Πολλές από αυτές τις προσδοκίες, ωστόσο, ανήκουν στη σφαίρα του φανταστικού, γιατί τα παιδιά είτε δεν προσπαθούν όσο πρέπει είτε δεν διαθέτουν τις ανάλογες δεξιότητες.
Η αλήθεια είναι ότι ο εκπαιδευτικός μετατρέπεται συχνά σε «εξιλαστήριο θύμα», καθώς πάνω του ξεσπά η «μήνις» του γονέα, σε αρκετές περιπτώσεις «δι’ ασήμαντον αφορμήν». Έτσι, αρκετά συχνά όταν ο μαθητής εμφανίζει χαμηλή επίδοση σε κάποιο μάθημα, οι γονείς στρέφονται εναντίον του εκπαιδευτικού, στον οποίο καταλογίζουν ανεπάρκεια ή αδιαφορία.
Από την άλλη πλευρά, η τυχόν «θεμιτή» και προσδοκώμενη πρόθεση του εκπαιδευτικού να αποτυπώσει αντικειμενικά την επίδοση του μαθητή προσλαμβάνεται από τους γονείς ως δυστροπία και δείγμα αντιπαιδαγωγικής συμπεριφοράς.
Πράγματι, η συμπεριφορά κάποιων γονέων προς τους εκπαιδευτικούς χαρακτηρίζεται από αμετροέπεια ή υπερβολή. Αυτό δε σημαίνει βέβαια ότι όλοι οι εκπαιδευτικοί επιτελούν με επάρκεια και ευσυνειδησία το διδακτικό και παιδαγωγικό έργο που τους έχει αναθέσει η πολιτεία. Υπάρχουν και οι εξαιρέσεις...
Σε αυτή την αμφίδρομη σχέση εκπαιδευτικού-γονέα, μερικές φορές «τρικυμιώδη», ο εκπαιδευτικός οφείλει να επιδεικνύει τη μεγαλύτερη κατανόηση από τους δύο.
Να κατανοεί, για παράδειγμα, την αγωνία και την ανασφάλεια του γονέα για την πρόοδο και την επαγγελματική αποκατάσταση του βλαστού του, να κατανοεί την υπερπροστατευτικότητα και τον ναρκισσισμό που είναι ριζωμένα στα «έγκατα» της παραδοσιακής ελληνικής οικογένειας ή ακόμη και την ανησυχία του πατέρα ή της μάνας για τη δική του επαρκή και σταθερή υποστήριξη του παιδιού του. Άλλωστε οι σχολές γονέων στη χώρα μάλλον σπανίζουν ή αντιμετωπίζονται με προκατάληψη.
Ο εκπαιδευτικός, λοιπόν, οφείλει να υπερασπίζει τον εαυτό του και το έργο του, όταν δέχεται άδικες και μερικές φορές αήθεις επιθέσεις από τους γονείς. Να τους υποδεικνύει «με τον τρόπο του» ότι η προσωπικότητα του ευσυνείδητου δασκάλου δεν χειραγωγείται από την επιθετική συμπεριφορά του γονέα, απόρροια, σε κάποιες περιπτώσεις, της απαξίωσης του διδασκαλικού επαγγέλματος-λειτουργήματος. Ο δάσκαλος δεν είναι «υπηρέτης χιλίων αφεντάδων»...
Από την άλλη πλευρά, ο δάσκαλος, με νηφαλιότητα και όχι επικριτική διάθεση, υπομιμνήσκει στον γονέα το δικό του μερίδιο ευθύνης και προσπαθεί να τον ευαισθητοποιήσει περισσότερο με την παραδοχή ότι τα περιθώρια που έχει εκείνος για παρέμβαση και τροποποίηση της συμπεριφοράς του παιδιού είναι πολύ μεγαλύτερα από εκείνα του δασκάλου.
Επιπλέον, επισημαίνει στον γονέα τον ευτελισμό της βαθμολογικής επίδοσης σε σχεδόν συμβολικού χαρακτήρα «τελετουργία» που επιβάλλεται από τους κανόνες λειτουργίας της σχολικής μονάδας, καθώς και την επιτακτική ανάγκη ειλικρινούς συνεργασίας και επικοινωνίας εκπαιδευτικού-γονέα για την πρόοδο του παιδιού.
Είναι γεγονός ότι η συμπεριφορά των γονέων, κυρίως μέσα στην κρίση, προς τους εκπαιδευτικούς δεν ήταν πάντοτε η αρμόζουσα. Συχνά μάλιστα ξεπερνούσε κάποια «εσκαμμένα» και επιβάρυνε έτι περαιτέρω την ψυχολογία των εκπαιδευτικών. Οι συνθήκες της κοινωνίας που έχουν διαφοροποιηθεί τα τελευταία χρόνια και συμπαρασύρει σε αρκετές περιπτώσεις και τη συμπεριφορά των γονέων προς εκπαιδευτικούς.
Γι’ αυτό οι τελευταίοι είναι σκόπιμο να δείχνουν ενσυναίσθηση και να επιστρατεύουν τη λογική και την υπομονή τους όποτε χρειαστεί ώστε να αμβλύνουν τις αντιθέσεις. Μερικές φορές άλλωστε και κάποια «μεγάλα παιδιά» απαιτούν ειδικούς χειρισμούς και χρήση αποτελεσματικών παιδαγωγικών μεθόδων και μέσων νουθεσίας...
Από τον Βασίλη Πλατή, φιλόλογο-Δρ. Ιστορίας Α.Π.Θ.