Κι ‘αυτό ισχύει και για μας στη σημερινή τυρανική κοινωνική και εθνική μας διαδρομή. Η οποία θα επεφύλασσε χειρότερες καταστάσεις, αν ήμασταν μόνοι.
Η πίεση και το στριμωξίδι που θα δεχόμασταν απ’ όλα τα σημεία του ορίζοντα και ιδιαίτερα από ανατολάς θα ήταν ασυγκρίτως μεγαλύτερα με δραματικές επιπτώσεις στην πορεία των εθνικών μας ζητημάτων.
Είναι όμως η υποστήριξη στην επίλυση των εθνικών και κοινωνικών μας προβλημάτων αυτή που εμείς θέλουμε; Μπορεί η υπάρχουσα συμμαχική και Ευρωπαϊκή αλληλεγγύη να δώσει λύσεις στα διαχρονικά και σοβαρά μας θέματα; Είναι δυνατόν το σκληρό δίκτυ προστασίας που μας επεβλήθη να μας βγάλει απ’ το βάλτωμα στο οποίο βρισκόμαστε; Υπάρχει προοπτική για γρήγορη ανάπτυξη και ευημερία;
Ασφαλώς όχι με τα υπάρχοντα παραγωγικά και οικονομικά δεδομένα. Θα ήμασταν όμως πολύ χειρότερα, αν επιλέγαμε την οδό της μοναχικής μας πορείας. Γιατί ο δρόμος αυτός θα ήταν ο πλέον καταστροφικός. Σ’ όλα τα πεδία της κρατικής και εθνικής μας οντότητας. Όμως για να είμαστε σωστοί κι‘ ακριβοδίκαιοι και τώρα δεν είμαστε καλά. Γιατί δεν υπάρχει η αμεσότητα στην υποστήριξη της δίκαιης επίλυσης των εθνικών και κοινωνικών μας πραγμάτων. Κι’ αυτή η στασιμότητα ενθαρρύνει τις επεκτατικές ορέξεις της Τουρκίας στο Αιγαίο και στην Κύπρο, καλλιεργεί την ανυποχώρητη στάση των Σκοπιανών στο ζήτημα της ονομασίας του κρατικού τους μορφώματος…
Εκείνο, όμως που καίει και σκοτώνει το μέλλον της πατρίδας μας είναι η ανεργία. Και περισσότερο των νέων μας. Η οποία άνοιξε και πάλι το δρόμο της ξενιτιάς. Της σωτήριας αλλά και πολύ οδυνηρής για τη βιολογική τους ύπαρξη. Ένα μείζον πρόβλημα που είναι ντροπή να ενδημεί στο χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η οποία θέλει να χαρακτηρίζεται ως η πολιτισμικότερη και δημοκρατικότερη δύναμη του κόσμου. Μεσ’ στην οποία κυριαρχούσες αξίες πρέπει να είναι: η προστασία, η υποστήριξη, η αλληλεγγύη… Αντ’ αυτών επιβάλλονται τα συμφέροντα των ισχυρών του χρήματος. Τα οποία περιβαλλόμενα με τον μανδύα της εξόδου απ’ την κρίση και της ανάπτυξης ουσιαστικά επιδιώκουν την είσπραξη στο πολλαπλάσιο των τοκογλυφικώς δανεισθέντων… Κι’ όλα αυτά με την αποτρόπαια μέθοδο της διαρκούς οικονομικής μέγγενης. Εναντίον εκείνων- όπως είναι και η πατρίδα μας- οι οποίοι είχαν την τύχη να διολισθήσουν δημοσιονομικά. Μετατρέποντας έτσι τη χώρα μας σε κρανίου κόπο.
Ως έλληνας και ως ευρωπαίος πολίτης αισθάνομαι ντροπή και άλγος για όλα αυτά που βιώνει σήμερα η πατρίδα μου. Γιατί κάποιοι στο Ευρωπαϊκό μας περιβάλλον έχουν ταυτίσει, για το δικό τους συμφέρον, τον πολιτισμό και τη δημοκρατία με την ανεργία, τη φτώχεια και τη δυστυχία. Και μάλιστα εναντίον ενός ολόκληρου λαού ο οποίος υπήρξε ο δοτήρας και ο θεμελιωτής των αξιών του ευρωπαϊκού πολιτισμού.
Ένας πολιτισμός που στον ηθικό και πνευματικό του χαρακτήρα δεν συνάδει: με την μάστιγα της ανεργίας, την ουσιαστική έλλειψη αλληλεγγύης, την απουσία ικανών και ανθρώπινων μέτρων ανόρθωσης της οικονομίας και την μη ύπαρξη αισιοδοξίας και δημιουργίας επενδυτικού κλίματος. Του μόνου δυνατού να σταματήσει την αδιάκοπη ροή της μετανάστευσης. Η οποία αφαιρεί από τον τόπο μας το αναπαραγωγικό του δυναμικό. Το μεγαλύτερο ποσοστό του οποίου είναι νέοι πτυχιούχοι ανωτάτων σχολών. Που σταδιοδρομούν μακριά απ’ την αγαπημένη τους πατρίδα κι’ από της μάνας τους την αγκαλιά…
Από τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι η οικονομική και κοινωνική πολιτική της ευρωπαϊκής ένωσης είναι αποτυχημένη. Αφού δεν μπορεί να δώσει λύση στο πρόβλημα της ανεργίας στο σύνολό του. Αυτό είναι δυνατόν να πυροδοτήσει ανεξέλεγκτες κοινωνικές εκρήξεις και διαλυτικές συμπεριφορές…
Εμείς, πάντως, παρά το Γολγοθά μας εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι μέσα απ’ την ευρωπαϊκή ένωση μπορούμε να βρούμε το δρόμο της ανάπτυξης και της προόδου. Φτάνει μόνο να το θέλουμε και να το επιδιώκουμε. Όμως μόνον αυτό δεν είναι αρκετό. Χρειάζεται και η ευρωπαϊκή υποστήριξη. Η οποία όμως πρέπει να είναι τέτοια, ώστε να δημιουργεί όλες τις προϋποθέσεις εξάλειψης της ανεργίας και της φτώχειας. Κι’ αυτό θα γίνει μόνον με την εργασία που απαιτεί επενδύσεις και ανάπτυξη. Έτσι θα μπορέσουμε να κλείσουμε τον δρόμο του ξενιτεμού των νέων μας και ν’ ανοίξουμε αυτόν της απασχόλησης όλων των Ελλήνων.
Του Κων/νου Τσιρονίκου