Του Ηλία Κανέλλη
Μια εποχή τελείωσε, μια νέα εποχή δεν έχει αρχίσει. Η χώρα θα συνεχίσει για καιρό να κινείται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Για να οδηγηθούμε εδώ, η συμβολή της κυβέρνησης Τσίπρα είναι τεράστια. Προφανώς, δεν είναι μόνο ο πρωθυπουργός που ευθύνεται για τη σημερινή κατήφεια και αβεβαιότητα. Πολλές και πολλοί έβαλαν το χεράκι τους. Τρία, όμως, πρόσωπα πρωτοστάτησαν για να βρεθεί η χώρα στα βράχια. Ας δούμε τη συμβολή τους.
***
Εν αρχή ην η τάση του πρώην, πλέον, υπουργού Ανάπτυξης κ.λπ., Παναγιώτη Λαφαζάνη, και της ομάδας του, του Αριστερού Ρεύματος. Πρώην ΚΚΕ, νοσταλγός της Σοβιετικής Ένωσης και οπαδός του κρατισμού, με την έναρξη της θητείας του επιχείρησε να στραγγαλίσει μια από τις ελάχιστες παραγωγικές επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα, την Ελληνικός Χρυσός, στη Χαλκιδική. Απέτυχε, διότι αντέδρασαν δυναμικά (και κόσμια, σε αντίθεση με το κύμα οργισμένων και «αγανακτισμένων» του λεγόμενου αντιμνημονιακού αγώνα) οι εργαζόμενοι, με δύο υποδειγματικές κινητοποιήσεις στην Αθήνα. Έκτοτε, αφού αποφάσιζε τα αντίθετα απ’ ό,τι διαπραγματευόταν η κυβέρνησή του στις Βρυξέλλες, το όνομά του ενεπλάκη σε ένα πραξικόπημα της δραχμής (ή πραξικόπημα του φραπέ), που αν αληθεύει περιείχε και εισβολή στο Νομισματοκοπείο. Η άρνησή του να υπερψηφίσει το Μνημόνιο, που υπέγραψε ο Αλέξης Τσίπρας, συνοδεύεται από μια μεθόδευση ελέγχου του κόμματος – ή έστω μεγάλου μέρους του ενόψει της επικείμενης διάσπασης.
Σημαντική ισχύ απέκτησε, ως εκ της θέσεώς της και του ιδιότυπου τρόπου άσκησης του αξιώματός της, η πρόεδρος της Βουλής, Ζωή Κωνσταντοπούλου. Αυταρχική, κομματική και χωριστική, προσβλητική προς συναδέλφους της, προς κόμματα και ολόκληρες ιδεολογίες, εξαρχής έκανε δυο κινήσεις: έλεγξε την τηλεόραση της Βουλής προκειμένου να προβάλλει την ίδια αλλά και τις επιλογές της και επένδυσε την πολιτική της ταυτότητα στην περιοχή μιας δεισιδαιμονίας την οποία για καιρό ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πολέμησε επειδή τον βόλευε. Κάλεσε έναν Βέλγο καθηγητή, ο οποίος είχε ασχοληθεί με το χρέος του Ισημερινού, τον Ερίκ Τουσέν, για να επαναλάβει τα πειράματά του διαγραφής του χρέους του Ισημερινού το 2008. Όπως σημείωνε ο Γιώργος Προκοπάκης, η κατάσταση της Ελλάδας είναι εντελώς διαφορετική: «τα νούμερά μας είναι αστρονομικά (κάπου 150 φορές το εξωτερικό χρέος του Ισημερινού του 2008), το έλλειμμά μας 10,5% (έναντι 2%), οι δανειστές μας δεν είναι τα hedge funds των αναδυόμενων αγορών που έχουν συνηθίσει να καταγράφουν ζημίες για το τεράστιο επιτόκιο που απολαμβάνουν, εκτός από τον τουρισμό (μια και η ναυτιλία δεν τα πάει και πολύ καλά) δεν υπάρχει σοβαρή πηγή εσόδων από εξαγωγές, οι τράπεζές μας, φορτωμένες ελληνικά ομόλογα, είναι στον αναπνευστήρα της ΕΚΤ, η συμμετοχή μας στην ΕΕ και την ΟΝΕ κάνει απαγορευτική κάθε σκέψη “επιθετικού κουρέματος”...». Κι όμως, παρ’ όλα αυτά, η επιτροπή έβγαλε πόρισμα, σύμφωνα με το οποίο οι εταίροι μάς χρωστάνε κι από πάνω! Ζωή χαρισάμενη. Κι ύστερα, μετά την υπογραφή του Αλέξη Τσίπρα, εκείνη προσπάθησε μέσω των κοινοβουλευτικών διαδικασιών, να υπονομεύσει τη ρεαλιστική επιλογή της κυβέρνησης. Ισχύς της, αυτή τη στιγμή, η αδυναμία του πρωθυπουργού να κυριαρχήσει στο κόμμα του.
Ο τρίτος κι ο καλύτερος είναι ο (ουάου) πρώην υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης. Φωτογενής, ιδιότυπος, ασαφής ως προς τους στόχους του, επελέγη λόγω της ιδιότητάς του ως οικονομολόγου με διεθνή φήμη και, όπως λένε οι κακές γλώσσες, για τα καλά αγγλικά του. Τα ξένα ΜΜΕ τον αντιμετώπισαν ως μιντιακό φαινόμενο. Είναι ο εμπνευστής της αποτυχημένης διαπραγμάτευσης, που παρ’ ολίγον να οδηγήσει Ελλάδα και Ε.Ε. σε ρήξη. Το χθεσινό δημοσίευμα της «Καθημερινής», ότι σχεδίαζε ένα δικό του πραξικόπημα της δραχμής (πραξικόπημα του φρέντο, αυτό), είναι εντυπωσιακό, αλλά και χωρίς πραξικόπημα η ζημιά που υπέστη η χώρα από το πέρασμά του είναι τρομακτική. Αλίμονο.
***
Λίγες βδομάδες πριν από ένα ταραγμένο φθινόπωρο, το ευτύχημα είναι ότι η χώρα για την ώρα γλίτωσε τα χειρότερα. Μπροστά μας, όμως, είναι τρομακτικά μέτρα και πολύ δύσκολες μεταρρυθμίσεις. Θα μπορέσει να τις υλοποιήσει μια οποιαδήποτε κυβέρνηση Τσίπρα, με στελέχη που δεν πιστεύουν σ’ αυτές;
Ο Τσίπρας, όσο περνάει ο καιρός, μου θυμίζει τον Φαίδωνα Γκιζίκη, τον τελευταίο χουντικό πρόεδρο που έγινε η γέφυρα για να έλθει στη χώρα ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, να επιστρέψουν οι πολιτικοί και να συντελεστεί ομαλά η μεταπολίτευση (με όλες φυσικά τις ιστορικές αναλογίες μεταξύ προσώπων και περιόδων...). Κι εκείνος, κι αυτός, βρέθηκαν να διευθύνουν μια ενδιάμεση κατάσταση με αβέβαιη έκβαση. Τότε όμως, υπήρχε ορατός ο από μηχανής θεός, ήταν ο Καραμανλής. Κατά τη γνώμη μου, και παρά τη δημοτικότητα που απολαμβάνει, ο Τσίπρας θα παραμείνει Γκιζίκης, δεν μπορεί να παίξει το ρόλο του Καραμανλή. Έχει πει πολλά ψέματα κι έχει υποθάλψει διάφορες ιδεοληπτικές «τρέλες», ενώ τα τρία πρόσωπα που παραπάνω αναλύσαμε, και αρκετά ακόμα, θα τον ροκανίζουν σιγά σιγά.
Το οποίο σημαίνει πως, αν η χώρα καταφέρει να πορευτεί από δρόμους ομαλότητας, θα χρειαστεί έναν άλλον ηγέτη, που θα υποσχεθεί πορεία μέσα από αίμα, δάκρυα κι ιδρώτα προς μια νέα πραγματικότητα. Μην σπεύσετε να πείτε ότι τέτοιο πρόσωπο δεν υπάρχει. Απλώς, σφίξτε τα δόντια, μάθετε να περιμένετε και, αν μπορείτε, κάνετε ό,τι περνάει από το χέρι σας να μείνουμε στην Ε.Ε. Μόνο τότε, όλα όσα ζούμε σήμερα κάποια στιγμή θα φαντάζουν σαν κακό όνειρο.