Τελικώς, ο «Βαλεντίνος» είναι μία ακόμα ...παγίδα, ένας υπονομευτής των ομαλών σχέσεων των ζευγαριών και της κοινωνικής εν γένει ομαλότητας.
Ρεαλισμός
* - ΔΕΝ υπάρχουν λεφτόδεντρα. Όσα έχω τόσα δίνω. Κι αυτοί που τάζουν αφειδώς είναι μεγάλοι κόπανοι.
Πάνω-κάτω αυτό ήταν το νόημα όσων είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην τελευταία του συνέντευξη στον προστάτη - Άγιο των συνταξιούχων, τον Αυτιά. Που σημαίνει, η εποχή τού «δώστα όλα» τελείωσε οριστικά.
Ο Μητσοτάκης λειτουργεί βέβαια ως γνήσιος ...Μητσοτάκης. Όπως και ο πατέρας του. Με σύνεση, ρεαλισμό και έχοντας αποφασίσει να αναμετρηθεί με τον λαϊκισμό του «δώσε-δώσε» και τους «Δούκες» που τα μοιράζουν με τις ...σακούλες.
Το κακό είναι ότι αυτός ο λαός ξεγελιέται εύκολα από τους λαοπλάνους. Καταψηφίζει τους ...Μητσοτάκηδες και τους θυμάται μετά στα δύσκολα...
«Αν είχαμε ακούσει τότε τον Κώστα Μητσοτάκη ...», λέγαμε και ξαναλέγαμε όταν χρεοκοπήσαμε το 2009. Στερνή μου γνώση...
Ένστικτο
* ΔΕΝ χωρά αμφιβολία βέβαια ότι υπάρχει μεγάλη κοινωνική πίεση και συνεπώς γκρίνιες για την Κυβέρνηση. Πάρα πολύς κόσμος τα φέρνει δύσκολα πέρα με την ακρίβεια... Οι περισσότεροι ωστόσο, οι απλοί καθημερινοί άνθρωποι, κάνουν υπομονή, κάνουν τα κουμάντα τους για να αντεπεξέλθουν στη δύσκολη αυτή περίοδο, αναγνωρίζοντας ότι το πρόβλημα είναι παγκόσμιο και σύνθετο. Και είναι βέβαιο ότι πολλοί προτιμούν την υπευθυνότητα του Κυριάκου από μια Κυβέρνηση αλόγιστων παροχών που θα εκτροχίαζε και πάλι την οικονομία... Δεν πέρασε δα και κανένας ...αιώνας από τότε που ο Σόιμπλε μάς απειλούσε με Grexit κι εμείς κάναμε ουρά έξω από τις Τράπεζες για ένα πενηντάρικο.
Αν μη τι άλλο ο κόσμος έχει ένστικτο συντήρησης.
Αισιοδοξία
* ΟΙ ΕΜΠΟΡΟΙ της Λάρισας θα σας πουν ότι ο Γενάρης που πέρασε ήταν μακράν ο χειρότερος Γενάρης της αγοράς εδώ και δεκαετίες... Προχθές Σάββατο, ωστόσο, η εικόνα έστειλε πιο αισιόδοξα μηνύματα. Πατείς με πατώ σε στα μαγαζιά της πόλης... Βοηθά και η καλοκαιρία που βελτιώνει τη διάθεση και την κάνει πιο ...καταναλωτική. Μακάρι...
Έκπτωση
* ΠΑΡΑ πολλοί κλάδοι προσπαθούν -όσο γίνεται- να αξιοποιήσουν τον Άγιο Βαλεντίνο και να κάνουν κάποιο τζίρο. Ανθοπωλεία, ζαχαροπλαστεία, κοσμηματοπωλεία, όλα στο κυνήγι. Τελευταία είδαμε κι αυτό: έκπτωση για ζευγάρια στα ξενοδοχεία ...ημιδιαμονής.
Ξέρεις. Αυτά που πας για ...2-3 ώρες άμα στερείσαι ...«ερωτικής φωλεάς», ας το πούμε κομψά... (Και με τήρηση όλων των ... Υγειονομικών Πρωτοκόλλων παρακαλώ!).
Το χοντραίνουν
* ΧΟΝΤΡΑΙΝΕΙ το παιχνίδι...
Το Σάββατο ο Κούγιας δημοσίευσε άρθρο στα «Νέα» (ιδιοκτησίας Μαρινάκη), το οποίο έτυχε μεγάλης προβολής από την εφημερίδα. Και λέει πράγματα πολύ χοντρά για τον Ιβάν Σαββίδη. Τον αποκαλεί «βεζίρη» και τον περιγράφει ως έναν ...Ρώσο ολιγάρχη που τον προσκυνούν όλοι, από τον Αντώνη Σαμαρά και τον Τσίπρα μέχρι τον Περιφερειάρχη και τον δήμαρχο Θεσσαλονίκης -τόσο δύναμη έχει επειδή ελέγχει τους ΠΑΟΚτζήδες.
Ακόμα πιο ενδιαφέρον; Ότι το άρθρο τα ρίχνει και στον Μητσοτάκη για συνέχιση της ίδιας συμπεριφοράς. Μάλιστα κύριε Κούγια (Μαρινάκη)...
«Βλαχοντάνες»
* ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ βράδυ στην Κεντρική πλατεία της Λάρισας, κάτι λίγα (αλλά... θηριώδη και ολοκαίνουργια) τρακτέρ καρδιτσώτικης προέλευσης κάνουν την συνηθισμένη ...αποφώνηση, τουτέστιν γράφουν τον επίλογο αγροτικών κινητοποιήσεων που δεν απασχολούν πια ιδιαίτερα την κοινή γνώμη.
Το ...σουρεάλ σκηνικό συμπληρώνεται και με μία ακόμα διαδήλωση αναρχικών της ομάδας ...«Βλαχοντάνες» (λέει το σχετικό πανό).
Αν μη τι άλλο, ένα φολκόρ πάντα το διέθετε η Λάρισα όσο να πεις...
Κλισέ
* «ΤΥΜΠΑΝΑ πολέμου» στην Ουκρανία...
Άλλο ένα δημοσιογραφικό κλισέ που αναπαράγεται αυτές τις ημέρες σχεδόν από το σύνολο σχεδόν των ΜΜΕ, για να περιγραφεί η έκρυθμη κατάσταση στην Ουκρανία.
Καμιά φορά σκέφτεσαι πόσο -μα πόσο!- έχει φτωχύνει ο δημοσιογραφικός λόγος στις μέρες μας. Η δημιουργική φαντασία, ένα όνειρο απατηλό...
Κατά τα λοιπά, Δύση και Ρωσία, εγκλωβισμένοι αμφότεροι στις θέσεις τους δύσκολα θα κάνουν πίσω... Και καθώς ο Πούτιν ξέρει ότι οι απέναντι είναι μόνο λόγια και απειλές, όλο και μπαίνει στον πειρασμό να διαβεί τον Ρουβίκωνα...
Φρίκη
* ΔΟΛΟΦΟΝΙΕΣ από χούλιγκαν, δολοφονία επτάχρονου από παρανοϊκούς «γονείς», «δολοφονία» γερόντων σε γηροκομεία, παιδεραστία σε βάρος 6χρονης από διάσημο ντράμερ...
Να συνεχίσουμε;
Τελικά τι κοινωνία έχουμε γίνει χωρίς καλά -καλά να το καταλάβουμε;
Προς το τέλος
* Α, ΝΑΙ, υπάρχει και ο κορονοϊός...
Λίγο η ακρίβεια, λίγο η κρίση στην Ουκρανία και το θέμα του Covid έπεσε στην τρίτη και καταϊδρωμένη θέση (καλά, η Παγώνη πάει για κατάθλιψη, έτσι και φύγει απ’ την επικαιρότητα).
Με τη Λάρισα να έχει χθες μόλις πενήντα νέα κρούσματα, ποιος να ασχοληθεί; Η ασθένεια από πανδημική πάει να γίνει ενδημική, κάτι σαν τη γρίπη, λένε οι ειδικοί.
Ως εκ τούτου, Τσικνοπέμπτη θα πάρουν φωτιά τα ...κάρβουνα, κι ας απαγορεύονται οι μαζικές συγκεντρώσεις. Λοιπά καρναβαλικά αναβάλλονται, αλλά το Πάσχα κανείς δεν θα τολμήσει να το αγγίξει... έναν χρόνο πριν τις εκλογές ...δεν παίζουν με ορισμένα θέματα.
ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ
Εδώ υπάρχει ένας έρωτας μεγάλος...
Δεκαετία 70 πήγα και τα ’φτιαξα με ένα «τρελό μωρό», τη Νίνα. Δεν θυμάμαι από πού έβγαινε το Νίνα, αλλά ήταν ο κλασικός έρωτας του ...φροντιστηρίου - εκεί τις βρίσκαμε τότε, γιατί στο σχολείο ήμασταν Αρρένων. Tεστοστερόνη και βαρβατίλα να δει το μάτι σου.Νίνα... «Όταν πηγαίναμε μαζί σχολείο, καθόμασταν στο διπλανό θρανίο...» (Πασχάλης- άλλος όψιμος ερωτύλος κι αυτός). Η Νίνα, κόρη δημοσίου υπαλλήλου, ήτο αρίστη ως μαθήτρια, προοριζόταν για τη Φιλολογία. Ερχόταν κρυφίως και μετ’ ενδελεχών προφυλάξεων εις το πάρκο, διότι από ρουφιάνους γεμάτος ο τόπος, και δεν σ’ έπαιρνε κείνα τα χρόνια να το μάθει ο πατέρας σου. Ή μάλλον ...σ’ έπαιρνε και σε σήκωνε...
Αλλά πόσο πάρκο πχια; Πάμε ρε συ Νίνα στις «Στάλες» (θρυλική ντισκοτέκ εποχής νέε μου), όχι η Νίνα , «καλό είναι και το πάρκο», και «να σου διαβάσω ένα ερωτικό ποίημα της Πολυδούρη;».
Μα εγώ πήγα στις «Στάλες» κι εκεί δεν διάβαζαν Πολυδούρη, εκεί χόρευαν σέικ όλοι μαζί στην πίστα κι έπιναν «καμπάρι» ή «μπακάρντι κόλα», μετά τα φώτα χαμήλωναν κι άρχιζαν τα μπλουζ τα παθιάρικα και τα φιλάκια στα σκοτεινά. Ένα μπλουζ, δύο μπλουζ, έχε γεια καημένη Νίνα, στο τρίτο τα ’χα κιόλας φτιάξει με τη Ματίνα που μόλις είχε χωρίσει με τον Χρήστο, επειδή τον πέτυχε αγκαλιά με τη Φανή με την έντονη ακμή, χωρισμένη κι αυτή από τον Θανάση τον ψηλό - ο λόγος δεν διέρρευσε. Μπερδέματα... Τα οποία ωστόσο μου άφησαν κι ένα κέρδος. Πώς θα μάθαινα εγώ ποια είναι η Πολυδούρη να την απαγγέλλω και να κάνω φιγούρα στις επόμενες;
Δεκαετία ’80 πήγα και τα ’φτιαξα με μια «Ρηγού», την Καίτη. Την κόζαρα εκεί στο «Αμφιθέατρο» της Φιλοσοφικής, επαναστάτρια με αμπέχωνο και ντορβά (ταγάρι), τα ’ριχνε οργισμένη στους Κνίτες και λέω, «αμάν», εδώ είμαστε. Ποιότης μυαλού αδερφέ μου, και ενδιαφέροντα, γυναίκα ανεξάρτητη, χειραφετημένη, όχι σαν κάτι χαζογκόμενες που το μυαλό όλο στον γάμο και τα παιδιά! Η Καίτη μ’ έσερνε σε κάτι υπόγες, όπου κάτι περίεργοι φίλοι της την είχαν δει «πρωτοριακός θίασος» κι όλο για κάποιον ...Ιονέσκο μιλούσαν και για έναν Κάφκα. Από πού είν’ αυτός ο Κάφκας; ρώτηξα μια φορά την Καίτη για να εισπράξω βλέμμα τίγκα στην περιφρόνηση.
Αντεργκράουντ καταστάσεις δικέ μου, αλλά τι να κάνεις, εδώ «υπήρχε ένας έρωτας μεγάλος!» (Λίτσα Διαμάντη - Μάκης Χριστοδουλόπουλος, ντουέτο). Τα βράδια είχαμε ολονυχτίες, αλλά ...ουχί περί του πονηρού. Παρέα με άλλους «Ρηγάδες», σε ένα φοιτητοδωμάτιο, υπό το βλέμμα των Τσε, Μαρξ, Φρόιντ και λοιπών αφισών, καπνίζοντας «Άσσο» άφιλτρο και πίνοντας άπειρες «Μαλαματίνες», λύναμε τα μεγάλα ζητήματα της ανθρωπότητος, όπως το μέλλον του ευρωκομμουνισμού μετά την παρέμβαση του Μπερλίνγκουερ, ο ιστορικός υλισμός του Γκράμσι, και στο τέλος, θολωμένοι, μάλλον, από τις πολλές ρετσίνες, καταλήγαμε πάντα πως για όλα έφταιγε ο ρωσικός ιμπεριαλισμός, όπως κατέδειξε και η «άνοιξη της Πράγας».
Δυστυχώς το ειδύλλιον με την Καίτη διεκόπη αποτόμως όταν ένα βράδυ, ψιλοστουπί, είπα στους «συντρόφους»:
- Ρε σεις, δεν αφήνετε τις «μαλ@&@ίες» να πάμε την Κυριακή «Τούμπα», να δούμε τον Αναστό πώς θα τα χώσει στα ΠΑΟΚια;
(Ντουβρουτζάς η Καίτη «Κάφρε!» με πρόγκηξε και μ’ έστειλε όπως οι Ρώσοι τον Ντούμπτσεκ).
Την έκλαψα κάνα δυο φεγγάρια την Καίτη, αλλά επειδή «ο έρωτας με έρωτα περνάει» (Σπύρος Σπυράκος ο καλλιτέχνης), τα ’φτιαξα με μια άλλη της Φιλοσοφικής, κόρη διδασκάλου και μονίμως αγχωμένη να τελειώσει και να διοριστεί στο δημόσιο -και διορίστηκε-, μετά με μια ‘Εβελιν που, από το όνομά της και μόνο, καταλαβαίνεις ότι μιλάμε για χαϊλίκι και μωρό φραγκάτο από Κηφισιά (;), Εκάλη (;) θα σε γελάσω, Βόρεια προάστια πάντως. Τι ζούσα ρε φίλε! κι ακόμη και τώρα απορώ τι βρήκε σε μένα τον «Βλάχο» τον Λαρσινό, μάλλον τίποτε, γιατί χαθήκαμε για καλοκαίρι και μετά μην την είδατε την Έβελιν (την είδα δηλαδή, μετά από χρόνια, σε ένα αθηναϊκό περιοδικό στη στήλη των Κοσμικών μετείχε σε φιλανθρωπικό «γκαλά». Τι θα πει «γκαλά», δεν ξέρω). Και πήγε χαμένη και τόση Πολυδούρη που της απήγγειλα για να τη ρίξω... Τι να πεις; «Γέλα κυρία μου, γέλα μαζί μου» (Κώστας Καφάσης ο ανυπέρβλητος).
Δεκαετία του 90 και οι συνομήλικές μου ...σοβαρεύτηκαν, παντρευτήκανε, αραιώσανε, πήγαν να κάνουν παιδιά, Θεός σχωρέσ’ τες, εμείς εκεί, μπακούρια κλασικά, τζίτζικες ανέμελοι... Καλά χρόνια, Ανδρέας, ΠΑΣΟΚάρα, καλή δουλειά, φράγκα στην τσέπη, σινιέ εισαγόμενο ντύσιμο ιτάλιαν στάιλ και κάθε βράδυ «Μαριάννα» και λοιπές «Ντισκοταβέρνες» στην Περιφερειακή Τρικάλων. Και να χοροί στα ρεμπετάδικα και «Πότε Βούδας, πότε Κούδας» (το κατά Ρασούλην ευαγγέλιο) και το «μωρό» πάνω στο τραπέζι λικνίζεται με στενό μαύρο φόρεμα και με τρελαίνει -δεν μας παρατάς ρε Καίτη και συ και τα αμπέχωνα και τα ταγάρια σου, φέρτε καλάθια με λουλούδια το «Χρηματιστήριο» κερνάει- από «οχτάρι» σε «οχτάρι» ο «Σοφοκλέας», από «κανάρα σε κανάρα θα πετάω» εγώ (Χρηστάκης ο καναβουρτζής).
Το παντρεύτηκα το μωρό... Δεκαετία 2000. Όταν άλλαξε ο αιώνας, σαν κάτι να με ηύρε, κάτι να με χτύπησε κατακούτελα... Σιγά μην ήταν έρωτας κι ας απαντούσα «ναι μωρό μου» στο μωρό που απ’ το πρωί ως το βράδυ με ρωτούσε «μ’ αγαπάς;». (Πολύ γούστο έχουν τελικά αυτά τα «μωρά»).
Νομίζω πως μάλλον το «mal du siècle» με βάρεσε. Έτσι ονομάζουν οι Γάλλοι -που είναι μαστόρια στην ανάλυση- τη μαζική καταθλιψάρα που σε χτυπάει αλύπητα όταν τα χρόνια περνούν. Μάλλον είπα κι εγώ μέσα μου «πότε θα γίνω πατέρας;», διότι ουδέν αναληθέστερον της απόψεως ότι βιολογικό ρολόι έχουν μόνο τα θήλεα, όπως μας συμφέρει να λέμε εμείς οι παλιοί «γάτοι».
Δεν λέω, καλά ήτανε. Και καλά είναι δηλαδή, ας μην έχουμε παράπονο. Το «μωρό» δεν είναι πια και τόσο ...μωρό, αλλά το μποτοξάκι κάνει θαύματα, κι ούτε με ρωτά πια αν την αγαπώ (ή δεδομένο το ’χει ή σκοτίστηκε). Ανώτερη του δεξιού ψάλτη του ιερού ναού των Αγίων Τεσσαράκοντα με ...ψέλνει από πρωίας (Όρθρος) μέχρι εσπέρας (Μέγας Εσπερινός) πότε για τα ψίχουλα με τα οποία «γεμίζω τον τόπο», πότε γιατί πάλι ξέχασα να φωνάξω τεχνικό για το πλυντήριο - «ξεκόλλα επιτέλους από το κινητό» (όπου κοιτάζω -στα κρυφά εννοείται- διάφορα πονηρά βιντεάκια που μου στέλνουν τα υπόλοιπα ρεμάλια της παλιοπαρέας).
Περάσαμε και δύσκολα με το μωρό. Παιδιά - «πιράνχας», όλο φέρε και φέρε ζωή να ’χουνε, οικονομικά προβλήματα (τρομάξαμε να ξεχρεώσουμε τη χασούρα του Χρηματιστήριου), κρίση, αναδουλειά, πέσαμε και στην πανδημία και περάσαμε τα λοκντάουν χωρίς καν έναν μικροτραυματισμό - ναι μα τον Θεό!
Και σήμερα, του Αϊ Βαλεντίνου, μεγάλη η χάρη του, όλο και θα της ρίξω κανένα μπουκετάκι με λέλουδα να ’χει να χαίρεται. Διότι το μωρό είναι το μωρό μου. Μου φέρνει κάθε απόγευμα τον καφέ και με ρωτάει «Τι έγινε γερομπισμπίκη; Το πήραμε το χάπι για τη χοληστερίνη ή κάνουμε την παπίτσα;). Ποιος άλλος θα σε φροντίσει έτσι, όχι πες μου. Δεν αξίζει λίγα λουλούδια και μερικά στιχάκια από Πολυδούρη; Σ’ άλλες κι άλλες ήξερες να τα λες...
ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΛΕΣΗΣ
alexiskalessis@yahoo.gr