Η τελευταία πανελλαδική έρευνα στον σχολικό πληθυσμό (2019) για τη χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών και άλλων εξαρτητικών συμπεριφορών, που αποτελεί μέρος της πανευρωπαϊκής έρευνας ESPAD, ανέδειξε χρήσιμα συμπεράσματα που αξίζει να αναφερθούν, να μελετηθούν, αλλά και να προβληματίσουν θεσμούς, όπως το σχολείο και την οικογένεια, που εμπλέκονται άμεσα με την ανατροφή και την εκπαίδευση των παιδιών.
Καταρχήν όσον αφορά τα δεδομένα της έρευνας στη χρήση νόμιμων εξαρτησιογόνων ουσιών, όπως είναι το κάπνισμα και το αλκοόλ, τα στοιχεία αποτυπώνουν τα εξής: Η πλειονότητα των μαθητών (16-18 ετών) στην Ελλάδα (56,6%) δεν έχει καπνίσει ποτέ τσιγάρο ή άλλο σχετικό προϊόν και από το υπόλοιπο ποσοστό καθημερινά καπνίζει το 14,7%.
Διαχρονικά και σε σχέση με την τελευταία έρευνα (2015) το ποσοστό καθημερινού καπνίσματος στους 16χρονους μαθητές μειώνεται από 11,1% στο 8,1%.
Στη χρήση αλκοόλ η συντριπτική πλειονότητα (92,5%) των μαθητών Λυκείου στην Ελλάδα αναφέρει ότι έχει δοκιμάσει, ενώ θεωρεί πολύ εύκολη την πρόσβαση σε αυτό. Αυτό που αξίζει να επισημανθεί είναι ότι ενώ συγκριτικά φαίνεται να μειώνεται η χρήση αλκοόλ, τα στοιχεία που δείχνουν τα ποσοστά μέθης (10,1%) και βαριάς μέθης (5,4%) παραμένουν τα ίδια. Επίσης ένας στους 6 εφήβους ανέφερε ότι κατά τους τελευταίους 12 μήνες υπήρξε επιβάτης σε όχημα που ο οδηγός είχε πιει.
Περνώντας στη χρήση παράνομων ουσιών, η συντριπτική πλειονότητα (84,1%) των μαθητών (16-18) στην Ελλάδα το 2019 δεν έχει κάνει χρήση κάποιας παράνομης ουσίας. Ένας στους 7 μαθητές (κυρίως αγόρια) έχει κάνει χρήση κάνναβης, με τα 2/3 εξ αυτών να έχουν επαναλάβει τη χρήση τουλάχιστον 3 φορές.
Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με μια σημαντική αύξηση του ποσοστού των 16χρονων που θεωρούν ακίνδυνη τη χρήση κάνναβης αποτελεί παράγοντα κινδύνου για τη δημιουργία ενός ποσοστού ενηλίκων με προβλήματα που συνδέονται με τη χρήση της ουσίας.
Στις συμπεριφορικές εξαρτήσεις όπως ο τζόγος, η έρευνα ESPAD έδειξε ότι ένας στους τρεις 16χρονους έχει στοιχηματίσει χρήματα τους τελευταίους 12 μήνες έναντι ενός στους 4 (22%) στο μέσο ευρωπαϊκό επίπεδο.
Στην ενασχόληση με τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης (ΜΚΔ) και τα ηλεκτρονικά παιχνίδια, διαχρονικά, από το 2015 στο 2019, αυξάνεται σημαντικά το ποσοστό των 16χρονων μαθητών που βρίσκονται υψηλά στην κλίμακα προσκόλλησης στα ΜΚΔ και στα δύο φύλα (από 36,1% σε 43,8%).
Η ενίσχυση του ρόλου της πρόληψης αναδεικνύεται ιδιαίτερα σημαντική με την οικογένεια να συνιστά το σημαντικότερο σύστημα, όπου αναπτύσσονται τα άτομα και για αυτόν τον λόγο είναι ιδιαίτερης βαρύτητας η επίδρασή της στα μέλη της και ιδιαίτερα στα παιδιά. Στόχος της γονικής ανατροφής είναι η ανάπτυξη αυτόνομων και ψυχικά υγιών παιδιών και εν δυνάμει ενηλίκων, που δεν θα έχουν την ανάγκη εξαρτητικών σχέσεων προκειμένου να διαπραγματευτούν και να ξεπεράσουν τις δυσκολίες που θα προκύψουν στη ζωή τους.
Ένα οικογενειακό σύστημα με ξεκάθαρα όρια, με ισότιμη επικοινωνία μεταξύ των μελών του και αποδοχή της διαφορετικότητας, με ελεύθερη έκφραση των δυσκολιών που αντιμετωπίζει, όπως και των συναισθημάτων που απορρέουν από αυτές, με ξεκάθαρες απόψεις απέναντι στη χρήση ουσιών και τις αρνητικές επιπτώσεις αυτών, αλλά και μετάδοση κοινωνικών αξιών, αποτελούν μια καλή οικογενειακή βάση και δημιουργούν ένα λειτουργικό περιβάλλον για την ανάπτυξη των παιδιών. Οι γονείς βέβαια δεν πρέπει να ξεχνούν ότι συνιστούν πρότυπα ταύτισης για τα παιδιά τους και άρα η συμπεριφορά τους είναι αυτή που αντιγράφεται κυρίως από αυτά και όχι αυτά που λένε πολλές φορές με διδακτικό ύφος.
Το σχολείο από την άλλη διαδραματίζει μετά την οικογένεια τον σημαντικότερο ρόλο στην κοινωνικοποίηση του παιδιού και οφείλει να αποτελεί ένα κοινωνικό περιβάλλον ασφάλειας για όλους/-ες τους μαθητές/-τριες και ανάπτυξης όχι μόνο γνωστικών, αλλά και ψυχο-κοινωνικών δεξιοτήτων.
Όπως αποτυπώθηκε στη διακρατική έρευνα HBSC/WHO (ΕΠΙΨΥ, 2018), οι έφηβοι μαθητές στην Ελλάδα ανέφεραν σε πολύ χαμηλότερο ποσοστό ότι τους αρέσει το σχολείο (15% έναντι 28% των εφήβων του προγράμματος) και σε επίσης χαμηλότερο ποσοστό ότι λαμβάνουν υποστήριξη από τους συμμαθητές τους και τους εκπαιδευτικούς. Όλα τα παραπάνω αναδεικνύουν ότι και το σχολείο οφείλει να βελτιώνει τη λειτουργία του και να χρησιμοποιούνται σε αυτό δημιουργικοί τρόποι μάθησης που θα συντελούν στη σύνδεση των μαθητών μεταξύ τους και στην ανάπτυξη δεξιοτήτων που θα είναι χρήσιμες στα παιδιά μετά την αποφοίτησή τους από αυτό.
Το Κέντρο Πρόληψης Π.Ε. Λάρισας – ΟΚΑΝΑ, στηρίζει τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς στον ρόλο τους με τη διοργάνωση σεμιναρίων και εκπαιδευτικών ομάδων και προσπαθεί με αυτόν τον τρόπο να δημιουργήσει «αντίβαρα πρόληψης» στις απανωτές κρίσεις που βιώνει η ελληνική κοινωνία τα τελευταία χρόνια.
Στο Κέντρο λειτουργεί επίσης μια πρότυπη δομή, το «Εργαστήρι Ζωής», που αξιοποιεί διάφορες μορφές τέχνης και απευθύνεται σε παιδιά, εφήβους και ενήλικες. Όλες οι υπηρεσίες παρέχονται δωρεάν.
Μην ξεχνάμε ότι η πρόληψη βέβαια δεν αποτελεί αποκλειστικότητα των «ειδικών» αλλά αντίθετα μπορεί ο καθένας μέσα από τον ρόλο του να λειτουργήσει προληπτικά και να επηρεάσει θετικά άλλους συνανθρώπους του.
*Ο Χρήστος Πιτσίλκας είναι κοινωνιολόγος, Med – στέλεχος Κέντρου Πρόληψης Π.Ε. Λάρισας