Ο τύμβος, διαμέτρου περίπου 20 μέτρων, περιείχε τα λείψανα περίπου 60 ανδρών, γυναικών και παιδιών. Από τα ανοίγματά του έμπαιναν απευθείας οι αχτίδες του ήλιου κατά τη μεγαλύτερη και τη μικρότερη ημέρα της χρονιάς.
Η ανασκαφή, τα αποτελέσματα της οποίας παρουσιάστηκαν την περασμένη εβδομάδα, ξεκίνησε το 2017 στο Τίελ, που απέχει περίπου 50 χιλιόμετρα από την Ουτρέχτη.
Μελετώντας τις διαφορές στη σύνθεση του εδάφους, οι αρχαιολόγοι εντόπισαν συνολικά τρεις ταφικούς τύμβους στον χώρο αυτόν, που απέχει μόλις μερικά χιλιόμετρα από την όχθη του ποταμού Βάαλ. Τα ανοίγματα γύρω από τον μεγαλύτερο τύμβο λειτουργούσαν σαν ηλιακό ημερολόγιο με το οποίο «καθορίζονταν οι σημαντικές στιγμές, όπως οι γιορτές και η συγκομιδή», ανέφεραν οι αρχαιολόγοι.
«Ο λοφίσκος αυτός θυμίζει το Στόουνχεντζ, το περίφημο και μυστηριώδες προϊστορικό μνημείο της Αγγλίας, όπου παρουσιάζεται το ίδιο φαινόμενο», μετέδωσε η δημόσια ραδιοτηλεόραση NOS. Οι άλλοι δύο τύμβοι είναι μικρότεροι σε μέγεθος. Και στους τρεις γίνονταν ταφές επί σχεδόν 800 χρόνια.
Μια άλλη εντυπωσιακή ανακάλυψη των αρχαιολόγων ήταν μια γυάλινη χάντρα που βρέθηκε μέσα σε έναν τάφο και διαπιστώθηκε ότι προερχόταν από τη Μεσοποταμία, στο σημερινό Ιράκ.
«Αυτή η χάντρα ταξίδεψε 5.000 χιλιόμετρα πριν από τέσσερις χιλιετίες», είπε ο επικεφαλής της ομάδας, Κρίστιαν φαν ντερ Λίντε. «Το γυαλί δεν κατασκευαζόταν εδώ, η χάντρα ήταν ένα εκπληκτικό αντικείμενο για τους ανθρώπους επειδή ήταν άγνωστο υλικό», πρόσθεσε ο Στάιν Αρνολντούσεν, του Πανεπιστημίου του Χρόνινγκεν. Οι επιστήμονες θεωρούν ότι η χάντρα αποτελεί την απόδειξη ότι οι κάτοικοι των δύο περιοχών είχαν επαφές μεταξύ τους ήδη από εκείνη την εποχή.