Ο Γιώτας Τσόκανος (1850; - 1924) καταγόταν από το Τσιότι (σήμερα Φαρκαδόνα) των Τρικάλων. Δεν γνωρίζουμε την ακριβή χρονολογία γεννήσεώς του, θα πρέπει όμως σύμφωνα με τα ιστορικά στοιχεία της ζωής του να γεννήθηκε περί το 1850. Μετακόμισε στη Λάρισα όταν αυτή βρισκόταν ακόμα υποδουλωμένη στους Οθωμανούς, και καθώς ήταν εμπειρικός φαρμακοποιός άνοιξε φαρμακείο, στην ουσία βοτανοπωλείο (drogeria), το οποίο βρισκόταν στη γωνία των σημερινών οδών Κύπρου και Ασκληπιού. Μετά την απελευθέρωση του 1881 και σύμφωνα με τους νόμους του ελληνικού κράτους, όλοι οι υγειονομικοί των περιοχών που απελευθερώθηκαν, για να συνεχίσουν την εξάσκηση του επαγγέλματός τους έπρεπε να υποβληθούν σε ειδικές εξετάσεις από το Ιατροσυνέδριο[1]. Έτσι στη συνεδρίαση της 7ης Σεπτεμβρίου 1982 ο Γιώτας Τσόκανος υποβλήθηκε σε πρακτική δοκιμασία από ειδική επιτροπή, μετά από την οποία αποφασίσθηκε να εκπαιδευθεί για μικρό χρονικό διάστημα σε φαρμακείο της Λάρισας «εις την εκτέλεσιν συνταγών και εις την κατασκευήν συνθέτων φαρμάκων εκ των ευχρήστων, κατά τα κεκανονισμένα». Έπειτα από επιτυχημένη νέα δοκιμασία, του χορηγήθηκε στις 5 Οκτωβρίου 1882, «περιορισμένη άδεια ίνα μετέρχεται την φαρμακευτικήν εις την Ελλάδα»[2].
Στο φαρμακείο του δεχόταν τους ασθενείς ο ιατρός Αχιλλεύς Λογιωτάτου[3], εγγονός του λόγιου Ιωάννη Οικονόμου Λογιωτάτου. Όταν στα τέλη του 1895 ήλθε στη Λάρισα ο Μιχαήλ Σάπκας με το δίπλωμα της ιατρικής στα χέρια του, από την πρώτη στιγμή συνεργάσθηκε στο φαρμακείο του Τσόκανου με τον Αχιλλέα Λογιωτάτου. Η συνεργασία όμως αυτή δεν κράτησε για πολύ, γιατί ο τελευταίος τον Φεβρουάριο του 1896 και ενώ ήταν δήμαρχος Λαρίσης, πέθανε νεότατος. Έτσι ο Σάπκας συνέχισε μόνος πλέον τη συνεργασία του με το φαρμακείο του Τσόκανου.
Με τη σύζυγό του Κατερίνα ο Γιώτας Τσόκανος απέκτησε μία κόρη τη Μάρθα, η οποία όταν ενηλικιώθηκε παντρεύτηκε τον Στέφανο Κυλικά, η οικογένεια του οποίου είχε καταγωγή από τα Άγραφα. Ο Στέφανος Κυλικάς βοήθησε αρχικά τον Τσόκανο στη λειτουργία του φαρμακείου και τελικά τον διαδέχθηκε.
Το 1901 ο Μιχαήλ Σάπκας, καθώς η καταγωγή του ήταν από το Μεγάροβο, μια πολίχνη λίγα χιλιόμετρα έξω από το Μοναστήρι, (Μπιτώλια) της Μακεδονίας, ανέλαβε την προεδρία της Φιλοπτώχου Μακεδονικής Αδελφότητος Λαρίσης. Προικισμένος με μια ασυνήθιστη δυναμικότητα, κατόρθωσε να συγκεντρώσει και να δραστηριοποιήσει όχι μόνον τους Μακεδόνες της περιοχής, αλλά και πολλά επίλεκτα μέλη της κοινωνίας της Λάρισας, μη Μακεδόνες, που ζούσαν με το όραμα της προσάρτησης της Μακεδονίας στην Ελλάδα, όπως ο Γιώτας Τσόκανος, ο φωτογράφος Γεράσιμος Δαφνόπουλος και πολλοί άλλοι φίλοι τους. Ο Σύλλογος, κρυμμένος κάτω από τον φιλάνθρωπο και φιλόπτωχο μανδύα του καταστατικού του, προχώρησε σε μια δραστήρια προετοιμασία για την ευόδωση των οραμάτων του Μακεδονικού αγώνα. Μάλιστα το φαρμακείο του Τσόκανου όπου ο Σάπκας εξέταζε τους ασθενείς είχε γίνει και τόπος μυστικής συγκέντρωσης των Μακεδόνων, χωρίς αυτό να κινεί υποψίες στους κατάσκοπους Τούρκους και Βουλγάρους, οι οποίοι την περίοδο εκείνη αφθονούσαν στη Λάρισα. Είναι γνωστό ότι στο υπόγειο του φαρμακείου αυτού φιλοξενήθηκε για λίγες ημέρες μεταμφιεσμένος ο Παύλος Μελάς στις δύο από τις τρεις κρυφές εξορμήσεις του στη Μακεδονία.
Όταν τον Οκτώβριο του 1904 ο Παύλος Μελάς τραυματίστηκε θανάσιμα, η ελληνική κυβέρνηση άρχισε να υποστηρίζει πλέον φανερά τη δράση του Μακεδονικού Συλλόγου Λαρίσης, με την αποστολή κατάλληλων αξιωματικών και τον εφοδιασμό πολεμικού υλικού και αγωνιστών από την Ελλάδα, με προορισμό τη Δυτική Μακεδονία. Τα όπλα που έφθαναν καμουφλαρισμένα από την Αθήνα, αποθηκεύονταν προσωρινά στο υπόγειο του φαρμακείου του Γιώτα Τσόκανου. Εκεί επίσης έβρισκαν καταφύγιο πολλοί αξιωματικοί και εθελοντές Μακεδόνες αγωνιστές οι οποίοι ήταν σεσημασμένοι και καταζητούμενοι από τους Τούρκους. Η γυναίκα του Τσόκανου, η Κατερίνα Γιώταινα όπως την αποκαλούσαν και η κόρη τους Μάρθα η οποία είχε παντρευτεί τον Στέφανο Κυλικά, είχαν αναλάβει την τροφοδοσία και την επιμέλειά τους. Ετοίμαζαν φαγητό, βοηθούσαν στην ατομική τους καθαριότητα και προετοίμαζαν όσο μπορούσαν την αποστολή τους στη Μακεδονία. Από το φαρμακείο του Τσόκανου έφευγαν με προορισμό το Τσάγεζι (σήμερα Στόμιο), σούστες, κάρα και ζώα, φορτωμένα με όπλα, πυρομαχικά, είδη ένδυσης και υπόδησης, συσκευασμένα με επιτηδειότητα ώστε να μη δίνουν υποψίες. Ο φαρμακοποιός Βάσος Κυλικάς, εγγονός του Γιώτα Τσόκανου, πολλές φορές περιέγραφε με γλαφυρό τρόπο τις αναμνήσεις του παππού και του πατέρα του, γύρω από τη μυστική διαδικασία συγκέντρωσης, απόκρυψης και προώθησης όλων των εφοδίων και εξιστορούσε μικρές καθημερινές ανθρώπινες λεπτομέρειες της επικίνδυνης επιχείρησης που είχαν αναλάβει με κίνδυνο της ζωής τους. Το 1924 Ο Γιώτας Τσόκανος πέθανε και ύστερα από ορισμένες περιπέτειες ανέλαβε τη λειτουργία του φαρμακείου ο γαμπρός του Στέφανος Κυλικάς. Αυτόν τον διαδέχθηκε τη δεκαετία του 1930 ο γιος του Βάσος Κυλικάς, μια πολύπλευρη προσωπικότητα της Λάρισας του μεσοπολέμου. Είναι ο ίδιος που συνέχισε τη δράση της Ιουλίας Σάπκα-Λογιωτάτου στη ίδρυση και εδραίωση του Δημοτικού Ωδείου Λάρισας, του οποίου επί χρόνια υπήρξε διευθυντής του. Τα φαρμακείο του μεταπολεμικά, ιδιαίτερα μετά τη μεταπολίτευση, υπήρξε και τόπος συγκέντρωσης φίλων του, προσωπικοτήτων της Λάρισας, όπως ο δήμαρχος Αλέκος Χονδρονάσιος, ο γυναικολόγος Αθανάσιος (Νάσος) Ρίζος, ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Τάσος Γέμτος, ο δικηγόρος Στάθης Αραποστάθης, ο ιατρός Αχιλλέας Μπατζιανούλης, ο γυναικολόγος Τάσος Αρχιμανδρίτης και πολλοί άλλοι. Ήταν πραγματική απόλαυση να παρακολουθεί κανείς τις συζητήσεις τόσων πολλών μορφωμένων, χαρισματικών και διαφορετικών πολιτικών πεποιθήσεων ανθρώπων, με τον οικοδεσπότη Βάσο Κυλικά να διευθύνει ή να κατευνάζει τις εκρηκτικές πολλές φορές συζητήσεις, ιδίως σε πολιτικά θέματα.
Με τον θάνατο του Βάσου Κυλικά η διεύθυνση του φαρμακείου περιήλθε υπό τη διεύθυνση του Δημήτρη Κυλικά, γιου του Βάσου, το οποίο παρέμεινε στην ίδια ακριβώς θέση και με την ίδια περίπου διαρρύθμιση που είχε και πριν από 135 χρόνια, την περίοδο της τουρκοκρατίας. Σήμερα στη διαχείριση του φαρμακείου προστέθηκε και ο γιος του Δημήτρη Κυλικά, Βάσος, ο οποίος αποτελεί την πέμπτη γενεά της οικογένειας που διευθύνει το συγκεκριμένο φαρμακείο.
Από τον Νίκο Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com
[1]. Το Ιατροσυνέδριο της εποχής εκείνης ήταν η πρόδρομή μορφή του σημερινού Α.Υ.Σ. (Ανωτάτου Υγειονομικού Συμβουλίου).
[2]. Σγάντζος Μάρκος, Οι ιατροί, φαρμακοποιοί και μαίες της Θεσσαλίας κατά τα τέλη του 19ου αιώνα, Θεσσαλικό Ημερολόγιο, τ. 51, Λάρισα (2001) σ. 268.
[3]. Την περίοδο εκείνη οι γιατροί δεν είχαν ατομικά ιατρεία όπως σήμερα, αλλά ήταν συμβεβλημένοι με κάποιον φαρμακοποιό και δέχονταν τους περιπατητικούς ασθενείς σε επιλεγμένους χώρους στα ενδότερα του φαρμακείου. Για τους ασθενείς με σοβαρότερες παθήσεις έκαναν κατ’ οίκον επισκέψεις.