Ανακοίνωσαν ότι στις 22 Ιανουαρίου τα τρακτέρ θα βρίσκονται στις πλατείες στο πλαίσιο οργανωμένης διαμαρτυρίας. Ανεξαρτήτως του ότι οι αγροτικές κινητοποιήσεις αντιμετωπίζονταν πάντοτε από τις κυβερνήσεις περίπου ως «επαναστατική γυμναστική την περίοδο που οι αγρότες δεν έχουν δουλειές», τα προβλήματα είναι τελείως υπαρκτά και έχουν ενταθεί περισσότερο από κάθε άλλη φορά.
Η αγροτική και η κτηνοτροφική παραγωγή μαστίζονται από τα κόστη, τις ασθένειες και την έλλειψη εργατικών χεριών, ενώ οι τιμές είναι πολύ xαμηλές και κάτω του κόστους. Και όλα αυτά τα προϊόντα φτάνουν τελικά στον καταναλωτή σε τουλάχιστον πενταπλάσιες, αν όχι δεκαπλάσιες, τιμές. Οι δε περσινές ζημιές, όχι απλώς δεν έχουν αποζημιωθεί, αλλά ούτε καν έχουν σταλεί οι εκτιμήσεις του ΕΛΓΑ έπειτα από έξι έως δέκα μήνες.
Φτάνουμε στο σημείο αρκετοί κτηνοτρόφοι λόγω κόστους ζωοτροφών, ενέργειας και τιμής να σφάζουν τα κοπάδια τους, ενώ άλλοι κάνουν απλώς υπομονή. Ακόμα χειρότερα, οι αγρότες προσπαθούν οι καλλιέργειές τους για φέτος να είναι όσο λιγότερο ζημιογόνες είναι δυνατόν.
Το κόστος της ενέργειας είναι ήδη πολλαπλάσιο σε όλα τα επίπεδα: είτε πρόκειται για το ρεύμα στην ιδιωτική γεώτρηση, είτε για το κόστος του νερού στη δημόσια, είτε για το ρεύμα, είτε για τα καύσιμα.
Οι αυξήσεις στην ενέργεια δεν έχουν καμία σχέση με τον πόλεμο, όπως ψευδώς ισχυρίζεται η Κυβέρνηση. Το παιχνίδι των αυξήσεων είχε ξεκινήσει ήδη από τον προηγούμενο Αύγουστο με την αύξηση της ρήτρας αναπροσαρμογής, που παρέσυρε τα πάντα. Να θυμίσω ότι στο Χρηματιστήριο Ενέργειας μάς έβαλε η Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Αντίθετα, η μόνη αύξηση που σχετίζεται με τον πόλεμο είναι η αύξηση της τιμής του μαλακού σίτου ακριβώς λόγω έλλειψής του στην Ουκρανία εξαιτίας του πολέμου.
Η Κυβέρνηση κοροϊδεύει τον αγροτικό κόσμο, υποστηρίζοντας ότι καταβάλλει στους παρόχους 100-150 ευρώ ανά στρέμμα, για να μην αυξηθεί το αγροτικό και κτηνοτροφικό ρεύμα. Όμως, ο αγρότης πληρώνει για το ρεύμα φέτος περισσότερα από 100,00 ευρώ, ενώ πέρυσι πλήρωνε 25,00 ευρώ. Αυτή η ζημία θα μπορούσε να καλυφθεί μόνο αν η Κυβέρνηση κατέβαλλε απ’ ευθείας στους αγρότες το ποσό των 100-150 ευρώ, που καταβάλλει στους φίλους της μεγάλους επιχειρηματίες της ενέργειας. Μόνο έτσι οι αγρότες θα εξακολουθούσαν να πληρώνουν από την τσέπη τους 25,00 ευρώ, όπως και πέρυσι. Όμως, έτσι, τα υπερκέρδη των μεγάλων της ενέργειας θα μειώνονταν στο μισό.
Έχουμε και αλλού μιλήσει για την κοροϊδία της Κυβέρνησης όσον αφορά το πλαφόν στη χονδρική της ενέργειας. Το πλαφόν που τίθεται στη χονδρική ωφελεί τους παρόχους σε σχέση με τους παραγωγούς του ρεύματος και όχι τους καταναλωτές σε σχέση με τους παρόχους. Δηλαδή το πλαφόν τίθεται στη χονδρική όχι για να κερδίσουν οι καταναλωτές, αλλά οι μεγάλοι πάροχοι της ενέργειας, που είναι γνωστοί επιχειρηματίες και φίλοι της Κυβέρνησης.
Αντίστοιχη κοροϊδία γίνεται και με τη λεγόμενη «φορολόγηση των υπερκερδών» κατά 90%, για την οποία είναι βέβαιο ότι οι πάροχοι θα προσφύγουν στα φορολογικά δικαστήρια και σε 2-3 χρόνια θα κερδίσουν τις προσφυγές και θα τα πάρουν πίσω με τόκο. Κι αυτό γιατί συντελεστής φορολόγησης 90% δεν νοείται, και μάλιστα επαναλαμβανόμενος, καθώς πρόκειται για αρπαγή.
Μία άλλη μεγάλη πληγή για τους αγρότες είναι οι αδιανόητες αυξήσεις στις τιμές των λιπασμάτων και των φαρμάκων, καθώς ουσιαστικά μιλάμε για τριπλασιασμό τους. Ήδη για την επόμενη χρονιά ανακοινώθηκε, χωρίς προφανή λόγο, αύξηση της τιμής του σπόρου της τομάτας Heinz κατά 22%.
Και όλα αυτά σε μια χρονιά, κατά την οποία οι παραγωγές στην περιοχή μας στα αγροτικά προϊόντα (σε όσα δεν υπέστησαν καταστροφές ή ζημιές) ήταν καλές. Όμως, οι τιμές δεν φτάνουν να καλύψουν το κόστος. Μία μικρή αύξηση που δόθηκε στις τιμές κάποιων προϊόντων, αποδείχθηκε συγκυριακή και φαίνεται να κάμπτεται. Και όλα αυτά ενώ ακόμη υπάρχουν προϊόντα που δίδονται στους εμπόρους χωρίς τιμή ή άλλα που ακόμη παραμένουν ασυγκόμιστα λόγω κόστους.
Και μέσα σε όλα αυτά έρχεται και η νέα ΚΑΠ, η οποία είναι κυριολεκτικά καταστροφική. Επιγραμματικά αξίζει να αναφέρω ότι αφορά καλλιέργειες μόνο της Κεντρικής Ευρώπης, αφού μόνο εκεί οι αγρότες καλλιεργούν κατά μέσο όρο αγροτεμάχια άνω των 2.000 στρεμμάτων. Στα δικά μας είναι πρακτικά αδύνατον να εφαρμοστούν οι ζώνες προστασίας κ.λπ.
Για όλα αυτά οι λύσεις είναι απλές και συγκεκριμένες: α) Η κατάργηση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στην ενέργεια για τις αγροτικές και κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις, β) η επιβολή του πλαφόν στη λιανική τιμή της ενέργειας, ώστε να επωφελείται ο καταναλωτής και όχι ο πάροχος, γ) η καταβολή της επιδότησης της ενέργειας απ’ ευθείας στον αγρότη και όχι στον πάροχο, διότι με την καταβολή στους παρόχους, ούτε η δραματική αύξηση καλύπτεται ούτε έλεγχος μπορεί να γίνει στα τεράστια κέρδη των παρόχων, δ) επιδότηση για κάλυψη των αυξήσεων των λιπασμάτων, των ζωοτροφών και των φαρμάκων, οι οποίες μπορούν εύκολα να προκύψουν από τη φορολόγηση των υπερκερδών των παρόχων της ενέργειας.