Οι καθημερινές μετακινήσεις μου στο κέντρο της Λάρισας και λίγο παραέξω ελέω σωματικής άσκησης… και κορονοϊού, σε καθημερινή βάση όχι όμως ασκόπως, με πείθουν ότι ο προσανατολισμός στον αστικό χώρο δεν είναι η μοναδική «υπηρεσία» που προσφέρουν οι οδοδείκτες.
Δεν είναι υπερβολή να ισχυριστεί κανείς ότι οι οδοδείκτες δίνουν την αίσθηση της ιστορικής συνέχειας της πόλης στον χώρο και στον χρόνο, από την αρχαιότητα, ή καλύτερα από τη μυθολογία, μέχρι τους χρόνους της Μεταπολίτευσης. Οδός Πλούτωνος, Κίρκης, Ασκληπιού, Περικλέους, Σοφοκλή, Μ. Αλεξάνδρου, Αδριανού, Ανθίμου Γαζή, Βηλαρά, Καλλιάρχου, Κοραή, Κούμα, Κολοκοτρώνη, Μπότσαρη, Φαρμακίδη, Ισχομάχου, Μαρίνου Αντύπα, Βενιζέλου, Παπακυριαζή, Αβέρωφ, Σεφέρη, Παναγούλη, Κύπρου, Εργατικής Πρωτομαγιάς, 23ης Οκτωβρίου, Γαλάτη, 31ης Αυγούστου, Ηρώων Πολυτεχνείου…
Πρόσωπα βγαλμένα από το «πάνθεον» της ελληνικής ιστορίας, των γραμμάτων και των τεχνών, αλλά και άλλα με ξεχωριστό συμβολισμό, ιστορικό ή κοινωνικό, για την πόλη ή την ευρύτερη περιοχή, εμφανίζονται σαν σκιές στις γωνιές των δρόμων μπροστά στο βλέμμα του ανυποψίαστου διαβάτη.
Μια βόλτα στους δρόμους του κέντρου ίσως να αποτελούσε καλή ευκαιρία για τον δάσκαλο να «υποψιάσει» το συνήθως «αμύητο» στο παρελθόν της πόλης ακροατήριό του της σχολικής τάξης. Καιρού επιτρέποντος…, συνθήκη που μάλλον από εδώ και στο εξής θα ικανοποιείται καθημερινά, αλλά κυρίως κορονοϊού επιτρέποντος…, ένας ιστορικός περίπατος εκτός αιθούσης ίσως να απέβαινε αρκετά «λυτρωτικός» για τους μπουχτισμένους από την κλεισούρα του σπιτιού και την ακτινοβολία της οθόνης του υπολογιστή μαθητές. Το άνοιγμα των σχολείων δεν αργεί…
Δεν είναι άλλωστε δείγμα συνειδητοποιημένου πολίτη να διαμένει λ.χ. κανείς στην οδό Γαλάτη και να αγνοεί ότι ο Διονύσιος Γαλάτης ήταν επιφανής επιχειρηματίας που διετέλεσε δήμαρχος της πόλης ή ότι στις 23 Οκτωβρίου 1944 απελευθερώθηκε η πόλη της Λάρισας από τους Γερμανούς, ενώ την 31η Αυγούστου του 1881 έμπαινε στην πόλη από τη φερώνυμη οδό ελευθερωτής ο ελληνικός στρατός.
Επίσης, ο Ιωάννης Παπακυριαζής, το όνομα του οποίου κοσμεί έναν από τους κεντρικότερους δρόμους της Λάρισας, ήταν υπολοχαγός του Ελληνικού Στρατού που διακρίθηκε στον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897 και αργότερα στους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-13. Ο δε Κωνσταντίνος Ισχόμαχος, στρατιωτικός και βουλευτής Λαρίσης στο τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα, έμεινε γνωστός στην ιστορία για το «άδοξο» τέλος του: αυτοκτόνησε στην Αθήνα τον Μάιο του 1888. Άφησε, βέβαια, έντονο το αποτύπωμα της παρουσίας και δραστηριότητάς του στην πόλη, εξ ου και η ονοματοδοσία του σοκακιού κοντά στον ναό του Αγίου Κωνσταντίνου.
Επιτόπιο μάθημα ιστορίας, λοιπόν, σε συνδυασμό με ψυχωφελή περίπατο κάτω από τον λαμπρό ήλιο που «σκάει» κλεφτά και παιχνιδιάρικα ανάμεσα στα κτίρια που σου κόβουν τη θέα… Ξάφνου με την άκρη του ματιού μου συγκρατώ μια φθαρμένη από τον χρόνο πινακίδα που φέρει ένα άγνωστο, τουλάχιστον σε μένα, όνομα: «Οδός Νίκου Βαλιανάτου».
Ποιος να είναι αυτός, αναρωτιέμαι. Μια γρήγορη αναδίφηση στις πηγές του διαδικτύου μού αποκαλύπτει πάραυτα την ταυτότητα του «αγνώστου». Κομμουνιστής, συνδικαλιστής, γραμματέας του Εργατικού Κέντρου Λάρισας. Δολοφονήθηκε στην Ειδική Ασφάλεια Αθηνών στις 9 Αυγούστου 1938. Ένα ακόμη από τα «φαντάσματα» τούτης της πόλης, σκέφτομαι, που ο ταραχώδης βίος του έρχεται να μας υπομνήσει ότι τα πράγματα και εδώ, όπως και αλλού, κατεξοχήν στη Θεσσαλονίκη… ελέω και του πολυδιαβασμένου έργου του διάσημου ιστορικού Mark Mazower… δεν ήταν πάντα ρόδινα.
Αίφνης η μελαγχολική διάθεση, απόρροια των πληροφοριών που εμφανίστηκαν στην οθόνη του κινητού μου για το «τέλος» του Βαλιανάτου… πάει περίπατο. Λίγα τετράγωνα πιο πέρα, διαβάζω ένα ακόμη όνομα, σε μια γωνιά ενός από τους κάθετους στη Γρηγορίου Ε´ δρομίσκους, και αρχίζω να υπομειδιώ: «Οδός Εμμανουήλ Ροΐδου», Ε, ναι, «Ροΐδου» και όχι «Ροΐδη», καταπώς πρέπει σε έναν στυλίστα της καθαρεύουσας…
Συνεχίζω αμέριμνος, αλλά με γρηγορότερο βήμα αυτή τη φορά… Σε λίγο αρχίζει η καθημερινή ενημέρωση Τσιόδρα-Χαρδαλιά. Θέλω να την προφτάσω από την αρχή.
Από τον Βασίλη Πλατή, φιλόλογο-δρα Ιστορίας Α.Π.Θ.