Ωστόσο, δεν πρέπει να αδιαφορούμε για τις εξελίξεις στη βαλκανική μας ενδοχώρα. Η ρήση “εδώ είναι βαλκάνια, δεν είναι παίξε γέλασε” καταδεικνύει την πολυπλοκότητα των προβλημάτων και τη ιδιομορφία της περιοχής.
Το διαπιστώσαμε αυτό, άλλωστε, πρόσφατα με την αποπεμφθείσα υπηρεσιακή υπουργό Εργασίας των Σκοπίων Ρασέλα Μιζράχι που ανήρτησε την πινακίδα “Δημοκρατία της Μακεδονίας” στο υπουργείο της. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η πράξη της σχετίζεται με την προεκλογική αντιπαράθεση που επικρατεί στη γειτονική χώρα ενόψει των εκλογών της 12ης Απριλίου. Το γεγονός αυτό, όμως, είναι χαρακτηριστικό των σαθρών θεμελίων επί των οποίων η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ συνήψε την περίφημη συμφωνία των Πρεσπών και της ρευστότητας που επικρατεί στο γειτονικό μας κράτος. Γιατί, μπορεί με βάση τα συμφωνηθέντα που υπέγραψαν με αδικαιολόγητη ελαφρότητα οι κύριοι Τσίπρας και Κοτζιάς η χώρα αυτή να εισήλθε στο ΝΑΤΟ, αλλά για τα ελληνικά συμφέροντα τίποτε δεν είναι πλήρως κατοχυρωμένο. Το βλέπουμε αυτό συχνά-πυκνά άλλωστε με εκείνο το “μακεδονικό” που συνοδεύει είτε κρασιά είτε φορείς είτε οτιδήποτε άλλο. Και είναι πραγματικά άδηλο το μέλλον, αν οι εκλογές φέρουν τους άτεγκτους εθνικιστές στην εξουσία.
Σε αυτό το πλαίσιο και ενόψει της συνόδου της 26ης Μαρτίου στο Ζάγκρεμπ, άνοιξε εκ νέου από την Κομισιόν το ζήτημα των προενταξιακών διαδικασιών για τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων. Για να ξεπεραστούν οι αντιρρήσεις, κυρίως της Γαλλίας, αλλά και της Ολλανδίας και της Δανίας, προβλέπεται μια ενταξιακή πορεία με αυστηρότερο έλεγχο και χωρίς βέβαιο happy end. Αντιθέτως, θα μπορεί να γίνεται επανέναρξη εξέτασης και των ήδη ολοκληρωμένων τμημάτων διαπραγμάτευσης, στην περίπτωση που η υποψήφια χώρα δεν πληροί τα ισχύοντα κριτήρια.
Η Ελλάδα έχει δημοσίως εκφράσει τη συμφωνία της με την ένταξη των χωρών αυτών της γειτονιάς μας στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Και ορθώς, διότι μόνον μέσω αυτής της προσέγγισης θα ξεπεράσουμε δια παντός τις παθογένειες του παρελθόντος που είχαν μετατρέψει τα Βαλκάνια σε πυριτιδαποθήκη της Ευρώπης. Η ένταξη αυτή, όμως, δεν μπορεί να γίνει χαριστικά, λόγω της πολιτικής υστεροβουλίας κάποιων κρατών. Οι υποψήφιες προς ένταξη χώρες οφείλουν να προσαρμοστούν στις αρχές και στους όρους που ισχύουν για όλα τα κράτη μέλη της Ένωσης. Ως εκ τούτου, λέμε ναι στην προενταξιακή διαδικασία, αλλά η ένταξη θα πραγματοποιηθεί αφού τερματίσουν ολόκληρη τη διαδρομή εκπλήρωσης των κριτηρίων.
Έτσι, όσον αφορά στη Βόρεια Μακεδονία, δεν μπορεί οι γείτονές μας να συνεχίζουν να θέλουν και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο. Και εντός της Ευρώπης και όποιος θέλει, όποτε θέλει να σηκώνει “μακεδονικό μπαϊράκι”. Η Αθήνα πρέπει σε αυτό να είναι κάθετη. Κανείς δεν πρέπει να μας θεωρεί δεδομένους, κι αυτό να το κάνουμε κατανοητό σε όλους, φίλους και μη.
Το ίδιο ακριβώς ισχύει και με την περίπτωση της Αλβανίας, όπου τα φαινόμενα της διαφθοράς και της έλλειψης δημοκρατίας έχουν ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις. Το σημαντικότερο, όμως, όλων είναι το ζήτημα της Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας. Τα Τίρανα οφείλουν να γνωρίζουν ότι στηρίζουμε το αίτημά τους για να ξεκινήσουν το ταξίδι προς την ΕΕ, αλλά αν συνεχιστεί η πολιτική των διακρίσεων και της καταπίεσης κατά των ομογενών μας της Βορείου Ηπείρου, δεν θα φθάσουν ποτέ στον απάνεμο λιμένα της Ευρώπης. Η ευρωπαϊκή Αλβανία προϋποθέτει τον απόλυτο σεβασμό των δικαιωμάτων της μειονότητας, της ζωής, της ελευθερίας και της περιουσίας των μελών της.
Λόγο, επίσης, οφείλουμε να έχουμε και για τις υπόλοιπες υπό ένταξη χώρες των Δυτικών Βαλκανίων: τη Σερβία, το Μαυροβούνιο και τη Βοσνία Ερζεγοβίνη. Οι ιστορικοί δεσμοί που μας ενώνουν με τους λαούς της περιοχής αυτής είναι πολύ ισχυροί για να μένουμε απλοί παρατηρητές. Εξάλλου, κάθε εξέλιξη που συμβαίνει εκεί μας αφορά και μας επηρεάζει άμεσα. Γι’ αυτό και είναι προς το συμφέρον μας να κερδίσουν τη θέση τους εντός της ΕΕ. Επιπλέον, ως Έλληνες όσο και ως Ορθόδοξοι, δεν μπορεί να μην μας ανησυχεί η αναταραχή που έχει ξεσπάσει στο Μαυροβούνιο με αφορμή τον νόμο περί θρησκευτικών κοινοτήτων και τις παρασκηνιακές προσπάθειες για δημιουργία αυτοκέφαλης εκκλησίας στην ιστορική αυτή χώρα. Όσα συμβαίνουν εκεί προκαλούν μια ακόμη πληγή στο σώμα της Ορθοδοξίας και, εκτός των άλλων, δεν συνάδουν με μια χώρα που θέλει να ενταχθεί στην ΕΕ.
Συμπερασματικά επαναλαμβάνουμε ότι η Ελλάδα οφείλει να είναι παρούσα δυναμικά στη νέα βαλκανική πραγματικότητα που διαμορφώνεται γιατί αυτό επιτάσσει, πρωτίστως, το εθνικό συμφέρον. Η κυβέρνηση της ΝΔ και το αρμόδιο υπουργείο Εξωτερικών ήδη κινούνται σοβαρά και υπεύθυνα προς αυτήν την κατεύθυνση.
Από τον Μάξιμο Χαρακόπουλο