Αβδήρων ότι το άξιο τέκνο της πόλης τρελάθηκε, κάλεσαν τον διάσημο γιατρό Ιπποκράτη να τον βοηθήσει. Ο Ιπποκράτης δέχτηκε την πρόσκληση και πήγε και συνάντησε μόνος του τον Δημόκριτο. Ακολούθησε μεταξύ τους η παρακάτω συζήτηση. (Σημ. Η συνάντηση είναι φανταστική, διασώζεται στα λεγόμενα «Ψευδεπίγραφα κείμενα» του Ιπποκράτη και το κείμενο που έχει φτάσει στις μέρες μας είναι μεγαλύτερο σε έκταση).
Όταν ο Ιπποκράτης βρέθηκε με τον Δημόκριτο, που γελούσε συνέχεια, τον ρώτησε τον λόγο που είναι τόσο πολύ ευδιάθετος. Και ο φιλόσοφος απάντησε:
«Εγώ Ιπποκράτη, γελώ με ένα μόνο, τον άνθρωπο, τον γεμάτο ανοησία, κενό από οτιδήποτε σωστό... Τον άνθρωπο που χωρίς να γνωρίζει μέτρο στην επιθυμία του πορεύεται ως τα πέρατα της γης και τα έγκατά της που δεν έχουν όρια, λιώνοντας το ασήμι και το χρυσάφι που ποτέ δεν σταματά να αποκτά.... κάνοντας τη μητέρα γη εχθρική. Άλλοι αγοράζουν σκυλιά, άλλοι άλογα κι άλλοι βάζοντας σύνορα σε μια μεγάλη περιοχή την ονομάζουν ιδιωτική τους περιουσία. Πολεμούν τους ομοφύλους τους και δεν επιθυμούν την ησυχία... Διαπράττουν φόνους, σκάβουν τη γη ζητώντας ασήμι κι όταν το βρουν θέλουν να αγοράσουν γη κι όταν αγοράσουν τη γη πουλούν τους καρπούς της και πουλώντας τους καρπούς της πάλι παίρνουν ασήμι. Όταν δεν έχουν περιουσία, ποθούν να την αποκτήσουν, όταν την έχουν την κρύβουν, την εξαφανίζουν.
Κοροϊδεύω εκείνους που... μαλώνοντας με τ’ αδέρφια τους, τα παιδιά τους, τους συμπολίτες τους κι όλα τούτα τα κάνουν για ν’ αποκτήσουν πράγματα που κανείς όταν πεθάνει δεν τα εξουσιάζει. Σκοτώνουν ο ένας τον άλλον, δεν σέβονται τους νόμους, αδιαφορούν για τη δύσκολη κατάσταση των φίλων και της πατρίδας τους, πλουτίζουν με πράγματα ανάξια που δεν έχουν ψυχή, δίνουν όλη την περιουσία τους για να αγοράσουν ανδριάντες, γιατί τους φαίνεται πως τα αγάλματα μιλούν, αλλά τους ανθρώπους που μιλούν λέγοντας την αλήθεια τους μισούν.
Γιατί λοιπόν, Ιπποκράτη, μέμφθηκες το γέλιο μου; Γιατί κανένας δεν γελά με τη δική του ανοησία, αλλά καθένας κοροϊδεύει την ανοησία του άλλου;
Και τότε ο Ιπποκράτης του απάντησε:
«Αυτά που λες, Δημόκριτε, είναι σωστά και δεν υπάρχουν λόγια πιο κατάλληλα για να εκφράσουν τη δυστυχία των θνητών. Αλλά οι πράξεις ορίζουν το αναγκαίο, σχετικά με την οικονομία και τις άλλες δραστηριότητες στις οποίες πρέπει να συμμετέχει ο άνθρωπος, γιατί η φύση δεν τον έφτιαξε για να παραμένει αργός.....Γιατί ποιος, Δημόκριτε, παντρεύτηκε έχοντας στο μυαλό του τον χωρισμό ή τον θάνατο;
Ο Δημόκριτος του αποκρίθηκε:
«Ο νους σου είναι πολύ νωθρός, Ιπποκράτη, και απέχεις πάρα πολύ από τη δική μου σκέψη, μη εξετάζοντας τα μέτρα της αταραξίας και της ταραχής εξαιτίας της άγνοιάς σου.
Γιατί αν έκαναν αυτά με φρόνηση και θα απαλλάσσονταν εύκολα και τα δικά μου γέλια θα σταματούσαν. Τώρα, όμως, καθώς χάνουν το μυαλό τους και γεμίζουν αλαζονεία για όσα υπάρχουν στη ζωή, σαν αυτά να ήταν πάντα σταθερά, χωρίς να περνά από τον νου τους πόσο άτακτη είναι η πορεία των πραγμάτων, είναι δύσκολο να διδαχτούν. Αν καθένας φρόντιζε να τα κάνει όλα σύμφωνα με τις δυνάμεις του, θα φύλαγε τη ζωή του από κάθε ατυχία, ξέροντας καλά τον εαυτό του και έχοντας κατανοήσει καλά την ιδιοσυγκρασία του, χωρίς να αφήνει ανεξέλεγκτη τη δίψα της επιθυμίας, αντικρίζοντας με αυτάρκεια την πλούσια φύση που τρέφει τα πάντα.
Ενώ επιζητούν τα γεράματα, όταν αυτά έρθουν βαρυγκωμούν και για καμιά κατάσταση δεν έχουν μια σταθερή γνώμη. Οι ηγεμόνες και οι βασιλιάδες μακαρίζουν τους ιδιώτες, οι ιδιώτες ορέγονται τη βασιλεία, οι πολιτευόμενοι ζηλεύουν τους χειροτέχνες επειδή θεωρούν ότι δεν κινδυνεύουν, οι χειροτέχνες από την άλλη ζηλεύουν εκείνους γιατί έχουν δύναμη.
Και τον ίσιο δρόμο της αρετής δεν τον βλέπουν που είναι ομαλός και δεν έχει εμπόδια κι όπου κανείς τους δεν τολμά να μπει. Αντίθετα, παίρνουν τον ανώμαλο και στραβό δρόμο, βαδίζοντας με δυσκολία, γλιστρώντας και παραπατώντας κι οι πιο πολλοί πέφτουν, ασθμαίνοντας σαν να τους κυνηγούν, φιλονικώντας, καθυστερώντας ή προπορευόμενοι.
Δεν βλέπεις ότι ο κόσμος γέμισε από μίσος του ανθρώπου για τον άνθρωπο;
Μετά από αρκετή ώρα συζήτησης ο Ιπποκράτης αποχώρησε ήρεμος. Μόλις συνάντησε τους κατοίκους των Αβδήρων που τον περίμεναν με αγωνία τους είπε: Κάτοικοι των Αβδήρων σας ευγνωμονώ, γιατί μου δώσατε την ευκαιρία να γνωρίσω τον Δημόκριτο, τον πιο σοφό από όλους τους ανθρώπους.