Οι συσχετίσεις ανάμεσα σε τροφές και τόπους είναι ένα φαινόμενο συνηθισμένο στις περισσότερες χώρες, ενώ είναι πολλά τα παραδείγματα όπου τα τοπικά προιόντα είναι στην πρώτη γραμμή όπως στη γειτονική Ιταλία, μια χώρα παγκοσμίως γνωστή για τα παραδοσιακά της προιόντα. Μάλιστα δεν είναι λίγοι εκείνοι οι οποίοι υποστηρίζουν ότι τα τοπικά προιόντα έχουν τη δυναμική εκείνη που χρειάζεται ώστε να θεωρηθούν ως ένα μέσο κατάλληλο και ιδανικό για να συμβάλλουν στην ανάπτυξη της υπαίθρου αλλά και της τοπικής οικονομίας. Εξάλλου τα τοπικά προιόντα θεωρούνται από τους περισσότερους ως αυθεντικά αλλά και ως ποιοτικά με αποτέλεσμα να υπάρχει μια διαφοροποίηση προς τα πάνω στις τιμές τους. Και είναι αυτή ακριβώς η καταναλωτική αντίληψη που έχει εδραιωθεί τα τελευταία χρόνια στην κοινή γνώμη και δίνει ένα μεγάλο πλεονέκτημα, το οποίο μάλιστα ανάγκασε την Ευρωπαική Επιτροπή των Περιφερειών να χαρακτηρίσει τα τοπικά προιόντα ως πιθανό ατού οικονομικής ανάπτυξης των περιφερειών. Και ως τοπικά προιόντα για την Ευρωπαική Επιτροπή των Περιφερειών νοούνται τα φυσικά αγαθά ή οι υπηρεσίες που παράγονται ή παρέχονται από διαφορετικές επιχειρήσεις στην ύπαιθρο με μια καθιερωμένη κοινωνικοοικονομική ταυτότητα.
Παράλληλα, παγκοσμίως έχει επικρατήσει η τάση των καταναλωτών να ενδιαφέρονται όλο και περισσότερο για τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των τροφίμων αλλά και για την προέλευσή τους καθώς επίσης και τον τρόπο παραγωγής αυτών. Αυτό το καταναλωτικό ενδιαφέρον γίνεται σαφέστατα για λόγους υγείας και ασφάλειας καθώς τα τελευταία χρόνια γινόμαστε μάρτυρες όλο και περισσότερων παραδειγμάτων με τροφές ακατάλληλες για κατανάλωση. Επιπλέον, τα τοπικά προιόντα τείνουν να χαρακτηριστούν ώς ένα εφόδιο απαραίτητο για την απόκτηση ή και τη διατήρηση του ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος σε μια εποχή η οποία χαρακτηρίζεται από τον άκρατο ανταγωνισμό και την παγκοσμιοποίηση των αγορών και του εμπορίου.Σημαντικός παράγοντας που συμβάλει προς αυτή την κατεύθυνση, είναι ο ισχυρός δεσμός του προιόντος με τον τόπο, και η σχέση που δημιουργείται ανάμεσα στο προιόν, τον τόπο αλλά και τον πολιτισμό της συγκεκριμένης περιοχής. Έτσι λοιπόν το τοπικό προιόν λειτουργεί με έναν τρόπο πολυδιάστατο, καθώς αναδυκνύει, διατηρεί, προστατεύει και προσθέτει στον ίδιο τον τόπο, στο κοινωνικό σύνολο και στον πολιτισμό του.
Εξάλλου όπως αναφέρουν πολλοί ακαδημαικοί η οικονομική δραστηριότητα είναι και κοινωνική δραστηριότητα, με αποτέλεσμα να είναι καθοριστική η σημασία του κοινωνικού πλαισίου στήριξης για την επιτυχή της έκβαση και λειτουργία. Για αυτό ακριβώς το λόγο, οι επιχειρήσεις τοπικών προιόντων μπορεί να διαδραματίζουν ένα ρόλο σημαντικό για την τοπική ανάπτυξη αλλά χρειάζεται συντονισμός και στήριξη από την τοπική κοινωνία ώστε να υπάρχουν τα μέγιστα αποτελέσματα.
Είναι γεγονός ότι η ύφεση της οικονομίας που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια αποκαλύπτει με τρόπο δραματικό και επώδυνο τις χρόνιες παθογένειες αλλά και τις διαρθρωτικές αδυναμίες της ελληνικής γεωργίας να ανταποκριθεί στο κάλεσμα των διεθνών εξελίξεων. Η Ελλάδα ως χώρα δε μπορεί να ανταγωνιστεί χώρες με χαμηλό κόστος εργασίας, όπως είναι η Κίνα, η Ινδία, η Τουρκία, όπως επίσης δε μπορεί να ανταγωνιστεί χώρες οι οποίες με τη μαζική βιομηχανία και τα τεχνολογικά επιτεύγματα επιτυγχάνουν οικονομίες κλίμακας, όπως οι ΗΠΑ, η Γερμανία. Συνεπώς, στόχος της χώρας μας θα πρέπει να είναι η ανάδειξη της διαφορετικότητας και της μοναδικότητας της τοπικής κουλτούρας και παράδοσης, αλλά και η ανάδειξη των μοναδικών ποιοτικών χαρακτηριστικών των ελληνικών τοπικών προιόντων. Με αυτό τον τρόπο θα μπορέσουν οι ελληνικές επιχειρήσεις τοπικών προιόντων να ανταγωνιστούν στην παγκόσμια αγορά.
Απο τα παραπάνω γίνεται ευκολα κατανοητό ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις αν θέλουν να επιβιώσουν και να αναπτύξουν μοναδικά χαρακτηριστικά, τα οποία θα τους δώσουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των άλλων επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον κλάδο, οφείλουν να στραφούν στα τοπικά προιόντα, επανεξετάζοντας το μοντέλο αγροτικής ανάπτυξης με βάση τις παγκόσμιες προκλήσεις.
*Του Απόστολου Γούλα
Ο Απόστολος Γούλας είναι οικονομολόγος MSc, Υπ. διδάκτορας Αγροτικής Οικονομίας, Ανάπτυξης και Πολιτικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας