Η έλλειψη σπουδαγμένων γιατρών, η παντοδυναμία των μοναχών - θεραπευτών στα μοναστήρια, η αδυναμία των απλών ανθρώπων να ερμηνεύσουν ή να αντιμετωπίσουν τα ακραία φυσικά φαινόμενα και τις σοβαρές αρρώστιες προκαλούσαν το φόβο και κατέφευγαν στα ξόρκια, στη μαγεία, τις προλήψεις, τις δεισιδαιμονίες. Έτσι λοιπόν οι πρακτικοί, επιτήδειοι, θρασείς και καταφερτζήδες, μη μπορώντας να ασκήσουν την κλασική Ιατρική, στράφηκαν στην εύκολη λύση, τον κομπογιαν(ν)ιτισμό.
Το εγκυκλοπαιδικό λεξικό του «Ήλιου», γράφει στο λήμμα Κομπογιαν(ν)ίτης: «Χλευαστικόν παρωνύμιον δοθέν εις τους ψευδογιατρούς, οι οποίοι ελυμαίνοντο την Ελλάδα της Τουρκοκρατίας, ελλείψει επιστημόνων ιατρών», ενώ ο Γ. Μπαμπινιώτης, στο λεξικό του, γράφει για το ίδιο θέμα: «Πρακτικός και εμπειρικός γιατρός, αυτός που παριστάνει το γιατρό, που δεν έχει σπουδάσει». Ως προς την ετυμολογία της λέξης, κομπογιαν(ν)ίτης, ο ίδιος λεξικογράφος, στο Ετυμολογικό Λεξικό της Ελλην. Γλώσσας, γράφει: «Κομπογιαν(ν)ίτης. Κομπώνω, δένω (με μάγια), εξαπατώ + γιαν(ν)ίτης από το ρήμα γιαίνω, θεραπεύω.
Ο συμπολίτης μας – ιστορικός και εκδότης του «Θεσσαλικού Ημερολογίου» Κώστας Σπανός, στο βιβλίο του «Συμβολή στην ερμηνεία των επωνύμων», λέει πως το επώνυμο Κομπογιάννης είναι μητρώνυμο και παράγεται από το σπάνιο γυναικείο όνομα Κόμπω. (Ο Γιάννης της Κόμπως). Οι δαιμόνιοι αυτοί πρακτικοί θεραπευτές, εκμεταλλευόμενοι την πλούσια, αλλά και διαφορετική, σε άλλες περιοχές, βλάστηση (βουνά της Θεσσαλίας, φαράγγι του Βίκου στην Ήπειρο, Κρήτη), συνέλλεγαν τα φυτά που είχαν φαρμακευτικές ιδιότητες και περιόδευαν στην επαρχία, πουλώντας τα, αλλά και διαλαλώντας τα: «Ήρθε ο καλός γιατρός, ο μεγάλος γιατρός, γιατρικά καλά, ζωή πουλώ». Μάλιστα στην Κρήτη, λένε, πως ο αριθμός των φαρμακευτικών φυτών φτάνει τα 1700, από τα οποία τα 92, φύονται μόνο εκεί.
Ο Ανδρέας Καρκαβίτσας στον «Ζητιάνο» του, βάζει τον Τζιριτόκωστα, ένα αγύρτη ζήτουλα, στο χωριό Νιχτερέμ (Παλαιόπυργος του Στομίου), να διαλαλεί την πραμάτεια του: «Έχω και σερνικοβότανο, αν θες, που βρίσκεται στον κάμπο πέρα, κει που κατουρεί το βαρβάτο άλογο», κι ο συγγραφέας συνεχίζει: (…) Όταν δεν εύρισκε τους ελεήμονες, εζητούσε τους δεισιδαίνομες, τους μωρούς: «Έχω και το αγαπόχορτο, τσ` αγάπης το βοτάνι, π` άλλος τόπος δεν το κάνει! Ανοίγεις κλειδαριές και σιδερόπορτες και την καρδιά του καλού σου, τ` αγαπητικού σου». Η πολύτεκνη 32χρονη μάνα με τα δώδεκα παιδιά, ρωτάει το ζητιάνο, αν έχει στερφοβότανο: «Και στερφοβότανο έχω και γαλακτόπετρα-μαυρόπετρα: πέτρα του γιαλού, του άμμου, με τα στέφανα του γάμου».
Από το πλουσιότατο θεραπευτικό οπλοστάσιο του Διοσκουρίδη, του περίφημου γιατρού του 1ουμ.Χ. αιώνα, όπως η ρίγανη, ο κρόκος, το χαμομήλι, το δίκταμο, ο κισσός, τα κρίταμα, η κάπαρη και πάρα πολλά άλλα, ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, στη «Φόνισσα», διάλεξε την κάπαρη, τα κρίταμα και την αρμυρίθρα, να συλλέγει η Φραγκογιαννού: (…) Έσπευδε να φθάσει το ταχύτερον, πριν ανατείλει η ημέρα… μέρη απάτητα, σπήλαια και βράχοι όπου εφύτρωνε το αγριοβότανον και η κάπαρη, και τα κρίταμα και η αρμυρίθρα. Ουδέν εκώλυεν να κάμνει (εκτός από υφάντρια) και την μαμμήν και την ψευδογιάτρισσαν. Έδινε βότανα, έκαμνε καταλοιφάς, εξετέλειεντριβάς, εθεράπευεν την βασκανίαν, παρασκεύαζεν φάρμακα δια τας χλωρωτικάς και αναιμικάς κόρας…»
Πάλι ο Ανδρεάς Καρκαβίτσας στη «Λυγερή» του, βάζει την κυρά-Παγώνα, τη γιάτρισσα, να ξορκίζει το κακό, λέγοντας: «Φεύγα. Ρουσούμπελη (ερυσίπελας), σε κυνηγάει η φωτιά, το στουρνάρι και ο πριόβολος2,σύρε στ` άγρια βουνά», ενώ «εγήτευεν τον σπλήνα, τις παραμαγούλες, τον στρόφον3, το λίθωμα των βυζών, εξώρκιζεν το μάτιασμα».
Στο «Θάνατο του παληκαριού», ο Κ. Παλαμάς, κάνει λόγο για τους κομπογιαν(ν)ίτες και προβάλει την αξιοσύνη και τις γνώσεις του επιστήμονα γιατρού (…) Έπαιρναν τον καλύτερο γιατρό, αφού απελπίζονταν από τους κομπογιαν(ν)ίτες και τις γιάτρισσες… σαν την κοκόνα Μαριγώ, την πολίτισσα, που ξόρκιζε το μάτιασμα, πρόφταινε τη βεντερούγα4, ίσαζε τα βγαλμένα κόκκαλα». Σε άλλο σημείο, γράφει για την μαντική: (…) Στον Έπαχτο ζούσε ένας μάντης. Διάβαζε τη σολομονική· δεν είναι παίξε γέλασε· μέσα σ` αυτή μάθαινε πώς γιατρεύεται κ` η πιο κακή αρρώστια. Ξώρκιζε τα δαιμόνια, μέσα σε ασκιά τα κλειούσε, και μέσα σε αγγειά τα φυλάκωνε… Γνώριζε πού φύτρωνε το τετράφυλλο τριφύλι, και μ` εκείνο έκανε υποτακτικούς τα ξωτικά». Για το τετράφυλλο τριφύλι, λένε, «πως ο σκαντζόχοιρος είναι το μόνο ζώο που μπορεί να βρει το θαυματουργό σιδερόχορτο, αυτό που πήρε η Εύα, φεύγοντας από τον Παράδεισο». Ο Παντελής Πρεβελάκης (1909-1986) στο «Χρονικό μιας Πολιτείας», γράφει για την Παναγία και τις ονομασίες που της έδωσαν οι Χριστιανοί (…) Γέμισε τον τόπο εκκλησίες και προσκυνήματα: Γλυκοφιλούσα, Κυρία των Αγγέλω, Γιάτρισσα, όχι βέβαια με την έννοια της κομπογιαν(ν)ίτισσας ή της μάγισας.
Πολλά από τα σημερινά φάρμακα που έχει στη φαρέτρα της η Ιατρική προέρχονται από τα αντίστοιχα φαρμακευτικά φυτά, όπως είναι η Βαλεριάνα, Διγιταλίνη, Κολχικίνη, Ατροπίνη, Εφεδρίνη, Παπαβερίνη (Μήκων η υπνοφόρος).
1. Κομπογιαν(ν)ίτες. Τα δύο νν, από την παλιά ετυμολογία κόμπος-Γιαννίτης (Ιωαννίτης)
2. Πριόβολο= σιδερ. όργανο για το άναμμα της φωτιάς.
3. Στρόφος= η συστροφή του εντέρου
4. Βεντερούγα= ραχίτιδα
Βοηθήματα
Διοσκουρίδης. Περί ύλης ιατρικής. Μίλητος
Κ. Παλαμά. Ο θάνατος του παληκαριού – Άπαντα. Αξιός
Α. Παπαδιαμάντη. Η φόνισσα. Άπαντα Α` τομ.
Α. Καρκαβίτσα. Ο Ζητιάνος Εστία
Α. Καρκαβίτσα. Η Λυγερή Εστία
Π.Πρεβελάκη. Το χρονικό μιας πολιτείας Διόνυσος
Τ. Νατσούλη. Προλήψεις και δεισιδαιμονίες
Κ. Φωτίου. Κομπογιαννίτες γιατροί Συλλογές, Σεπτέμβριος 2011
* Του Τάσου Πουλτσάκη