Η πολιτική πρακτική του Μπίσμαρκ στα Βαλκάνια

Δημοσίευση: 22 Αυγ 2020 19:54

 

Από τον Γεώργιο Ν. Ξενόφο

Η Γερμανία, μετά την ενοποίησή της, είχε γίνει η ισχυρότερη χώρα της ηπειρωτικής Ευρώπης και κάθε δεκαετία που περνούσε γινόταν όλο και πιο ισχυρή, γεγονός που επαναστατικοποιούσε την ευρωπαϊκή διπλωματία. Από την εποχή του Ρισελιέ, που πρωτοεμφανίστηκε

το σύγχρονο κρατικό σύστημα, οι δυνάμεις στις άκρες της Ευρώπης -Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία και Ρωσία- ασκούσανε πίεση στο κέντρο. Τώρα, για πρώτη φορά το κέντρο της Ευρώπης είχε αποκτήσει αρκετή δύναμη για να πιέσει την περιφέρεια. Η Γερμανία επιζητούσε να διασφαλιστεί έναντι όλων των γειτόνων της ταυτόχρονα. Αν λοιπόν η Γερμανία ήταν αρκετά ισχυρή για να νικήσει όλους τους γείτονές της στην περίπτωση που συμμαχούσαν, ήταν προφανές ότι ήταν αρκετά ισχυρή για να τους συντρίψει ξεχωριστά. Η προσπάθειά της, λοιπόν, να ξεφύγει από το στρατηγικό αδιέξοδο στο οποίο βρισκόταν, προκάλεσε την πραγμάτωση του χειρότεροι εφιάλτη της: τον συνασπισμό όλων των γειτονικών κρατών εναντίον της. Η Γερμανία ήταν για αιώνες είτε πολύ αδύναμη, είτε πολύ ισχυρή για να υπάρχει ειρήνη στην Ευρώπη. Το πρόβλημα αυτό επιλύθηκε μόνο δύο φορές στην ιστορία της. Η μία, και σε ό,τι αφορά το παρόν συνοπτικό άρθρο, ήταν από τον Ότο Μπίσμαρκ τις πρώτες δεκαετίες μετά την ενοποίησή της τον 19ο αιώνα. Ο Μπίσμαρκ είχε επιλέξει την ασφάλεια μέσω της διπλωματικής επιδεξιότητας. Επιζητούσε με τις ενέργειές του, οι σχέσεις ανάμεσα στα ευρωπαϊκά κράτη να είναι πάντα τέτοιες, ώστε η Γερμανία να διαθέτει πάντα περισσότερες επιλογές από οποιονδήποτε ενδεχόμενο αντίπαλο. Με αυτόν τον τρόπο κατάφερνε να αποτρέπει τη συγκρότηση οποιουδήποτε εχθρικού συνασπισμού. Όμως αυτό το επίτευγμα αποδείχτηκε ιδιαίτερα πολυσύνθετο και πολύπλοκο για τους διαδόχους του, οι οποίοι αντικατέστησαν τη διπλωματική ικανότητα με έναν ανταγωνισμό εξοπλισμών και διολίσθησαν στον πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, εξαιτίας της υπερβολικής επίδειξης πυγμής. Το δεύτερο ευρωπαϊκό σχίσμα μεταξύ της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας και της Ρωσίας, προήλθε από την ενοποίηση της Γερμανίας. Με το που ανέλαβε πρωθυπουργός το 1862 ο Μπίσμαρκ, ζήτησε από την Αυστρία να μεταφέρει το κέντρο της βαρύτητάς της από τη Βιέννη στη Βουδαπέστη. Από τη στιγμή που η Αυστρία είχε χάσει τον αγώνα υπεροχής στη Γερμανία, δεν είχε άλλη επιλογή από το να συμμορφωθεί με την υπόδειξη του Μπίσμαρκ. Μετά την έξωσή της από τη Γερμανία, η Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία δεν είχε πουθενά αλλού να επεκταθεί εκτός από τα Βαλκάνια. Επειδή η Αυστρία δεν είχε συμμετάσχει στη δημιουργία υπερπόντιων αποικιών, οι ηγέτες της είχαν αρχίσει να βλέπουν τα Βαλκάνια με τον σλαβικό πληθυσμό τους, σαν τον φυσικότερο χώρο για την ικανοποίηση των Αυστριακών γεωπολιτικών φιλοδοξιών, έτσι ώστε να συμβαδίσουν με τις άλλες Μεγάλες Δυνάμεις. Εγγενής σε μια τέτοια πολιτική ήταν η σύγκρουση με τη Ρωσία. Η κοινή λογική θα έπρεπε κανονικά να είχε προειδοποιήσει τους ηγέτες της Αυστρίας, ότι δεν θα ήταν φρόνιμο να προκαλέσουν τον βαλκανικό εθνικισμό, ούτε να κάνουν μόνιμο εχθρό τους τη Ρωσία. Στη Βουδαπέστη, όμως, κυριαρχούσε παντού ένας υπερεθνικισμός. Η κυβέρνηση ακολουθούσε μία πολιτική αδράνειας σε εσωτερικό επίπεδο και μία πολιτική «υστερίας» σε εξωτερικό επίπεδο, που την είχε απομονώσει προοδευτικά μετά την εποχή του Μέτερνιχ. Η Γερμανία δεν έβλεπε κανένα εθνικό συμφέρον στα Βαλκάνια, αλλά θεωρούσε απαραίτητη τη διατήρηση της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας, επειδή η κατάρρευση της Διττής Μοναρχίας θα έθετε σε κίνδυνο όλη τη γερμανική πολιτική του Μπίσμαρκ. Το γερμανόφωνο καθολικό τμήμα της αυτοκρατορίας, θα επιζητούσε να ενωθεί με τη Γερμανία, θέτοντας σε κίνδυνο την κυριαρχία της διαμαρτυρόμενης Πρωσίας για την οποία είχε αγωνιστεί με τόσο πάθος ο Μπίσμαρκ. Επίσης, η διάλυση της εν λόγω αυτοκρατορίας θα άφηνε τη Γερμανία χωρίς ούτε έναν εξαρτήσιμο σύμμαχο. Από την άλλη πλευρά, παρόλο που ο Μπίσμαρκ ήθελε να διατηρήσει την Αυστρία δεν ήθελε με κανέναν τρόπο να προκαλέσει τη Ρωσία. Την κατάσταση την έκανε ακόμη χειρότερη το γεγονός ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία βρισκόταν στα πρόθυρα της διάλυσης, προκαλώντας έτσι συχνές συγκρούσεις μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων για τη μοιρασιά της. Ο Μπίσμαρκ είχε πει, ότι σε έναν συνδυασμό πέντε παικτών, φρόνιμο είναι να είσαι πάντα με το μέρος των τριών. Επειδή όμως από τις πέντε Μεγάλες Δυνάμεις -Αγγλία, Γαλλία, Πρωσία, Αυστρία και Γερμανία- η Γαλλία ήταν εχθρική, η Μ. Βρετανία δεν προσφερόταν λόγω της πολιτικής της «ένδοξης απομόνωσης» και η Ρωσία αμφιταλαντευόταν λόγω της σύγκρουσής της με την Αυστρία, η Γερμανία είχε ανάγκη από τη συμμαχία τόσο της Ρωσίας όσο και της Αυστρίας για να επιτύχει αυτό τον συνδυασμό των τριών. Μόνο ένας πολιτικός με τη θέληση και την ικανότητα του Μπίσμαρκ θα μπορούσε να διανοηθεί μία τόσο ριψοκίνδυνη πράξη ισορροπίας. Κατά αυτόν τον τρόπο η σχέση Γερμανίας και Ρωσίας έγινε το κλειδί της ειρήνης στην Ευρώπη. Ο Μπίσμαρκ κυριάρχησε στην ευρωπαϊκή διπλωματία μέχρι την εκδίωξή του το 1890. Ήθελε ειρήνη για τη νέα γερμανική αυτοκρατορία και προσπαθούσε να αποφύγει τις αναμετρήσεις με άλλα έθνη. Επειδή όμως μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών δεν υπήρχαν ηθικοί δεσμοί, το έργο του απαιτούσε υπεράνθρωπες προσπάθειες. Ήταν υποχρεωμένος να κρατάει τόσο τη Ρωσία όσο και την Αυστρία μακριά από το στρατόπεδο των Γάλλων εχθρών του. Αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να προλαμβάνει τις αυστριακές προκλήσεις για να νομιμοποιεί τους ρωσικούς αντικειμενικούς σκοπούς και να μην επιτρέπει στη Ρωσία να υπονομεύει την Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία. Χρειαζόταν καλές σχέσεις με τη Ρωσία, χωρίς να ανταγωνίζεται τη Μεγάλη Βρετανία που κοίταζε με ένα μάτι τα ρωσικά σχέδια για την Κωνσταντινούπολη και την Ινδία. Ο Μπίσμαρκ δεν μπορούσε για πάντα να κρατά τέτοιες ισορροπίες, καθώς το διεθνές σύστημα πιεζόταν με συνεχείς εντάσεις. Παρόλα αυτά για όσο καιρό ήταν στο στερέωμα δεν διαταράχτηκε η ισορροπία των δυνάμεων. Σκοπός του ήταν να μη δώσει σε καμία άλλη δύναμη -εκτός της ασυμβίβαστης Γαλλίας- οποιαδήποτε αφορμή για να συμμαχήσει με άλλους εναντίον της Γερμανίας. Με τον ισχυρισμό ότι η Ενωμένη Γερμανία ήταν «κορεσμένη» και δεν είχε άλλες εδαφικές φιλοδοξίες, ο Μπίσμαρκ προσπαθούσε να διαβεβαιώσει τη Ρωσία ότι η Γερμανία δεν ενδιαφερόταν για τα Βαλκάνια. Τα Βαλκάνια έλεγε δεν άξιζαν ούτε τα κόκαλα ούτε ενός Πομεράνου γρεναδιέρου. Έχοντας στον νου τη Μεγάλη Βρετανία, ο Μπίσμαρκ δεν κορύφωσε καμία πρόκληση στην Ηπειρωτική Ευρώπη που θα μπορούσε να κάνει τους Βρετανούς να ανησυχήσουν για την ισορροπία, ενώ άφησε τη Γερμανία έξω από την κούρσα της αποικιοκρατίας. Η ολοένα οξύτερη γεωπολιτική αντιπαλότητα μεταξύ Ρωσίας και Αυστρίας ξεπέρασε σε κάποια στιγμή την ενότητα των συντηρητικών μοναρχών. Όλοι ήθελαν τα βαλκανικά λάφυρα της φθίνουσας τουρκικής αυτοκρατορίας. Ο πανσλαβισμός και ο παλαιομοδίτικος επεκτατισμός συνεισέφεραν σε μία τυχοδιωκτική ρωσική πολιτική στα Βαλκάνια. Το πρόβλημα του Μπίσμαρκ ήταν πώς να αντιμετωπίσει δύο εταίρους, που έβλεπαν ο ένας τον άλλον σαν θανάσιμη απειλή. *Πηγή/ 1. Χριστοδουλίδη Θ. (1977), ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΡΙΩΝ ΑΙΩΝΩΝ, τόμος 2ος, Από τη ΒΙΕΝΝΗ στις ΒΕΡΣΑΛΛΙΕΣ, Ι. Σιδέρης, Αθήνα./ 2. Αθ. Πλατά (1995), Το νέο διεθνές σύστημα, ρεαλιστική προσέγγιση διεθνών σχέσεων εκδ. Παπαζήση.

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass