*Ο Λαρισαίος κάθε πρωί έδινε στον ζητιάνο της γειτονιάς του από 10
ευρώ. Αυτό γινόταν για κάμποσο καιρό.
Κάποια στιγμή, ενώ συνέχιζε κάθε πρωί να τον χαρτζιλικώνει, του έδινε πλέον 5 ευρώ. Μετά από κανένα χρόνο μειώθηκε το ποσό σε 1 ευρώ και στο τέλος σταμάτησε να του δίνει λεφτά.
Οπότε μια μέρα τον σταμάτησε ο ζητιάνος και τον ρώτησε γιατί δεν του δίνει πια. Κι εκείνος του εξήγησε.
- Στην αρχή ήμουν ελεύθερος, οπότε σου έδινα 10 ευρώ. Μετά παντρεύτηκα, ξέρεις, γυναίκα, έξοδα, οπότε σου έδινα 5 ευρώ. Μετά έκανα ένα παιδί, ξέρεις, πάμπερς, γάλατα κι έτσι σου έδινα 1 ευρώ. Ύστερα έκανα και δεύτερο παιδί, αυξήθηκαν κι άλλο τα έξοδα, οπότε σταμάτησα να σου δίνω λεφτά.
Έξαλλος ο ζητιάνος.
- Καλά, ρε συ, δεν ντρέπεσαι; Κάνεις παιδιά με τα λεφτά μου;
Ζ.