Πράγματι, μόλις είχε τελειώσει την καλύβα, την δεύτερη κιόλας ημέρα, ένας κεραυνός έκαψε την καλύβα του και την έκανε στάχτη. Ο ναυαγός που πρώτα δόξασε τον Θεό για τη σωτηρία του, τώρα αναλύθηκε σε δάκρυα. Γιατί Θεέ μου, άρχισε να λέει, και να παραπονιέται για την καταστροφή. Κι ενώ η απελπισία πλημμύριζε την καρδιά του, άκουσε από το πέλαγος το σφύριγμα ενός καραβιού. Σε λίγο μια βάρκα ήταν στην παραλία. Πώς με βρήκατε σε τούτη την ερημιά, τους ρώτησε. Είδαμε, του είπαν, το σινιάλο του καπνού από τη φωτιά που άναψες. Όταν βλέπεις τα όνειρα, τις επιδιώξεις και τα έργα σου, κάποιες φορές να γίνονται στάχτη κι αποκαΐδια μην απελπίζεσαι. Γιατί στ' αλήθεια, τοις αγαπώσαι τον Θεόν και προσεύχεσαι για τον Θεόν που τα συνεργεί εις αγαθόν.
* Νικόλαος Σισκόπουλος, μέλος Α' ΚΑΠΗ