεί. Διότι, όπως στα μεγάλα κόμματα, η εξουσία ή ακόμη καλύτερα η αναμονή για την εξουσία είναι η «κόλλα» που κρατάει συνδεδεμένα τα στελέχη και «θάβει» τα προβλήματα, έτσι στα μικρά - ως κόλλα - λειτουργούν τα καλά ποσοστά. Κι έτσι στα μικρά «θάβουν» τα προβλήματα που υπάρχουν. Στο συγκεκριμένο δε σχηματισμό υπάρχουν και περισσότερα από τα συνήθη, γιατί είναι ένας συγκερασμός τάσεων και εκφράσεων. Εδώ στα κόμματα που είναι ενιαία και γίνεται αλαλούμ όχι στο συγκεκριμένο και μάλιστα σε περίοδο χασούρας. Εκείνο, όμως, που έχει τη σημασία του είναι ότι τα προβλήματα για τον ΣΥΡΙΖΑ υπάρχουν και υπήχαν έτσι κι αλλιώς. Και πριν την 7η Ιουνίου και μετά, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των εκλογών που «πυροδότησε» την έκρηξη και αυτά είναι πέρα από τον Αλέκο και τον Αλέξη που χρειάζονται αντιμετώπιση και επίλυση. Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών δεν έκανε τίποτε άλλο παρά να τους δώσει το πεδίο να εκφραστούν. Αν το αποτέλεσμα ήταν θετικό, πάλι θα υπήρχαν, απλώς θα έμεναν τελματωμένα και βυθισμένα κάτω από ένα ικανοποιητικό ποσοστό. Θα υπήρχαν όμως.