Με τον άχρωμο «Πάκη» και τον αμήχανο Τσίπρα να δέχονται μπάντες φουστανελάδων, μακεδονομάχων ή κρητικών βρακοφόρων στο «Προεδρικό» και στο «Μαξίμου» και τον Κούλη να κάνει σκι στο... Μέτσοβο δεν βγαίνει εφημερίδα – παρ’ εκτός κι αν του πέσει καμιά χιονοστιβάδα στο κεφάλι – μια κακοτυχία πάντα τους έδερνε έτσι κι αλλιώς τους Μητσοτάκηδες.
Κάπως έτσι – το καταλαβαίνετε κι εσείς- οι αρχισυντάκτες που έχουν την ευθύνη του φύλλου καταφεύγουν στους... απολογισμούς. Άμα βλέπεις λ.χ. θέματα του στυλ «Όλα όσα έγιναν το 2018», είναι σα να σου λένε «αναγνώστη μου, δεν παίζει τίποτε από ειδήσεις», οπότε, κάτσε να σου σερβίρω το χτεσινό ξαναζεσταμένο φαΐ που το ’χω και σε ηλεκτρονικό αρχείο πια. Οπότε, με ένα copy –paste βγάζεις μεροκάματο και πας και σπιτάκι σου νωρίς.
Λοιπόν, δεν το έκανα ποτέ. Όσο κι αν με κυνήγησαν οι αρχισυντάκτες, αρνήθηκα να γυρίσω πίσω. Δεν ήταν πείσμα, δεν ήταν παραξενιά. Μια αόρατη δύναμη ήταν που με εμπόδιζε και ένας χαρακτήρας που έχει μάθει να αφήνει πίσω τα παλιά και να επιστρέφει σ’ αυτά μόνο επιλεκτικά. Σαν τη μέλισσα, από το παρελθόν, αξίζει κανείς να βοσκά μόνο τις γλυκές στιγμές. Τις πίκρες και τις στενοχώριες βάλτες –όσο γίνεται- στην μπάντα. Και προχώρα. Αλλιώς δεν βγαίνει.
Από αύριο λοιπόν τα ημερολόγια θα γράφουν 2019. Οι υπολογιστές, τα κινητά μας, τα ηλεκτρονικά ρολόγια, όλα θα ρυθμιστούν αυτόματα, σε όλες τις γωνιές του πλανήτη στο πλαίσιο του παγκόσμιου συστήματος καταμέτρησης του χρόνου. Δεν χρειάζεται πια να τρέχεις στον πλανόδιο μικροπωλητή να αγοράσεις «Ημερολόγιο τοίχου» να το κρεμάσεις στην κουζίνα και να το ξεφυλλίζεις κάθε πρωί σαν ξυπνάς. Αυτό το κάνουν πια οι 80χρονες μανάδες και γιαγιάδες μας που αγοράζουν τέτοιου είδους ημερολόγια από τα παγκάρια των εκκλησιών «προς ενίσχυση του φιλόπτωχου ταμείου του Ιερού Ναού». (Παρένθεση: εξακολουθώ ωστόσο να παραμένω «φαν» των ημερολογίων τοίχου με κείνα τα... απίστευτα ερωτικά στιχάκια του τύπου: «Τα μακαρόνια που ’φαγα, όλα θα τα ενώσω, να γίνουν σιδηρόδρομος να ’ρθω να σ’ ανταμώσω». Αλλά, βλέπεις, και η... ποίηση περνά κρίση στις μέρες μας).
Δεν περνά κρίση όμως η πρωτοχρονιάτικη κίνηση στη Λάρισα. Βγαίνει ο κόσμος στα μαγαζιά. Έχει δεν έχει, όλο και κάνει το κουμάντο του για κανένα δωράκι, φτηνό έστω. Ειδικά στα πολυκαταστήματα εκείνα που βρίσκεις φτηνιάρικα «κινεζουά» ρούχα, οι ουρές στα ταμεία συναγωνίζονται αυτές των Τραπεζών. Με ένα δεκαρικάκι «χτυπάς» ένα μπλουζάκι και... «όξω απ’ την πόρτα» ο μικρός Κωστάκης, η μικρή Αννούλα, όλο το οικογενειακό τσούρμο γενικώς, υιοί, θυγατέρες κι ανίψια. (Είπα «θυγατέρες». Πού την θυμήθηκα –άραγε - αυτή τη λέξη; Πόσα χρόνια είχα να την χρησιμοποιήσω; Αχ, χρόνε, χρόνε! Πόσες και πόσες λέξεις δεν έχουν γίνει πολτός στη μηχανή σου και χάθηκαν, πήγαν και κρύφτηκαν οριστικά στις σελίδες των λεξικών, κι εκεί θα μείνουν για πάντα;).
Φτηνά δωράκια. Αυτά είναι τα νέα ήθη και είναι παγκόσμια. Αυτά μπορούν οι νεόπτωχοι στην Ευρωπαϊκή Ένωση της «δημοσιονομικής πειθαρχίας της Μέρκελ που φεύγει και της Καρενμπάουερ που έρχεται, κι αυτά προσφέρουν. Τα ακριβά δώρα με τα οποία μεγαλοπιανόταν κάποτε η ελληνική μεσαία τάξη, αυταπατώμενη πως έτσι αποκτούσε... μεγαλοαστικό λούστρο, δεν υπάρχουν πια. Δεν νομίζω ότι θα ξαναδώ ποτέ νομίζω στο πρωτοχρονιάτικο οικογενειακό τραπέζι, κει, πάνω στην αλλαγή του χρόνου, έναν νεόπλουτο συγγενή μου να βγάζει πάντα ένα χρυσό δακτυλίδι και να το χαρίζει επιδεικτικά στη γυναίκα του, που προσερχόταν πάντα στο ρεβεγιόν φορώντας μια ακριβή βιζόν γούνα. (Τότε οι φιλοζωικές οργανώσεις δεν είχαν αναλάβει δράση και οι γούνες ήταν ακόμη δείγμα κοινωνικής ανόδου όχι στοιχείο καρακιτσαριού).
Γενικά, παρά τη φτώχεια που έχει πέσει διεθνώς, καθώς οι Κινέζοι με τα χαμηλά τους μεροκάματα μάς παρασύρουν προς το μέρος τους παρά εμείς αυτούς προς το δικό μας, γινόμαστε ένας καλύτερος κόσμος. Βλέπεις ας πούμε στη Λάρισα να κυκλοφορούν μετανάστες από τον αραβικό κόσμο. Κάποτε μετανάστης σήμαινε φτώχεια, πείνα, κατατρεγμός. Σήμερα καταφέρνουν να έχουν ακριβά κινητά και να επικοινωνούν με τους δικούς τους, διασκορπισμένους ένας Θεός ξέρει σε ποια άλλα σημεία της Ευρώπης. Μπορούν ακόμη, εδώ, στις προσωρινές πατρίδες της διασποράς τους, να μπαίνουν στα μαγαζιά και να ψωνίζουν, στα καφέ και να απολαμβάνουν μια ζεστή σοκολάτα μαζί με το τσούρμο των παιδιών τους – διότι ο αραβικός κόσμος και στην κακουχία του γεννά παιδιά, δεν περιμένει να «τακτοποιηθούν» τα πάντα.
Αυτός ο καλύτερος νέος κόσμος γεννιέται και εξελίσσεται καθημερινά. Όχι βέβαια στις μεγαλόστομες διακηρύξεις των ηγετών και στα τετριμμένα παιχνίδια της παγκόσμιας γεωπολιτικής κυριαρχίας. Ποιος ενδιαφέρεται πια αν αυτός ο τρελάρας ο Τραμπ μείνει ή φύγει από τη Μέση Ανατολή; Μια ζωή τα ίδια. Ο νέος κόσμος γεννιέται στα εργαστήρια, όπου οι Αμερικανοί μπόσηδες έχουν «χώσει» τα πιο έξυνα μυαλά του πλανήτη – Κινέζους, Ινδούς, Έλληνες και τόσους ακόμη γόνους αρχαίων πολιτισμών. Τους αμείβουν καλά και όλοι μαζί, συνεργαζόμενοι, παράγουν τεχνολογία και συναισθηματική νοημοσύνη. Έτσι, μέσα σε ελάχιστα χρόνια, από τα «σμαρτ τηλέφωνα» (που μόνο ψυχανάλυση δεν σου κάνουν ακόμη) έχουμε πλέον «σμαρτ» αιρκοντίσον, «σμαρτ» ρολόγια, ακόμη και... «σμαρτ» ψυγεία – δεν μιλάω για σμαρτ τηλεοράσεις, αυτό πια είναι η... «αλφαβήτα». Βέβαια όσο πιο πολλές «σμαρτ» συσκευές προκύπτουν, τόσο λιγότερο «σμαρτ» καταλήγουν οι άνθρωποι. Όμως, για τη δικαιοσύνη του πράγματος πρέπει να πούμε πως με το σμαρτ τηλέφωνο δεν χάνομαι ποτέ στον δρόμο, όπου κι αν βρεθώ, έχω στο χέρι αμέσως όποια πληροφορία χρειάζομαι, από το τηλεφωνικό νούμερο της κοντινής χασαποταβέρνας μέχρι την ηλικία της «απόλυτης Ελληνίδας σταρ» Βίσση. Άσε που πολλά βράδια, οπότε στο σπίτι τίθεται το κλασικό, το αέναο το εναγώνιο ερώτημα «έχει τίποτε να τσιμπήσουμε», αρκούν μερικά «τσίκι- τσίκι στο κινητό για να σου φέρουν μια λαχταριστή πίτσα - «βετζετέριαν» πάντα, που ξεπλένει και τις ενοχές σου για τις θερμίδες- ενώ ο Νεάντερνταλ πρόγονός σου, για να χορτάσει, έπρεπε να πάρει επ’ ώμου το ρόπαλο και να ροβολήσει κατά τα βουνά και τα ρουμάνια μπας και περάσει κανένα μαμούθ και το «ξαπλώσει» να ’χει να τρώει αυτός και τα νεαντερνταλάκια του για κάνα μήνα.
Οι δείκτες του καθόλου «σμαρτ» ρολογιού στον τοίχο πλησιάζουν όλο και πιο πολύ προς το 2019. Κι εκεί αρχίζουν οι αφαιρέσεις:
- Ρε, συ, είπα απευθυνόμενος στον αστυνομικό συντάκτη, άμα με πατήσει αύριο κανένα λεωφορείο στη Μεγάλου Αλεξάνδρου πόσο χρονών θα γράψεις ότι ήμουνα ο μακαρίτης;
- Νααα, από το 2019 θα αφαιρέσω το έτος γέννησης. Αλήθεια πότε είσαι;
- Ναι καλά μην σου πω… Όσο δείχνω αγόρι μου, όσο δείχνω. Άιντε, «Καλή χρονιά» να έχουμε.
ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΛΕΣΗΣ
alexiskalessis@yahoo.gr