σχολείου. Πράγματι, ενώ οι προκλήσεις στο σύγχρονο σχολείο είναι πολλές και ο εκπαιδευτικός οφείλει να προσαρμόζεται άμεσα σε αυτές, η καθημερινότητά του στο σχολείο σε αρκετές περιπτώσεις τον βυθίζει σε τέλμα ή σε αδράνεια και τον καθηλώνει σε ρόλο απλού διεκπεραιωτή της εκπαιδευτικής διαδικασίας, κομπάρσου αντί πρωταγωνιστή.
Με βάση το οργανόγραμμα του Υπουργείου Παιδείας, ο εκπαιδευτικός της τάξης έχει γλίσχρες δυνατότητες παρέμβασης στον σχεδιασμό και την οργάνωση των εκπαιδευτικών αλλαγών, τις οποίες ο ίδιος καλείται να εφαρμόσει. Έτσι, συχνά χάνεται η ελευθερία, η δημιουργικότητα και η δυνατότητα προσωπικής έκφρασης και παρέμβασης στο περιεχόμενο της διδασκαλίας και τις μεθόδους, ενώ ο ίδιος ο εκπαιδευτικός συνθλίβεται ανάμεσα στις «μυλόπετρες» των αναλυτικών προγραμμάτων, προσώρας παρωχημένων.
Με άλλα λόγια, τα κίνητρά του φθίνουν και συρρικνώνονται στην αγάπη και την ικανοποίηση που αντλεί από τους μαθητές του, που αποτελούν αναμφίβολα δυνάμεις αναζωογονητικές και καθαρτικές.
Επίσης, οι «συνήθεις» ελλείψεις σε υλικοτεχνικές υποδομές λειτουργούν ανασταλτικά στην παρώθηση του εκπαιδευτικού να δραστηριοποιηθεί περαιτέρω, σε σημείο ο ίδιος να διαθέτει τις απαραίτητες δεξιότητες για να εμβαθύνει και να εξελίξει τη διδασκαλία του, αλλά το σχολείο να μην του παρέχει τα απαιτούμενα μέσα.
Επιπρόσθετα, το συγκεντρωτικό στυλ διοίκησης που υιοθετούν κάποιοι διευθυντές σχολείων, που συνοδεύεται απαρέγκλιτα από επίδειξη ψεύτικης πυγμής και «αυθεντίας», οι ανταγωνιστικές και καθόλου συναδελφικές σχέσεις που αναπτύσσονται στους συλλόγους των καθηγητών και γενικότερα η διαμόρφωση αρνητικού σχολικού κλίματος, αποθαρρύνουν τον εκπαιδευτικό και του αφαιρούν σημαντικό μέρος από τη διδασκαλική ορμή που συνυφαίνεται με τη φύση του επαγγέλματός του.
Το επάγγελμα του εκπαιδευτικού, εξάλλου, είναι ιδιαίτερα επιβαρυντικό για την ψυχική υγεία και ανθεκτικότητα των λειτουργών του, ενώ οι απολαβές των εκπαιδευτικών δύσκολα μπορούν να συγκριθούν με εκείνες συναδέλφων τους στο εξωτερικό. Επιπλέον, οι δυνατότητες επαγγελματικής τους ανέλιξης είναι περιορισμένες και ουσιαστικά αφορούν στην κατάληψη ευάριθμων θέσεων ευθύνης, που συνήθως προορίζονται για θεωρητικά προσοντούχους, όχι πάντα τους πιο άξιους, αλλά σε αρκετές περιπτώσεις, «κατά το μοραΐτικο σύστημα» που συνεχίζει να «δρέπει δάφνες», και για κομματικά ευνοούμενους («ημέτερους»).
Από την άλλη πλευρά, ο εκπαιδευτικός αντιμετωπίζει καθημερινά στην εμπειρία της τάξης προβλήματα που σχετίζονται μεταξύ άλλων με συμπεριφορικές διαταραχές και απειθαρχία μαθητών, επικριτική διάθεση από την πλευρά των γονιών και των προϊσταμένων του καθώς και τον γενικότερο αρνητισμό, ή έστω σκεπτικισμό, με τον οποίο περιβάλλει το έργο του σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας. Συνεπώς, η Πολιτεία δεν θα πρέπει να προβάλλει μόνο απαιτήσεις από τον εκπαιδευτικό για την παραγωγή ποιοτικού έργου. Αντίθετα, για να ανταποκρίνεται εκείνος με επάρκεια στα καθήκοντά του και να βιώνει τη χαρά της δημιουργίας μέσα από τη διάδρασή του με τους νέους, το Κράτος οφείλει να του παρέχει ισχυρό κίνητρο αλλά και να εφαρμόζει αρχές και κανόνες αξιοκρατίας.
Αδήριτη ανάγκη για την επαγγελματική αναβάθμιση του εκπαιδευτικού και την επικαιροποίηση των δεξιοτήτων του αποτελεί η επιμόρφωση, συστηματική και στοχευμένη, στην αρχή της καριέρας του αλλά και καθ’ όλη την επαγγελματική του διαδρομή, καθώς και η ενθάρρυνση της διά βίου μάθησης. Επίσης, η μετάγγιση τεχνογνωσίας και η αξιοποίηση καλών πρακτικών άλλων εκπαιδευτικών συστημάτων.
Η ύπαρξη κινήτρων στη διδασκαλία αποτελεί προϋπόθεση για την ανάπτυξη ανάλογων προθέσεων από την πλευρά των μαθητών, καθώς τα συναισθήματα και η διάθεση του εκπαιδευτικού στην τάξη αντανακλώνται στον συναισθηματικό και ψυχικό κόσμο των μαθητών του.
Η σύγχρονη εκπαίδευση απαιτεί άρτια καταρτισμένους εκπαιδευτικούς, προσωπικότητες με ισχυρή αυτοπεποίθηση και εμπειρίες, ανθρώπους της εποχής τους. Το κράτος έχει υποχρέωση να συμβάλει στην επαγγελματική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών, εάν επιθυμεί πραγματική αναβάθμιση της Δημόσιας Εκπαίδευσης. Είναι τουλάχιστον ενθαρρυντικό ότι στις προτάσεις της πιο πρόσφατης «επιτροπής σοφών», ενδεχομένως και στις εισηγήσεις των προηγούμενων, έχουν συμπεριληφθεί σχετικές αναφορές, ενώ από το κείμενο που δημοσιοποιήθηκε διαφαίνεται ότι οι συντάκτες του εστιάζουν στην απουσία κινήτρων και γενικότερα στον κομβικό ρόλο του εκπαιδευτικού στην παροχή ποιοτικής Δημόσιας Εκπαίδευσης.
Από τον Βασίλη Πλατή, φιλόλογο-δρα Ιστορίας Α.Π.Θ.