Από τον Γιάννη Μήτσιου
Φυσικό - Νομικό
Ο Καθηγητής των Μαθηματικών του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Θ. Βαρόπουλος συνήθιζε να τονίζει το εξής : Ο Καθηγητής είναι σαν τον Ηθοποιό. Για να παίξει σωστά το ρόλο του πρέπει να ξέρει φαρσί το σενάριο. Αλλιώς θα στριφογυρίζει γύρω απ' τον υποβολέα προσπαθώντας να ακούσει τα λόγια, με κίνδυνο να πέσει μέσα στο υποβολείο και να χαθεί από προσώπου της σκηνής...
Και είχε δίκιο. Άλλωστε και ο Ηθοποιός και ο Δάσκαλος ποιητές ήθους είναι. Η διαφορά έγκειται στο ότι ενώ ο Ηθοποιός δίνει μία ή δύο το πολύ παραστάσεις την ημέρα, ο Δάσκαλος δίνει μία παράσταση κάθε διδακτική ώρα, δηλαδή 4, 5 ή 6 παραστάσεις την ημέρα. Ακόμη στα θέατρα το κοινό πλησιάζει τους Ηθοποιούς μετά το τέλος της παράστασης με ευγένεια και χειροκροτήματα. Έχει πληρώσει εισιτήριο για να βρεθεί εκεί. Μαζεύεται στα παρασκήνια και ζητά αυτόγραφα. Οι Καθηγητές δεν βλέπουν τέτοια «χαϊλίκια». Το κοινό τους εξαφανίζεται μόλις χτυπήσει το κουδούνι και αυτόγραφο δεν θα τους ζητήσει κανένας.
Είναι ευνόητο ότι, όπως είναι αναγκαία συνθήκη για την επιτυχία του Ηθοποιού η άπταιστη γνώση του σεναρίου, έτσι και για τον Δάσκαλο απαραίτητη προυπόθεση για μια πετυχημένη διδασκαλία είναι η άψογη κατοχή του γνωστικού αντικειμένου που καλείται να διδάξει. Και κάτι παραπάνω: Να μπορεί να αυτοσχεδιάσει γιατί πολλές φορές συμβαίνουν απρόοπτα γεγονότα που διακόπτουν την ομαλή ροή του προγράμματος. Να μπορεί να «παίξει» χωρίς «σενάριο», να εμπνευσθεί από την ιδιαιτερότητα της στιγμής, να ξέρει πολύ περισσότερα απ' όσα θα διδάξει και να μη βασίζεται ποτέ στον υποβολέα επειδή, απλώς, δεν υπάρχει.
Και βέβαια, τα σκηνικά, τα κοστούμια, ο φωτισμός, η μουσική ενισχύουν τον υποκριτικό ρόλο του Ηθοποιού. Όπως το ίδιο κάνουν για τον Δάσκαλο τα βιβλία, τα εργαστήρια, τα εποπτικά μέσα διδασκαλίας και το λοιπό υποστηρικτικό υλικό. Το κέντρο βάρους, όμως, μιας θεατρικής παράστασης βρίσκεται πάντοτε στον Ηθοποιό, όπως και το κέντρο βάρους μιας σωστής διδασκαλίας βρίσκεται στο Δάσκαλο. Αν αυτοί δεν έχουν μάθει το ρόλο τους, αν παίζουν ανόρεχτα και βαριεστημένα προσπαθώντας να «ροκανίσουν» τον χρόνο, αν είναι ατάλαντοι και απαίδευτοι θα αποτύχουν και αυτό «θα φανεί στο χειροκρότημα»... Στην αρχαιότητα ο Μένιππος είχε πεί το γνωστό «ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος». Σήμερα λένε μια παραλλαγή : «Ουκ αν διδαχθοίς παρά του μη ειδότος».
Τα όσα έχουν προηγηθεί έχουν στόχο να τονίσουν τον καθοριστικό ρόλο του Δασκάλου στην ποιοτική αναβάθμιση του Σχολείου. Εδώ και πολλούς μήνες λέγονται, γράφονται και ακούγονται πολλά για μια ακόμη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση από μηδενική βάση. Tabula rasa, λένε. Γίνεται λόγος για ηλεκτρονικό βιβλίο, για πολλαπλό βιβλίο, για το αν τα εξεταζόμενα μαθήματα στις Πανελλαδικές Εξετάσεις θα είναι 4, 5 ή 6, αν θα εξετάζονται σε μία ή σε δύο τάξεις του Λυκείου και άλλα πολλά και διάφορα.
Δεν έχει ακουστεί, όμως, ούτε μια λέξη για τον Δάσκαλο. Άκρα του τάφου σιωπή. Μούγκα. Δεν λέει κανείς κάτι για το γλοίσχρο μισθό του, για την επιμόρφωσή του, για την αξιολόγησή του, για τις χιλιάδες των εκπαιδευτικών που αποσπώνται σε πολιτικά γραφεία, σε Μητροπόλεις, σε Βιβλιοθήκες και Πινακοθήκες και σε άλλες θέσεις αργόσχολων υπαλλήλων και τα κενά στα Σχολεία να καλύπτονται με αναπληρωτές και ωρομίσθιους. Ναι, βέβαια και οι άνθρωποι αυτοί δεν είναι καλό να μένουν άνεργοι. Το Σχολείο, ωστόσο, δεν υπάρχει για να λύνει τα προβλήματα της ανεργίας, αλλά για να μαθαίνουν τα παιδιά γράμματα...
Το Πανεπιστήμιο Αιγαίου πρόσφατα διενήργησε μεγάλη έρευνα μεταξύ των εκπαιδευτικών με το ερώτημα αν επιθυμούν την αξιολόγηση. Η πλειονότητά τους, άνω του 60%, απάντησε θετικά, αρκεί να είναι αδιάβλητη. Ήρθε ο καιρός να ξαναδώσουν αξιοπρέπεια και κύρος στον Δάσκαλο με μια αδέκαστη, αδιάβλητη και αξιόπιστη αξιολόγηση. Για να πάψουν να λυμαίνονται την εκπαίδευση τα κόμματα και τα συνδικαλιστικά υποχείριά τους...