Οι αναδιαρθρώσεις αυτές υπακούν στη διαδικασία της Μπολόνια, στον οδηγό για τον «Ευρωπαϊκό Χώρο Ανώτατης Εκπαίδευσης», με στόχο την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών Πανεπιστημίων έναντι των ιδρυμάτων των άλλων ιμπεριαλιστικών κέντρων, αλλά και την καλύτερη εξυπηρέτηση των στόχων των ευρωπαϊκών μονοπωλίων και μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, για ακόμα πιο φθηνούς κι ευέλικτους εργαζόμενους, όπως και την ταχύτερη και με το μικρότερο κόστος αξιοποίηση «καινοτομίας» και ερευνητικών αποτελεσμάτων για την κερδοφορία τους.
Σ’ αυτήν τη διαδικασία έχουν βάλει το χεράκι τους όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις. Και όλη η νομοθεσία που πέρασε από τότε μέχρι τώρα για την Ανώτατη Εκπαίδευση, είτε κομματιαστά είτε με τη μορφή προηγούμενων νόμων - πλαισίων, υπηρετεί αυτήν τη στρατηγική, ανεξάρτητα αν κατάφερε να εφαρμοστεί ή αν χάρη στους αγώνες φοιτητών, πανεπιστημιακών κι εργαζομένων πολλές πλευρές της έμειναν στα χαρτιά.
Η συναίνεση των αστικών κομμάτων, άλλωστε, στις βαθύτερες στοχεύσεις του νέου νόμου - πλαισίου αποτυπώθηκε και στη Βουλή, παρά τις προσπάθειες να κρυφτεί πίσω από τις γνωστές κοκορομαχίες. Ως «σύγχρονο και προοδευτικό» παρουσίαζε η Κυβέρνηση το πιο αποφασιστικό μπάσιμο των επιχειρήσεων μέσα στα ΑΕΙ, την καλύτερη «σύνδεσή» τους, δηλαδή, με την εργασιακή ζούγκλα που επικρατεί για χάρη τους, ενώ την «ανάγκη» το Πανεπιστήμιο να «διαβάζει την αγορά» πρόβαλλε ο ΣΥΡΙΖΑ. Τα νέα βήματα για την αποσύνδεση των πτυχίων από το επάγγελμα, ώστε να μεγαλώνει η ευελιξία και η εργασιακή περιπλάνηση των αποφοίτων ψηφίζει η ΝΔ, την κατάργηση της «παιδαγωγικής επάρκειας» από τις λεγόμενες καθηγητικές σχολές υπερασπίζεται το ΜέΡΑ25, συμφωνώντας μάλιστα και στα «βιομηχανικά διδακτορικά».
Όμως οι φοιτητές και οι εργαζόμενοι δεν έχουν πει την τελευταία τους λέξη. Άλλωστε και στο πρόσφατο παρελθόν έχουν αχρηστέψει αντιδραστικές διατάξεις. Τέτοια πλευρά ήταν η προηγούμενη θεσμοθέτηση των Συμβουλίων Διοίκησης από τον Νόμο Διαμαντοπούλου, που ουσιαστικά έμειναν στα χαρτιά και ο ΣΥΡΙΖΑ τα μετάλλαξε σε Περιφερειακά Συμβούλια (με την επιχειρηματολογία ότι δεν επιτέλεσαν την αποστολή τους να φέρνουν πόρους και να διασυνδέουν τα ιδρύματα με τις επιχειρήσεις), αλλά κι αυτά τα Περιφερειακά έμειναν ουσιαστικά στα χαρτιά. Επίσης, η γενίκευση των μεταπτυχιακών και τα δίδακτρα σε αυτά, που πολλαπλασιάστηκαν επί ΣΥΡΙΖΑ, έχουν βρει απέναντί τους σε πολλές περιπτώσεις φοιτητές που με την πάλη τους κατάφεραν το «πάγωμά» τους.
Έτσι και τώρα, η πάλη φοιτητών, διδασκόντων κι εργαζομένων, μέσα κι έξω από τα ιδρύματα, είναι αυτή που θα δώσει ελπίδα και δυνατότητες, ώστε απέναντι στους στόχους της Ε.Ε. και του κεφαλαίου που υπηρετεί ο νόμος - πλαίσιο, να προταχτούν οι πραγματικές ανάγκες του λαού και της νεολαίας.
Γιατί η ανάγκη των φοιτητών σήμερα δεν είναι η περιπλάνηση από το ένα πρόγραμμα στο άλλο και τα πτυχία - σούπα που τους απομακρύνουν από το επάγγελμα και τους προετοιμάζουν για αντίστοιχη επιστημονική περιπλάνηση, αλλά η στέρεη επιστημονική γνώση και η δουλειά με δικαιώματα. Η ανάγκη για τον λαό και τα παιδιά του δεν είναι τα Πανεπιστήμια να επεκτείνουν τις μπίζνες τους με τις επιχειρήσεις και να εμπορευματοποιούν τις υποδομές τους, αλλά να έχουν πλέρια κρατική χρηματοδότηση, για πλήρες προσωπικό και όλες τις σύγχρονες υποδομές και υπηρεσίες για τα εργαστήρια, τις βιβλιοθήκες, τη φοιτητική μέριμνα, τις αθλητικές και πολιτιστικές δραστηριότητες κ.λπ. Η ανάγκη σήμερα δεν είναι η έρευνα που προωθείται με κριτήριο αν φέρνει κέρδη στα ιδρύματα και τις επιχειρήσεις, αλλά αυτή που φέρνει αποτελέσματα για την ανακούφιση και την πρόοδο του λαού.
Βαδίζοντας σε αυτόν τον δρόμο οι φοιτητές, οι πανεπιστημιακοί, που αγωνιούν για όλα τα παραπάνω, που αντιλαμβάνονται ότι αυτές οι ανάγκες στραγγαλίζονται από την επιχειρηματική δράση, οι εργαζόμενοι στα ΑΕΙ μπορούν να βάλουν εμπόδια στην αντιδραστική πολιτική των κυβερνήσεων. Μπαίνοντας αποφασιστικά στην πάλη, σε αγωνιστική συμπόρευση με το ΚΚΕ παντού μπορούν να βγάλουν στο προσκήνιο τις ανάγκες και τις σύγχρονες δυνατότητες για το Πανεπιστήμιο στην υπηρεσία της λαϊκής πλειοψηφίας.
Από τον Γιώργο Λαμπρούλη,
βουλευτή Λάρισας και αντιπρόεδρο της Βουλής