Εν μέσω πλήρους υστερίας και μυθοπλασίας, εγκατέλειψε τελικά το μάταιο τούτο κόσμο ο «βασιλιάς της ποπ» Μάικλ Τζάκσον και τυπικά. Γιατί ουσιαστικά έχει φύγει από την προηγούμενη βδομάδα και υπερίπταται εις τους ουρανούς.
Και αν υπάρχει μετά θάνατον ζωή, τότε σίγουρα βρίσκεται κάπου εκεί ψηλά και γελάει με τα διάφορα κωμικοτραγικά που συμβαίνουν εξαιτίας του και εις βάρος του. Διότι ο θάνατός του, όπως και η ζωή του, μετατράπηκε πάραυτα σε μια βιομηχανία θεάματος και χρήματος, καθότι και τη δόξα και το χρήμα - στο σημερινό υλιστικό κόσμο - είναι ελάχιστοι εκείνοι που εμίσησαν. Αλλά και η δόξα και το χρήμα έχουν το δικό τους κόστος. Και αυτό πλήρωσε και πληρώνει και μετά θάνατον ο Μάικλ Τζάκσον.
Λένε ότι ο αποθανών δεδικαίωται. Παίρνει... άφεση των αμαρτιών του. Και μπορεί να είναι κι έτσι. Επίσης, λένε ότι οι μεγάλες ανά την ιστορία προσωπικότητες - από όπου και αν προέρχονται - «συγχωρούνται» εν πάση περιπτώσει για τα «ελαττώματά» τους, τις ιδιαιτερότητές τους, τις ιδιοτροπίες τους, τις αδυναμίες τους, τις κακίες τους και όλα τα σχετικά. Ακριβώς γιατί το εύρος της προσωπικότητας των επιτευγμάτων και της προσφοράς, είναι τόσο και τέτοιο που υπερκαλύπτει τη σκοτεινή πλευρά του χαρακτήρα τους. Και είναι παρατηρημένο ότι οι μεγάλες προσωπικότητες ανά τους αιώνες είχαν πράγματι πληθώρα ελαττωμάτων και αδυναμιών που σπανίως αναφέρονται, ακριβώς γιατί στεκόμαστε στις θετικές τους πλευρές.
Αναμφίβολα, ο Μάικλ Τζάκσον, για τα τέλη του περασμένου αιώνα υπήρξε μία από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες στο χώρο της μουσικής και του θεάματος. Και αναμφίβολα, πέρα από το άλμπουμ «Θρίλερ», το οποίο είναι αυτό με τις μεγαλύτερες πωλήσεις ever, δημιούργησε και το ζωντανό του θρύλο, ο οποίος μετά θάνατον έχει ήδη μεγαλώσει υπερβολικά και είναι βέβαιον ότι θα μεγαλώσει κι άλλο, όπως συνέβη με τον Έλβις Πρίσλεϊ. Και εδώ που τα λέμε, δεν ξέρω αν αυτοί οι άνθρωποι που καταλήγουν να γίνουν θρύλοι εν ζωή - γιατί έτσι κι αλλιώς μετά για τους ίδιους δεν έχει σημασία - αν πραγματικά έχουν αίσθηση του τι συμβαίνει γύρω τους, από αυτούς γι’ αυτούς και αν έχουν επαφή με την πραγματικότητα. Και αν τελικά έχουν συνείδηση της κατάστασής τους. Η οποία, μπορεί να είναι αξιοζήλευτη για τους άλλους, που απέξω τους παρακολουθούν ή τους αναγορεύουν σε ινδάλματά τους, αλλά για τους ίδιους που βρίσκονται εγκλωβισμένοι ανάμεσα σε μεγάλα οικονομικά συμφέροντα και καταλήγουν σαν ντροπιασμένα «άλογα κούρσας», η ζωή δεν είναι τόσο ρόδινη. Και από ένα σημείο και μετά, παύει να είναι και δική τους. Είναι το σώμα δικό τους. Όχι όμως και η ζωή. Και συνειδητά ή ασυνείδητα - μιλώντας κατά βάσιν για τους καλλιτέχνες - μέσα από την πίεση, το άγχος, την κατάθλιψη και τη μοναξιά της κορυφής, στρέφονται προς εκκεντρικότητες, αποκτούν φοβίες και αναζητούν λύσεις σε εξαρτήσεις που τελικά τους κοστίζουν την ψυχική τους υγεία και τη ζωή.
Ο Μάικλ Τζάκσον ήταν ίσως το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα μιας τέτοιας ζωής που... φάνηκε στους άλλους. Με ψυχώσεις, νευρώσεις, εμμονές, ανασφάλειες, αμφιλεγόμενη σεξουαλικότητα και εξίσου αμφιλεγόμενες επιλογές και πάνω απ’ όλα: ο «μαύρος» που έγινε «άσπρος» και παραμορφώθηκε από τις απανωτές πλαστικές επεμβάσεις. Τα τελευταία χρόνια από πλευράς καριέρας ανύπαρκτος, χαμένος μέσα σε ένα στρόβιλο «σκανδάλων» και δικαστικών περιπετειών που τελείωσαν μεν, αλλά ποτέ δεν αποσαφηνίσθηκαν. Αλλά πάντα με μία τεράστια καριέρα πίσω του, που εκτός από χρήμα τού άφησε και την «πολυτέλεια» να «πουλάει» το παρελθόν του χωρίς να είναι υποχρεωμένος να δίνει το παρόν.
Κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες που τροφοδοτούν σενάρια και όργιο φημών, πολύ νέος ακόμη και αναπάντεχα έφυγε από τη ζωή. Το θαυμασμό μπορούμε να τον κατανοήσουμε, να τον μοιραστούμε και να τον σεβαστούμε. Άλλωστε, τον είχε κερδίσει. Την υστερία, όμως, που οδήγησε ορισμένους ακόμη και σε απόπειρες αυτοκτονίας, όχι. Υστερία στην ενίσχυση της οποίας συμβάλλουν, βέβαια, και τα ΜΜΕ, αλλά δεν είναι μόνον αυτά. Η υστερία θαυμαστών προς διάφορα είδωλα με κλάματα, μαλλιοτραβήγματα και αλαλαγμούς αποτελεί ένα ψυχοπαθολογικό φαινόμενο... κοινωνικής έκφρασης.
Είναι φοβερό να μην μπορεί κανείς να πεθάνει με την ησυχία του. Όπως άλλωστε δεν μπόρεσε και να ζήσει. Να πέφτει θύμα... κανιβαλισμού, αφού έχει αφήσει το μάταιο τούτο κόσμο. Αλλά, όπως είπε και η βασίλισσα της ποπ Μαντόνα, «long live the King»!