υποβάθμιση των φυσικών και χημικών ιδιοτήτων του εδάφους και την απώλεια ζωτικών στοιχείων για την ανάπτυξη των καλλιεργειών όπως αζώτου, φωσφόρου, καλίου κ.λπ. Η υποβάθμιση αυτή προχωρά με ετήσιους ρυθμούς της τάξης των 1,5-2% έτσι ώστε σε 30 έτη αναμένεται ο υποδιπλασιασμός της περιεκτικότητας σε οργανική ουσία των εδαφών μας που ήδη χαρακτηρίζονται από μικρή σχετικά περιεκτικότητα σε χούμο, ακριβώς λόγω της επί σειρά δεκαετιών εφαρμοζόμενης μονοκαλλιέργειας.
Η σημαντική αυτή υποβάθμιση της γονιμότητας των εδαφών σε συνδυασμό με τη σημαντική αύξηση του κόστους παραγωγής τα τελευταία χρόνια ευθύνονται για τις σοβαρές τάσεις μείωσης σημαντικών καλλιεργειών όπως το καλαμπόκι και το βαμβάκι, ιδιαίτερα στις ξηρότερες περιοχές της χώρας, όπως η ανατολική Θεσσαλική πεδιάδα. Αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί. Αντίθετα θα πρέπει να αντιστραφεί η τάση εγκατάλειψης ακολουθώντας σύγχρονες καλλιεργητικές πρακτικές που θα μειώσουν το κόστος παραγωγής και θα αυξήσουν θεαματικά τις αποδόσεις και την παραγωγή των παραπάνω καλλιεργειών.
Επί σειρά ετών στο Εργαστήριο Γεωργίας του Π.Θ. μελετήθηκε η συνδυαστική επίδραση της χλωρής λίπανσης με ψυχανθές, της άρδευσης και της αζωτούχου λίπανσης στην αποδοτικότητα χρήσης νερού και την αύξηση της παραγωγικότητας αρδευόμενων καλλιεργειών υπό θεσσαλικές συνθήκες. Η πρωτοτυπία της ερευνητικής αυτής προσπάθειας έγκειται στη μελέτη της ενδιάμεσης καλλιέργειας ψυχανθούς και της ενσωμάτωσης της συνολικής βιομάζας του ως χλωρής λίπανσης πριν την εγκατάσταση της εαρινής καλλιέργειας.
Για τους σκοπούς της έρευνας εγκαταστάθηκαν πειράματα αγρού σε διαφορετικά θεσσαλικά εδάφη όπου δοκιμάστηκαν διαφορετικά επίπεδα εφαρμογής αζωτούχου λίπανσης και στάγδην άρδευσης σε συνδυασμό με την εφαρμογή (ή όχι) χλωρής λίπανσης με ενδιάμεση καλλιέργεια ψυχανθούς (κτηνοτροφικό μπιζέλι, φακή, βίκος). Για τη χλωρή λίπανση σπερνόταν το ψυχανθές κάθε φθινόπωρο, αφού είχε συγκομιστεί η εαρινή καλλιέργεια. Αναπτυσσόταν την περίοδο Νοεμβρίου – Απριλίου για να ενσωματωθεί τελικά στο έδαφος πριν την εγκατάσταση της εαρινής καλλιέργειας τον Απρίλη. Κατά τη διάρκεια της καλλιεργητικής περιόδου λαμβάνονταν μετρήσεις εδαφικής υγρασίας κάθε 7-10 ημέρες με ειδικό όργανο (DIVINER 2000) σε βάθος 1 m ανά στρώσεις 10 cm (10 μετρήσεις ανά περιοχή μέτρησης).
Από τα αποτελέσματα προέκυψε ότι η χλωρή λίπανση έχει μεγάλη θετική επίδραση στη παραγωγικότητα των εαρινών καλλιεργειών ήδη από το πρώτο έτος μετά την εφαρμογή της χλωρής λίπανσης στα καλώς αρδευόμενα φυτά καθ’ όλη την περίοδο ανάπτυξης της καλλιέργειας. Για παράδειγμα η απόδοση σε σπόρο καλαμποκιού αυξήθηκε κατά 170-200 kg/στρ. πάνω από την ήδη σχετικά υψηλή του απόδοση (1200-1250 kg/στρ.). Στα μετρίως αρδευόμενα φυτά, η απόδοση αυξήθηκε κατά 130-170 kg/στρ., ενώ ακόμα και στην ελλειμματική άρδευση η χλωρή λίπανση έδωσε κατά 50 kg/στρ. μεγαλύτερες αποδόσεις. Αυτές οι αυξημένες παραγωγικότητες είναι εφικτές με ιδιαίτερα μειωμένες εφαρμογές αζωτούχου λιπάσματος που μπορούν να φτάσουν μέχρι 20 κιλά αζώτου/στρέμμα και επομένως μείωση κόστους από 20-50€/στρέμμα. Με την καλλιεργητική αυτή τεχνική εκτιμάται ότι θα μπορούσαμε να συζητάμε για οργανικό βαμβάκι (χωρίς την προσθήκη αζωτούχου λιπάσματος) σε ιδιαίτερα γόνιμα θεσσαλικά εδάφη.
Η εγκατάσταση ψυχανθούς, όπως για παράδειγμα κτηνοτροφικού μπιζελιού, το φθινόπωρο και η ανάπτυξή του τη χειμερινή περίοδο μπορεί να εξασφαλίσει μέχρι την ενσωμάτωσή του πριν την εγκατάσταση του καλαμποκιού (και οποιασδήποτε άλλης εαρινής καλλιέργειας) περί τα 520-860 kg ξηρής βιομάζας ανά στρέμμα με μεγάλη περιεκτικότητα σε NPK και λοιπά θρεπτικά συστατικά. Έτσι, εφαρμογή χλωρής λίπανσης για μια δεκαετία και ετήσια ενσωμάτωση περί τα 700 kg ξηρής ουσίας ανά στρέμμα μπορεί να αυξήσει τον οργανικό άνθρακα κατά 4,5 t/στρέμμα ή ποσοστό άνω του 1%. Επίσης προβλέπεται αύξηση του οργανικού αζώτου κατά 150 kg/στρέμμα. Τα στοιχεία αυτά δείχνουν τη θεμελιώδους σημασίας βελτίωση της γονιμότητας του εδάφους που προκαλεί η χλωρή λίπανση, που αποτελεί και τη μοναδική ουσιαστική δυνατότητα βελτίωσης πολύ υποβαθμισμένων, επικλινών, διαβρωμένων εδαφών της ξηρο-θερμικής ζώνης της χώρας.
Όπως προέκυψε από τις μετρήσεις εδαφικής υγρασίας, στα εδάφη με χλωρή λίπανση, η εδαφική υγρασία μπορεί να βρίσκεται σε επίπεδα που στηρίζουν μέγιστη διαπνοή (πλήρως ανοικτά στομάτια και μέγιστος ρυθμός αφομοίωσης) όταν σε ίδια εδάφη που έχουν δεχθεί τις ίδιες (βέλτιστες) καλλιεργητικές φροντίδες και εισροές (άρδευσης, λίπανσης και φυτοπροστασίας) χωρίς χλωρή λίπανση, η υγρασία βρίσκεται κάτω του κριτικού ποσοστού. Τα στομάτια κλείνουν μερικώς και ο ρυθμός διαπνοής (και αφομοίωσης) είναι μικρότερος του μέγιστου.
Συμπερασματικά, το δίπτυχο των προτεινόμενων πρακτικών για τις εαρινές καλλιέργειες όπως το καλαμπόκι και το βαμβάκι είναι η εφαρμογή στάγδην άρδευσης με παράλληλη εφαρμογή υδρολίπανσης, και η ενδιάμεση καλλιέργεια ψυχανθούς ως χλωρή λίπανση. Μέγιστες αποδόσεις μπορούν να επιτευχθούν με περιορισμό των αρδεύσεων από 30%-50% της μέγιστης εξατμισοδιαπνοής του καλαμποκιού και του βαμβακιού αντίστοιχα. Με την εφαρμογή χλωρής λίπανσης μειώνεται δραστικά ο συντελεστής διαπνοής και αυξάνει το εφικτό δυναμικό παραγωγής. Από την έρευνα διαφαίνεται ότι το κόστος εφαρμογής χλωρής λίπανσης υπερκαλύπτεται κατά πολύ από την αύξηση της παραγωγικότητας και τη μείωση των εισροών για τη λίπανση και την άρδευση, με τελικό αποτέλεσμα την αύξηση του εισοδήματος του γεωργού ήδη από το πρώτο έτος εφαρμογής της χλωρής λίπανσης.
Αυτό αποτελεί πολύ σημαντικό συμπέρασμα, σύμφωνα με το οποίο μπορούν να δοθούν κίνητρα στους παραγωγούς για άμεση εφαρμογή της καλλιεργητικής πρακτικής της χλωρής λίπανσης χωρίς τον κίνδυνο αποτυχίας. Τα κίνητρα αυτά είναι απαραίτητα για τη διάδοση αυτής της καλλιεργητικής πρακτικής σε επιθυμητή κλίμακα. Έτσι, με την εφαρμογή χλωρής λίπανσης κατά τακτά χρονικά διαστήματα, μέσα σε λίγα χρόνια θα αυξηθεί η γονιμότητα των εδαφών σε πολύ μεγάλο βαθμό που θα προκαλέσει και την αύξηση και οικονομικότητα των αποδόσεων πολλών καλλιεργειών και την επιστροφή στην καλλιέργεια πολλών εγκαταλελειμμένων γαιών.
Στο διάγραμμα φαίνονται οι αποδόσεις καλαμποκιού με ή χωρίς χλωρή λίπανση και διαφορετικές ποσότητες νερού (ποσοστά της εξατμισοδιαπνοής).
Δαναλάτος Νικ., Αικ. Καρυώτη, Ε. Σκουφογιάννη, Δ. Μπαρτζιάλης, και Κ. Γιαννούλης
Εργαστήριο Γεωργίας, Τμήμα Γεωπονίας Φυτικής Παραγωγής και Αγροτικού Περιβάλλοντος, Π.Θ.