Πατριωτισμός και εθνικά θέματα

Δημοσίευση: 20 Ιαν 2018 16:39

Η κυβέρνηση του Θεόδωρου Δηλιγιάννη, αφού απέρριψε τη διακοίνωση των Μεγάλων Δυνάμεων για το καθεστώς που θα ίσχυε για την Κρήτη, ενέπλεξε -εξαιτίας αυτού- την Ελλάδα στον λεγόμενο ατυχή πόλεμο του 1897 με τα γνωστά αποτελέσματα.

Ως εκ τούτου, οι τότε κυβερνήτες, επιδιώκοντας έναν μείζονα εθνικό στόχο -την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα- είναι αυτονόητο ότι είχαν πατριωτικά κίνητρα. Εκ των πραγμάτων, όμως, απεδείχθησαν ανεπαρκείς -τουλάχιστον- στο να διαχειριστούν επιτυχώς αυτό το εθνικό ζήτημα.

Ένα τέταρτο του αιώνα αργότερα, οι πολιτικοί (και στρατιωτικοί) ηγέτες που –κακώς- εκτελέστηκαν ως υπαίτιοι της μικρασιατικής καταστροφής είναι περισσότερο από βέβαιο πως επίσης αγαπούσαν την πατρίδα τους. Κέρδισαν, όμως, την κυβερνητική εξουσία από τον Ελ. Βενιζέλο, στις κρίσιμες εκλογές του 1920, με το λαϊκιστικό «οίκαδε» και σε συνθήκες εθνικού διχασμού. Στη συνέχεια αγνόησαν την προειδοποίηση των Συμμαχικών Δυνάμεων και επανέφεραν με δημοψήφισμα τον Κωνσταντίνο τον Α΄. Συνεπώς, πατώντας στο σαθρό έδαφος του λαϊκισμού, του διχασμού, μη λαμβάνοντας υπόψη τις διεθνείς ισορροπίες, όντας αφελώς υπεραισιόδοξοι κι αφού αποστράτευσαν έμπειρους αξιωματικούς οδήγησαν τα πράγματα εκεί που όλοι γνωρίζουμε.

Είκοσι περίπου χρόνια αργότερα, η ηγεσία της τότε Αριστεράς, με αισθήματα ισχυρής πατριωτικής παρόρμησης, πρωτοστάτησε στην οργάνωση της απαράμιλλης Εθνικής Αντίστασης ενάντια στις κατοχικές δυνάμεις. Στη συνέχεια, όμως, αρνήθηκε να συμπεριλάβει στις αναλύσεις της το μοίρασμα του κόσμου σε ζώνες επιρροής και θεωρώντας άδικο το να μη μετέχει στη διακυβέρνηση της απελευθερωμένης χώρας οδηγήθηκε σε τραγικά λάθη. Θέτοντας δηλαδή ως προτεραιότητα την ιδεολογία και το κόμμα έπεσε στην παγίδα της «σαλαμοποίησης» των εξελίξεων όπως αυτές δρομολογήθηκαν από τον λεγόμενο διεθνή παράγοντα σε συνεργασία με τις εγχώριες αστικές δυνάμεις. Συνέπεια: εμφύλιος, ήττα και μία ακόμη καταστροφή της πατρίδας που τόσο αγαπάμε. Ο καθείς, βέβαια, με τον τρόπο του.

Είκοσι πέντε χρόνια μετά τη λήξη του εμφυλίου έπεφτε το δικτατορικό καθεστώς στην Αθήνα υπό το βάρος των εξελίξεων στην Κύπρο. Ο -εκ των πρωτεργατών της απριλιανής χούντας- ταξίαρχος Δημήτρης Ιωαννίδης ήταν πατριώτης με ακραίο τρόπο, ήταν εθνικιστής. Προκειμένου να συνδέσει το όνομά του με έναν εθνικό στόχο ιστορικής σημασίας, την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, δεν δίστασε “τοις κείνων ρήμασι πειθόμενος” να οργανώσει το πραξικόπημα ανατροπής του Μακαρίου. Έδωσε με αυτό τον τρόπο την ευκαιρία στους Τούρκους να εισβάλουν για να αποκαταστήσουν, δήθεν, τη νομιμότητα. Αποτέλεσμα: η κατοχή ακόμη και σήμερα το βορείου τμήματος του νησιού.

Από τα παραπάνω παραδείγματα (αλλά και από πολλά άλλα) γίνεται φανερό πως προκειμένου να ωφελήσουμε την πατρίδα μας δεν αρκεί να δηλώνουμε ότι είμαστε πατριώτες έστω κι αν το εννοούμε πραγματικά. Μπορεί από την υπερβολική αγάπη για το έθνος και την πατρίδα ακόμη και να προκαλέσουμε βλάβες. Γι΄ αυτό, μαζί με την άριστη οργάνωση και προετοιμασία των εθνικών θεμάτων που καλούνται να διαχειριστούν οι εκάστοτε ηγεσίες και πέρα από την δεδηλωμένη τους αγάπη για την πατρίδα, απαιτούνται: υπέρβαση της εγωιστικής στάσης ζωής, υπέρβαση των ιδεοληψιών, υπέρβαση της ματαιοδοξίας και του ναρκισσισμού και υπέρβαση της υποτίμησης των άλλων. Είναι απαραίτητη, εν ολίγοις, η υπέρβαση του προβληματικού πολιτισμικού μας προτύπου που -με φοβικό τρόπο- προβάλλει, σε αρκετές περιπτώσεις, τις οξείες γωνίες του στους άλλους αντί για τις λείες επιφάνειες της συνεργασίας και της ομαλής συμπόρευσης.

Διότι, όπως θα έλεγε κι ο Κώστας Σημίτης: «Πατριωτισμός δεν σημαίνει τύμπανα πολέμου. Όπως δεν σημαίνει ηχηρές διακηρύξεις. Ούτε μπορεί να αποτελεί πατριωτισμό, η ανυποχώρητη στάση στα μικρά και επουσιώδη και σιωπή ή απουσία στα μεγάλα και σημαντικά. Αγάπη προς την πατρίδα, πατριωτισμός σήμερα σημαίνει προσπάθεια και θέληση για τη συνολική ενδυνάμωση της χώρας. Πατριωτικό καθήκον είναι να δώσουμε φωνή και κύρος στη χώρα μας, στις διεθνείς της σχέσεις, με τις θέσεις και τους χειρισμούς μας. Πατριωτική υποχρέωση είναι να δημιουργήσουμε μια οικονομία ανταγωνιστική, να εκσυγχρονίσουμε το κράτος και τις κοινωνικές συμπεριφορές, να προωθήσουμε την κοινωνική συνοχή και την πολιτιστική ανάπτυξη».

Μια τέτοια πατριωτική στάση επέδειξε κι ο σημερινός πρωθυπουργός όταν επέλεξε - μεταξύ του διχασμού του κόμματος ή της χώρας- να δώσει προτεραιότητα στο εθνικό καθήκον κι όχι στο κομματικό ή στο ταξικό αποφασίζοντας να μετατρέψει το ΟΧΙ του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου 2015 σε ΝΑΙ στην ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας. Αυτό οριοθέτησε και το τέλος των ψευδαισθήσεων, των φαντασιώσεων και των υπερβολών του Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Η οποία Αριστερά καλείται τώρα να πληρώσει το δικό της μερίδιο πολιτικού κόστους για τον εκσυγχρονισμό της πατρίδας μας ώστε αυτή (η πατρίδα) να γίνει ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος μέσα σε μια Ευρώπη που πρέπει να αλλάξει και που ήδη-μετά την εκλογή Μακρόν και τις πρόσφατες εκλογές στη Γερμανία-αρχίζει να αλλάζει.

Με αυτό το σύγχρονο πατριωτικό πνεύμα πρέπει να αντιμετωπίσουμε τα πράγματα και στο θέμα της Δημοκρατίας των Σκοπίων το οποίο κατορθώσαμε να το αφήσουμε άλυτο, ως χαίνουσα πληγή, επί είκοσι πέντε έτη. Είναι ευκαιρία τώρα, βάζοντας στην άκρη τα εθνικιστικά παραληρήματα, να οδηγήσουμε τα πράγματα σε έναν έντιμο συμβιβασμό που θα σέβεται τις παραδόσεις μας αλλά και εκείνες του γείτονα. Με βάση κάποιες αναμφισβήτητες παραδοχές (π.χ. ουδέποτε υπήρξε έθνος Μακεδόνων ούτε αντίστοιχο κράτος), με ιστορική γνώση που επιβεβαιώνεται από αντίστοιχες συνθήκες (π.χ. Συνθήκη Βουκουρεστίου, 1913), με τεκμηριωμένη ενημέρωση της διεθνούς κοινότητας για τις αλυτρωτικές επιδιώξεις των σκοπιανών, με ειλικρινή ενημέρωση και συνεργασία των ελληνικών κομμάτων για τις εξελίξεις, με βαθιά γνώση του τι “παίζεται” γεωστρατηγικά στα Βαλκάνια αυτή την περίοδο και θέτοντας ως προτεραιότητα τα μεσο-μακροπρόθεσμα συμφέροντά μας στην περιοχή μπορούμε να συνδιαμορφώσουμε μια εφικτή και βιώσιμη λύση.

Έγινε φανερό, κατά το τελευταίο διάστημα, πως πολιτειακοί, πολιτικοί, αυτό-διοικητικοί, ακόμη και εκκλησιαστικοί παράγοντες αλλά και άλλοι διαμορφωτές της κοινής γνώμης στην Ελλάδα έχουν αντιληφθεί ότι ο ΥΠΕΞ κ. Ν. Κοτζιάς εργάζεται με μεθοδικότητα και γνώση επί του θέματος κι όχι με προχειρότητα και σπασμωδικές κινήσεις όπως δόθηκε η εντύπωση ότι συνέβη με την οργάνωση της επίσκεψης Ερντογάν. Γι΄ αυτό το λόγο, με τις προσεκτικές δηλώσεις τους και με την εν γένει στάση τους, δείχνουν ότι επιθυμούν να συμβάλουν με θετικό τρόπο στην εξεύρεση μιας κοινά αποδεκτής λύσης. Κι αυτό, αν μη τι άλλο, φανερώνει ωρίμανση του πολιτικού συστήματος σε σχέση με το πολύ πρόσφατο παρελθόν, του αντι-μνημονιακού παροξυσμού.

Η ωρίμανση αυτή δημιουργεί, ευλόγως, αισιοδοξία και για ένα καλύτερο μέλλον.

Από τον Δημήτριο Νούλα

* Ο Δημήτρης Νούλας είναι χημικός

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass