Η νέα της γενιά δεν έχει μέλλον. Πολλοί εκπλήσσονται: μα η χώρα αυτή έχει τόσο πολλά να προσφέρει. Έχει πλούσια ιστορία, έχει γαστριμαργική παράδοση και τα περισσότερα μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς. Η γλώσσα του Δάντη είναι η πέμπτη πιο δημοφιλής γλώσσα στον κόσμο. Παρ΄ όλα αυτά, η όμορφη χερσόνησος που αποτελούσε κάποτε μια γέφυρα ανάμεσα στην Ευρώπη και την Αφρική, καθώς και την πατρίδα διάσημων ποιητών, επιστημόνων και εξερευνητών, περνά στην οικονομική αφάνεια.
Και δεν μπορεί να κατηγορήσει γι΄ αυτό παρά τον εαυτό της. Ή, ακριβέστερα, την πολιτική της τάξη.
Θα μπορούσε να μιλήσει κανείς για τη λατινοαμερικανοποίηση της πιο λατινικής χώρας -αλλά το παιχνίδι με τις λέξεις δεν μπορεί να κρύψει το γεγονός ότι η παρακμή της Ιταλίας συνοδεύεται από πρωτοφανή επίπεδα ανισότητας.
Η ανισότητα βρίσκεται παντού. Όταν Αργεντίνοι μεσοαστοί έρχονται στην Ιταλία και μετά επιστρέφουν γρήγορα στην πατρίδα τους επειδή βρίσκουν ότι δεν υπάρχουν μεγάλες διαφορές ανάμεσα στην Ιταλία και χώρες της νότιας Αμερικής, καταλαβαίνει κανείς ότι κάτι δεν πάει καλά. Το ξέρω γιατί το έκαναν φίλοι μου από το Μπουένος 'Αιρες, που μιλούν άπταιστα ιταλικά και έχουν ιταλικά διαβατήρια.
Το χάσμα ανάμεσα στους έχοντες και τους μη έχοντες δεν είναι προφανές για τον εξωτερικό παρατηρητή. Ούτε τα μέσα ενημέρωσης ασχολούνται ιδιαίτερα με το θέμα. Και η κατάσταση γίνεται χειρότερη από το υψηλό δημόσιο και ιδιωτικό χρέος. Οι Ιταλοί έχουν προσαρμόσει τις δαπάνες τους στα επίπεδα πλουσιότερων χωρών, αλλά οι μισθοί είναι καθηλωμένοι και οι αποταμιεύσεις συρρικνώνονται όσο ποτέ στο παρελθόν. Πολλοί εξαρτώνται από αυτά που τους άφησαν οι γονείς τους. 'Αλλοι δεν έχουν ούτε αυτό.
Τα χαμηλά επιτόκια ενθαρρύνουν τους πολίτες να ξοδεύουν περισσότερο και να αποταμιεύουν λιγότερο. Πώς θα βοηθήσει όμως αυτό μακροπρόθεσμα την Ιταλία; Κανείς δεν ξέρει.
Το πρόβλημα ξεκινά από την πολιτική κουλτούρα της χώρας: μια αδύναμη εκτελεστική εξουσία, που συνοδεύεται από μια πολυδιασπασμένη νομοθετική εξουσία και αμέτρητες επιτροπές με δικαίωμα βέτο. Ούτε καν ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι, που διέθετε μια πρωτοφανή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, δεν μπόρεσε να περάσει ορισμένους νόμους που θα απέτρεπαν τη δικαστική του χρεοκοπία και την εξαφάνιση αυτής της πλειοψηφίας.
Το σύστημα χαρακτηρίζεται από πολύ κακό σχεδιασμό. Η αλήθεια όμως είναι ότι η μεταρρύθμιση της συνταγματικής τάξης και της πολιτικής κουλτούρας της Ιταλίας ισοδυναμεί με άθλο του Ηρακλή. Και κανείς ηγέτης δεν έχει υπάρξει αρκετά γενναίος για να πιάσει τον ταύρο από τα κέρατα.
Τουλάχιστον μέχρι τώρα. Σε λίγους μήνες, οι Ιταλοί θα κληθούν να ψηφίσουν για μια μεγάλη συνταγματική μεταρρύθμιση που μπορεί να δώσει διεξόδους. Σε ένα δημοψήφισμα που θα πραγματοποιηθεί τον Οκτώβριο ή τον Νοέμβριο, οι Ιταλοί θα αποφασίσουν αν πρέπει να καταργηθεί η Γερουσία και να εφοδιαστεί το κόμμα με τις περισσότερες ψήφους με μια ισχυρή πλειοψηφία.
Η ψηφοφορία αυτή αποτελεί μια μοναδική ευκαιρία για τους Ιταλούς να βγουν από τη γωνία και να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις που έχουν μπροστά τους σε ισχύ και πολιτική ενότητα. Αν η Ιταλία τα καταφέρει, μπορεί να αντικαταστήσει τη Βρετανία ως το τρίτο πόδι της ΕΕ.
Το πρόβλημα είναι ότι ύστερα από δεκαετίες πολιτικής απραξίας, οι Ιταλοί νιώθουν μια βαθιά κούραση. Και είναι έτοιμοι να εκμεταλλευτούν την πρώτη ευκαιρία που θα τους δοθεί για να εκδηλώσουν τη δυσαρέσκειά τους.
Αυτό είναι ένα σοβαρό πρόβλημα για τον Ματέο Ρέντσι, που είναι ο εμπνευστής της συνταγματικής μεταρρύθμισης. Ο βασικός του αντίπαλος, το Κίνημα των Πέντε Αστέρων, πραγματοποιεί εκστρατεία εναντίον των μεταρρυθμίσεων. Και το ένα τρίτο του εκλογικού σώματος θεωρεί ότι το κόμμα αυτό είναι αποφασισμένο να οδηγήσει ξανά την Ιταλία στον σωστό δρόμο.
Αν το Κίνημα των Πέντε Αστέρων κερδίσει αυτό το δημοψήφισμα, οι συνέπειες για τη χώρα μπορεί να είναι καταστροφικές. Ιδιαίτερα τώρα που το κατεστημένο, με τον Ρέντσι, μοιάζει να προσπαθεί να εξιλεωθεί για τις αμαρτίες του.
Θα αποτελέσει πράγματι μεγάλη ειρωνεία της Ιστορίας το να καταφέρει ένα αντισυστημικό κόμμα να πείσει τη χώρα να καταψηφίσει την πρόοδο.
(Πηγή: Politico.eu)
(*) Ο Αλέσιο Κολονέλι έχει αρθρογραφήσει στην Independent, στο Open Democracy, στο Left Foot Forward και στο μπλογκ του LSE με τίτλο «Εuro Crisis in the Press»