Η Ντέμπι, η Ντενίζ, η Νταϊάνα και η Ντέιζι, οι γενετικά πανομοιότυπες αδελφές της Ντόλι –που όμως γεννήθηκαν έντεκα χρόνια μετά από αυτήν– είναι "σε αρκετά καλή κατάσταση", όπως ανέφεραν οι ερευνητές που μελέτησαν τα κλωνοποιημένα ζώα.
Τα τέσσερα πρόβατα προέρχονται από τα ίδια κύτταρα μαστικού αδένα με τη Ντόλι, το πρώτο θηλαστικό που κλωνοποιήθηκε με τη μέθοδο της πυρηνικής μεταφοράς σωματικών κυττάρων (SCNT).
Η Ντόλι γεννήθηκε πριν από 20 χρόνια, στις 5 Ιουλίου 1996 αλλά πέντε χρόνια αργότερα παρουσίασε οστεοαρθρίτιδα και αμέσως μετά μια λοίμωξη στους πνεύμονες που ανάγκασε τους επιστήμονες να της κάνουν ευθανασία. Το προσδόκιμο ζωής των προβάτων της ράτσας Φιν-Ντόρσετ, όπως η Ντόλι, είναι περίπου 12 χρόνια.
Ο πρόωρος θάνατος της και η κακή υγεία της ανησύχησαν ιδιαίτερα τον επιστημονικό κόσμο καθώς ταυτόχρονα είχε διαπιστωθεί ότι κλωνοποιημένα ποντίκια παρουσίαζαν τάση παχυσαρκίας, διαβήτη και πέθαιναν πρόωρα.
Τους φόβους αυτούς ήρθε να καθησυχάσει η νέα μελέτη που αφορούσε συνολικά 13 κλωνοποιημένα πρόβατα, ηλικίας 7-9 ετών, μεταξύ των οποίων και τις αδελφές της Ντόλι. "Γενικά, τα αποτελέσματα δείχνουν ότι τα ζώα αυτά είναι αξιοσημείωτα υγιή", τόνισε ο Κέβιν Σινκλέρ του Πανεπιστημίου του Νότιγχαμ, η ομάδα του οποίου παρουσίασε τα συμπεράσματά της σήμερα στην επιστημονική επιθεώρηση Nature Communications.
Ορισμένα από τα πρόβατα παρουσιάζουν συμπτώματα ήπιας οστεοαρθρίτιδας και ένα τους πάσχει ήδη, σε ελαφρά μορφή, κάτι όμως που για τους επιστήμονες είναι αναμενόμενο στην ηλικία τους.
Οι τέσσερις αδελφές της Ντόλι και οι υπόλοιποι εννέα κλώνοι αποτελούν ένα μοναδικό στον κόσμο κοπάδι που ζει στο Νότιγχαμ. Σε αντίθεση με την πρώτη προβατίνα, η οποία για λόγους ασφαλείας είχε κρατηθεί σε εσωτερικούς χώρους, τα ζώα σήμερα περνούν τον χρόνο τους στο ύπαιθρο, κάτι που ενδεχομένως να συνέβαλε θετικά στην υγεία τους αφού τα πρόβατα που μένουν σε μαντριά είναι πιο ευπαθή σε λοιμώξεις.
Η κλωνοποίηση χρησιμοποιείται ήδη σε ορισμένες περιπτώσεις στις ΗΠΑ (όχι όμως και στην Ευρώπη) για την παραγωγή τροφίμων. Οι επιστήμονες όμως ελπίζουν ότι θα καταφέρουν να δημιουργήσουν ανθρώπινα κύτταρα που θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν τους κατεστραμμένους ιστούς και να θεραπεύσουν ασθένειες όπως το Πάρκινσον.