Πήρε την ονομασία του από το γεγονός ότι η φαιόλευκη σχιστολιθική πέτρα με την οποία είναι χτισμένο το Μέγαρο (αργότερα βάφτηκε λευκή), προκαλούσε αντίθεση με τα γειτονικά κτίσματα, τα οποία ήταν κατασκευασμένα από κόκκινα τούβλα.
Η ονομασία, αν και ήταν γνωστή από το 1811, επισημοποιήθηκε το 1901, όταν ο τότε πρόεδρος Θίοντορ Ρούσβελτ άρχισε να τη χρησιμοποιεί στην αλληλογραφία του.
Το Μέγαρο σχεδίασε ο Ιρλανδός αρχιτέκτονας Τζέιμς Χόμπαν (1755-1831) σε νεοκλασικό ρυθμό.
Ο θεμέλιος λίθος τέθηκε το 1792 και η ανέγερσή του περατώθηκε το 1800. Για την κατασκευή του χρησιμοποιήθηκαν κυρίως σκλάβοι και μετανάστες. Κόστισε 230.000 δολάρια (2.500.000 δολάρια σε σημερινές τιμές).
Τα εγκαίνια του Λευκού Οίκου έγιναν την 1η Νοεμβρίου 1800, με την εγκατάσταση του πρώτου ενοίκου του, του 2ου Προέδρου των ΗΠΑ Τζον Άνταμς.
Το Μέγαρο καταστράφηκε από πυρκαγιά το 1814 κατά τη διάρκεια της βρετανικής εισβολής του 1812. Ανοικοδομήθηκε και επεκτάθηκε υπό την επίβλεψη του Χόμπαν μέσα στα τρία επόμενα χρόνια. Το ημικυκλικό νότιο πρόπυλο και το περίστυλο βόρειο πρόπυλο προστέθηκαν κατά τη δεκαετία του 1820.
Το όλο συγκρότημα του Λευκού Οίκου, που αποτελεί τμήμα τού συστήματος Εθνικών Πάρκων της Ουάσινγκτον, ανακαινίστηκε εκ βάθρων τη διετία 1949-1951, όταν κινδύνευε να καταρρεύσει εξαιτίας των προσθηκών. Το χρονικό διάστημα αυτό ο τότε πρόεδρος Τρούμαν διέμενε στο γειτονικό Blair House, που χρησιμοποιείται για τη φιλοξενία υψηλών προσώπων.
Ο Λευκός Οίκος έχει 6 ορόφους, 132 δωμάτια, 35 τουαλέτες, 412 πόρτες, 147 παράθυρα, 28 τζάκια, 8 σκάλες, 3 ασανσέρ, κινηματογράφο και διάδρομο για μπόουλινγκ.
Ο μεγάλος κήπος του περιλαμβάνει γήπεδα τένις και γκολφ, πισίνα και διαδρομή για τζόκινγκ.
Πηγή: sansimera.gr