Ο Άγγελος Πετρουλάκης, χωρίς να το ξέρει, με ώθησε στη δημοσιογραφία. Έπαιξε ρόλο στη διαμόρφωση της επαγγελματικής μου σταδιοδρομίας. «Εκείνος τα φιλοσοφικά, τα καλλιτεχνικά του κι εγώ τα αθλητικά. Γιατί να μην γράφω κι εγώ για παράδειγμα τους αγώνες του σχολικού πρωταθλήματος μπάσκετ και βόλευ;» αναρωτήθηκα. Αφού την ημέρα των αγώνων δεν είχε μάθημα. Είχε «ρεπό» για να παρακολουθήσουμε όλοι το ντέρμπι με το Α’ Γυμνάσιο, όπου οι περισσότεροι μαθητές ήταν παίκτες του ΓΣ Λάρισας. Κι από εδώ, στο Β’ έπαιζαν οι πρωτοκλασάτοι της Ε.Α.Λ.
Κράταγα σημειώσεις, την εξέλιξη του σκορ, ποιος έβαλε 5 πόντους, ποιος τρεις κ.λπ., τα αποτελέσματα των άλλων αγώνων (π.χ. Ελασσόνα - Φάρσαλα κ.λπ.), τη βαθμολογία και το βράδυ στον τότε αρχισυντάκτη της «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ» Ζήση Τυχερό, έτοιμο το κειμενάκι για δημοσίευση. Μετά από καιρό, όταν διαπίστωσε ότι δεν υπήρχαν διαμαρτυρίες από λάθη παραλείψεις κ.λπ., έβαζε κάπου κάπου και υπογραφή με το όνομά μου. Έτσι έγινα, επαγγελματικά αθλητικός συντάκτης.
Με το τέλος της σχολικής περιόδου μετακομίσαμε οικογενειακώς στην Αθήνα. Ο Άγγελος, ακολουθώντας πιστά την εντολή του φούρναρη πατέρα του, αφήνει τα γράμματα και τις τέχνες. Μπαίνει στη σχολή της Χωροφυλακής στη Λεωφόρο Μεσογείων. Οι ώρες επισκεπτηρίου (νομίζω κάθε δεύτερη Τετάρτη) με εξυπηρετούσαν και κάθε τόσο περνούσα και κουβεντιάζαμε. Εκεί, μου αποκάλυψε πως αγόρασε έναν δίσκο (βινύλιο) με τραγούδια νομίζω του Δήμου Μούτση (ή κάτι τέτοιο αν θυμάμαι καλά) και προσπαθούσε να τον ακούσει μέσα στη σχολή. Στα διαλείμματα.
Χαθήκαμε. Πήγε στα Σέρβια, στην Καστοριά και όπου αλλού, και ξαφνικά τον βρίσκω μπροστά μου στην αναπαράσταση ενός ειδεχθούς εγκλήματος στη Λυκόβρυση Αττικής. Μόλις είχα προσληφθεί ανταποκριτής στη «Μακεδονία» του Βελλίδη και ο Σόμπολος μου ζήτησε να καλύψω το γεγονός, αν και είχα πάρει τον δρόμο για το αθλητικό ρεπορτάζ. Τότε λοιπόν, μια κοπελίτσα 15 - 16 ή το πολύ 18 ετών, σκότωσε μάνα, πατέρα και όσους συγκατοικούσαν σε ένα χαμόσπιτο για να ζήσει με τον γιο που είχε ερωτευτεί. Ακόμη και ανώτατοι αξιωματικοί ήταν παρόντες για να παρακολουθήσουν, όχι μόνο τις ανακρίσεις, αλλά και να δουν από κοντά μια φόνισσα που με κυνικό τρόπο περιέγραφε τα γεγονότα.
Χαθήκαμε και πάλι. Κοντά στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 2004 βρεθήκαμε στη Λάρισα, στο σπίτι του Δίδυμου. Μου έδωσε το βιβλίο εκείνο που είχε τίτλο για το ξύρισμα. Δεν το ειρωνεύομαι και του το είπα. Το διάβασα στο ταξίδι επιστροφής στην Αθήνα και στα πρώτα κεφάλαια μπορεί να μην έχει το όνομά μου, όπως του Τάκη, αλλά με φωτογραφίζει.
Επί «εθνοσωτηρίου επαναστάσεως» μέσα στη Σχολή ενός Σώματος Ασφαλείας να πηγαίνεις αγκαλιά με τον Γιάννη Πουλόπουλο και τη Ρένα Κουμιώτη (έστω και σε δίσκο) θέλει θάρρος. Και να δέχεσαι κι έναν συνομήλικο, όπως εγώ, στο επισκεπτήριο.
Το άλλο να δεις. Με τις παντρεμένες. Ετοιμάζω βιβλίο για την γκαρσονιέρα. Το είπε και το έκανε λίγους μήνες αργότερα...
Γράφει για τον Άγγελο Πετρουλάκη ο δημοσιογράφος Αντώνης Χαζάπης, που ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του από την «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» .