Η κυβέρνηση πορεύεται πλέον παραφράζοντας τον Καρτέσιο: πολιτεύεται με modus vivendi το «Εκβιάζω, άρα υπάρχω». Και υποκαθιστά ασυστόλως την πολιτική σκέψη και πράξη με τους εκβιασμούς της. Επιζεί εκβιάζοντας και εκβιάζει για να επιζήσει. Το απειλητικό δίλημμα με το οποίο εμφανώς εκβιαστικά απέσπασε την υπερψήφιση του κρίσιμου πολυνομοσχεδίου για την εκταμίευση της επόμενης δόσης: «ή ψηφίζετε ή εκλογές τον Αύγουστο», δείχνει να καθιερώνεται εφεξής ως μόνιμη εκφοβιστική πρακτική ώστε να εγκλωβίζεται η οριακή και ασταθής κυβερνητική πλειοψηφία.
Έως ότου η πολιτική συγκυρία και οι δανειστές επιτρέψουν την προσφυγή στις κάλπες, η κυβερνητική πολιτική της υλοποίησης των δεσμεύσεων προς την Τρόικα, θα προχωρεί μέσω του εξαναγκασμού και της τακτικής της παγίδευσης. Η ενδεχόμενη άρνηση συμμόρφωσης προς τον κυβερνητικό σχεδιασμό από μέρους των βουλευτών της συγκυβέρνησης, θα κρίνεται εξαρχής ως ανεύθυνη και καταστροφική στάση, μιας και θα συνδέεται αυτομάτως με την άμεση άρση της εθνικής σταθερότητας. Η κυβέρνηση θα λειτουργεί εκβιαστικά μέχρι να εξαγγείλει την κήρυξη πρόωρων εκλογών. Κι ο εκβιασμός της αυτός, εν ονόματι της «ανωτέρας βίας» που υποχρεώνει σε αναγκαστική ευθυγράμμιση προς την κυβερνητική απαίτηση, συνιστά βία που ακυρώνει στην πράξη τη λογική της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Γίνεται λοιπόν αντιληπτό, πως το πρόβλημα της παρούσας δικομματικής κυβέρνησης δεν είναι αριθμητικό. Είναι κατεξοχήν πολιτικό.
Στη μέθοδο του εκβιασμού εσχάτως προστρέχουν και οι βουλευτές της συμπολίτευσης. Οι πολιτικοί όμηροι της κυβερνητικής πολιτικής ανταποδίδουν την πίεση μέσω του εκβιασμού: «θα ρίξουμε την κυβέρνηση». Ήδη, οι παρατηρούμενες παρεκκλίσεις από την κυβερνητική γραμμή κατά την ψήφιση του πολυνομοσχεδίου, συνομολογούν τη διαφαινόμενη μελλοντική αδυναμία της κυβέρνησης να επικυρώνει κρίσιμα νομοσχέδια στη Βουλή. Οι βουλευτές του κυβερνητικού μπλοκ, συνειδητοποιώντας πως η χώρα βρίσκεται σε άτυπη προεκλογική περίοδο, εκβιάζουν αλλαγές στο πρόγραμμα (όπως συνέβη με το πολυνομοσχέδιο), την ίδια ώρα που εκβιάζονται να το υπηρετήσουν. Προφανώς, αναζητούν τρόπους και λύσεις ώστε να διαχειριστούν τη λαϊκή οργή και να κατευνάσουν τη δυσαρέσκεια των ψηφοφόρων τους. Είναι φανερό πως ο μέχρι πρότινος τρόπος λειτουργίας της κυβέρνησης, η οποία νομοθετούσε εκβιαστικά χωρίς καμία διαβούλευση με την Κοινοβουλευτική Ομάδα, εξάντλησε την κομματική συνοχή. Είναι ζήτημα αν οι βουλευτές της πλειοψηφίας αντέχουν να ψηφίσουν το φθινόπωρο ένα νέο πακέτο σκληρό μέτρων. Το Μνημόνιο εξεμέτρησε πλέον τις εφεδρείες του.
Στην ίδια λογική του εκβιασμού η Τρόικα διαμηνύει: «ή ψηφίζετε τα νέα μέτρα ή μπλοκάρουμε την εκταμίευση των δόσεων». Η πρόσφατη επίσκεψη του γερμανού υπουργού Οικονομικών στην Αθήνα κατέστησε σαφές πως η πάση θυσία υλοποίηση των προαπαιτούμενων δεσμεύσεων αποτελεί μονόδρομο. Ο κ. Σόιμπλε έθεσε ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα προς την ελληνική πλευρά, εκβιάζοντας την ολοκλήρωσή του μέχρι την επιστροφή της Τρόικας το φθινόπωρο, οπότε και θα πραγματοποιηθεί η αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας. Η κυβέρνηση καλείται ως τότε να εκτελέσει συγκεκριμένες δράσεις εκβιαστικά συμμορφούμενη προς τις υποδείξεις. Και ομολογουμένως γνωρίζει πως η «περίοδος χάριτος» που της έχουν παραχωρήσει οι δανειστές, λήγει οριστικά στο χρονικό momentum των γερμανικών εκλογών (Σεπτέμβρης/22).
Όπως παρατηρούμε λοιπόν, η μέθοδος του εκβιασμού δεν είναι παρά μια άλλη «μέθοδος των τριών». Όπου οι τρεις πλευρές –Κυβέρνηση, κυβερνητικοί βουλευτές και Τρόικα–, ενδύονται φιλότιμα το ρόλο του εκβιαστή προωθώντας, ο καθένας από τη σκοπιά του, το προσωπικώς εννοούμενο συμφέρον του.
Στα μαθηματικά, η μέθοδος των τριών, είναι μια απλή μέθοδος όπου με τρεις γνωστές τιμές ανάλογων ποσών βρίσκουμε την τέταρτη: αυτή που συνήθως ονομάζουμε «άγνωστο χ». Στην απλή μέθοδο του εκβιασμού, ο αποκαλούμενος «άγνωστος χ», είναι εκ των προτέρων καθορισμένος, και φυσικά καθόλου άγνωστος: είναι το εκβιαστικό σφίξιμο του ζωναριού. Μόνο που αυτός ο τελευταίος εκβιασμός, ως μόνιμο αποτέλεσμα των τριών άλλων εκβιασμών, παραβίασε κάθε νόημα αντοχής.
ΓΡΑΒΑΝΗΣ ΔΟΥΚΑΣ
doukasgrav@gmail.com