Υπολογίζεται ότι τα συνολικά σεληνιακά «σκουπίδια» ζυγίζουν τουλάχιστον 181.000 κιλά (με βάση τα γήινα μέτρα και σταθμά).
Τα περισσότερα «σκουπίδια» δημιούργησαν οι διαδοχικές αμερικανικές αποστολές «Απόλλων» μεταξύ 1969-1972. Πέραν αυτών, έχουν βάλει το «χεράκι» τους και οι άλλες μη επανδρωμένες αποστολές από τις ΗΠΑ, τη Ρωσία, την Ιαπωνία, την Ινδία και την Ευρώπη, σύμφωνα με τον επικεφαλής ιστορικό της NASA Ουίλιαμ Μπάρι.
Τα πιο παλιά κομμάτια προήλθαν από τις πρώτες διαστημοσυσκευές που στάλθηκαν στη Σελήνη στη δεκαετία του ΄60, για να μάθουν οι επιστήμονες από πρώτο χέρι κρίσιμα πράγματα, όπως κατά πόσο θα ήταν εφικτό να προσεληνωθεί κάποιο σκάφος στο φεγγάρι. Ένας φόβος ήταν ότι η σεληνιακή επιφάνεια δεν θα ήταν αρκετά σταθερή, αλλά μια κινούμενη άμμος που θα «κατάπινε» οτιδήποτε πατούσε πάνω της, μηχάνημα ή άνθρωπο. Τα πρώτα ρομποτικά ρόβερ που τριγύρισαν στη Σελήνη, έδειξαν ότι αυτός ο φόβος ήταν...ανεδαφικός.
Άλλες διαστημοσυσκευές, όπως ο σεληνιακός δορυφόρος LCROSS, στάλθηκαν για να μελετήσουν αν το φεγγάρι έχει υδρογόνο και νερό. Μετά τη λήξη της αποστολής τους, συνετρίβησαν στη Σελήνη. Και βέβαια, οι Aμερικανοί αστροναύτες που πάτησαν το πόδι τους στο φεγγάρι, δεν είχαν μεγάλο δισταγμό να αφήσουν οτιδήποτε εκεί, αντί να το κουβαλάνε πίσω στη Γη, κάτι που θα τους ανάγκαζε να χαλάσουν περισσότερα πολύτιμα καύσιμα για το ταξίδι της επιστροφής τους.
Όπως είπε ο Μπάρι στο Live Science, «η πραγματική έγνοια ήταν: Μπορούμε να στείλουμε τους αστροναύτες μας με ασφάλεια στη Σελήνη, να πάρουμε τα δείγματα που χρειαζόμαστε και να τους επαναφέρουμε σώους και αβλαβείς;». Κάπως έτσι, η χωματερή της Σελήνης άρχισε να μεγαλώνει.
Η NASA, όπως είπε ο Μπάρι, προκειμένου να μετριάσει τις αρνητικές εντυπώσεις από τον όρο «σκουπίδια», θέλει να βλέπει και μια θετική πλευρά στο ζήτημα, μελετώντας τα υλικά των απορριμμάτων αυτών πόσο γρήγορα αποσυντίθενται από την ακτινοβολία και τις συνθήκες στην επιφάνεια του φεγγαριού.
Μερικά αντικείμενα στη Σελήνη τυπικά δεν ανήκουν στην κατηγορία των σκουπιδιών, καθώς χρησιμοποιούνται ακόμη, όπως ένας ανακλαστήρας ακτίνων λέιζερ, που τοποθέτησε το πλήρωμα του «Απόλλων 11». Οι επιστήμονες στη Γη σημαδεύουν με λέιζερ αυτόν τον ανακλαστήρα και, όταν η ακτίνα επιστρέφει στον πλανήτη μας, μπορούν να υπολογίσουν την απόσταση ανάμεσα στη Γη και στη Σελήνη. Με αυτό τον τρόπο, επιβεβαίωσαν ότι ο δορυφόρος μας απομακρύνεται από το πλανήτη μας με ρυθμό 3,8 εκατοστών κάθε χρόνο.
Από την άλλη, εκτός από την επιστημονική χρησιμότητα ορισμένων αντικειμένων στη Σελήνη, πολλά άλλα θα έχουν αρχαιολογική αξία, όταν κάποτε οι άνθρωποι στήσουν μια μόνιμη βάση εκεί και πηγαινοέρχονται επισκέπτες. Ποιoς δεν θα ήθελε να δει τα ιστορικά απομεινάρια των πρώτων διαστημικών αποστολών;