Του Λεωνίδα Τζέκα
Οι τελευταίες ηλιόλουστες ημέρες ήταν μια καλή ευκαιρία για ένα ταξίδι στην επιβλητική Πίνδο. Η παρέα αποφασίζει να ακολουθήσουμε τον παλιό δρόμο Καλαμπάκας- Μετσόβου και στο ύψος του Αυχένα να κατεβούμε οδηγώντας στους χωματόδρομους της Κεντρικής Πίνδου μέχρι το χωριό Μαλακάσι.
Αφήνουμε πίσω μας την Καλαμπάκα με την εντυπωσιακή ομορφιά των βράχων των Μετεώρων και περνάμε τη γέφυρα του Μουργκανίου χαζεύοντας ένα καταπληκτικό, γεμάτο φθινοπωρινά χρώματα, πλατανοδάσος κοντά στον Πηνειό. Η ανηφορική διαδρομή είναι δύσκολη αλλά σε αποζημιώνει με την ομορφιά της. Τα χωριά απλώνονται δεξιά και αριστερά του δρόμου, βλαχοχώρια που το καλοκαίρι γεμίζουν από κόσμο, ενώ τον χειμώνα διαβιούν εκεί μερικοί ηλικιωμένοι.
Φτάνουμε στην παράκαμψη της εθνικής Τρικάλων – Ιωαννίνων, αριστερά μας ο δρόμος για το Μαλακάσι, ευθεία η Εγνατία με τις μεγάλες γέφυρες και τα τούνελ και δεξιά μας η παλιά εθνική. Στρίβουμε δεξιά, σε έναν δρόμο που για δεκαετίες ένωνε την Κεντρική Ελλάδα με την Ήπειρο, μια δύσκολη διαδρομή για τους οδηγούς τον χειμώνα, αφού πολλές φόρες από τη βαρυχειμωνιά έκλεινε. Μετά τη λειτουργία της Εγνατίας Οδού σπάνια περνά αυτοκίνητο από εδώ, επίσης έκλεισε το κέντρο που φιλοξενούσε τα εκχιονιστικά μηχανήματα αλλά και το καφέ εστιατόριο όπου έκαναν στάση τα λεωφορεία και τα ΙΧ. Ο δρόμος δεν συντηρείται πια και σε πολλά σημεία το οδόστρωμα αρχίζει να υποχωρεί.
Με αυτές τις εικόνες στο μυαλό κάνουμε στάση στον Αυχένα της Κατάρας (1800 μ.). Ο καιρός είναι υπέροχος και έχουμε την ευκαιρία να απολαύσουμε από τη νότια πλευρά του δρόμου τον ορεινό όγκο της Πίνδου, ενώ στο βάθος προβάλλει ο Όλυμπος και η κορυφή του Κισσάβου. Από την άλλη πλευρά του δρόμου στον ορίζοντα αχνοφαίνονται οι κορυφογραμμές της βόρειας Πίνδου.
Περιοχές γεμάτες με υπέροχα δάση με πεύκα, έλατα, βελανιδιές και ρόμπολου, και γενικότερα με μεγάλη ποικιλία σε διάφορα είδη χλωρίδας και πανίδας. Στην περιοχή είναι μόνιμη η παρουσία λύκων, αρκούδων, αγριογούρουνων, ζαρκαδιών, λαγών, αλεπούδων και άλλων άγριων ζώων.
Επιστρέφουμε και αφήνουμε πίσω τα κουφάρια του πρώην σταθμού, του δασαρχείου και του εστιατόριου που σαν φαντάσματα στοιχειώνουν το πανέμορφο τοπίο.
Στρίβουμε στον χωματόδρομο, καθώς ο Παναγιώτης ο οδηγός μας, που είναι από τα μέρη αυτά, αποφάσισε να ταξιδέψουμε προς το χωριό Μαλακάσι μέσα από το δάσος και τα ρέματα.
Η διαδρομή γίνεται μέσα στην πυκνή βλάστηση, με πολλές απότομες στροφές.
«Στάση» φωνάζει ο Παναγιώτης και πατάει φρένο.
Από εδώ– μας ξεναγεί ο Πάνος - τις βόρειες πλάγιες του Λάκμου (Περιστέρι και Ζυγό), στα δυτικά του χωριού, πηγάζουν τα δύο ρέματα Ρούτζι και Χινίστα που συγκλίνουν και σχηματίζουν το Μαλακασιώτικο ρέμα (είναι το πρώτο κομμάτι της διαδρομής του Πηνειού πόταμου). Υπάρχουν πολλές ακόμα πηγές όπως το Χάνι, το Τριαντάφυλλο, η Μάγγου, η Κυριακή, η Φούντε – Νιάρε.
Με τις φωτογραφικές μηχανές στον ώμο χάνομαι για λίγο στο ρέμα, μαγεμένος από το τοπίο και τα χρώματα.
Τελευταίος σταθμός του ταξιδιού μας το Μαλακάσι. Ένα χωριό πνιγμένο στο πράσινο, γεμάτο από θρύλους και παραδόσεις. Το χειμώνα οι κάτοικοι είναι λίγοι που όμως το καλοκαίρι ξεπερνούν τους 1000. Ωραία πέτρινα σπίτια, παλιές εκκλησιές και ο παλιός μύλος, εποχής τουρκοκρατίας, συμπληρώνουν τη γραφική εικόνα του, με την πλατεία κάτω από τα αιωνόβια πλατάνια και με το νερό να τρέχει κελαριστό από τις βρύσες.
Ο καλός καιρός έδωσε την ευκαιρία στους κατοίκους να κάνουν διάφορες δουλειές, κάποιες γιαγιάδες ασχολήθηκαν με τον κήπο, οι άνδρες έκοβαν ξύλα για το χειμώνα. «Εδώ ο χειμώνας είναι βαρύς και διαρκεί περισσότερο - μας είπε κάποιος που έκοβε τον κορμό ενός δένδρου – και χρειαζόμαστε μεγαλύτερη ποσότητα».
Καθώς το αλυσοπρίονο τεμάχιζε τα ξύλα, μια γιαγιά τα μετέφερε στην αυλή.
Πήραμε τον δρόμο της επιστροφής όταν το απογευματινό φως πήρε την παλέτα με τα χρώματα και έβαψε την πλάση με μία ζεστή κόκκινη απόχρωση, ενώ το φεγγάρι άρχισε να εμφανίζεται δειλά, ρίχνοντας την αυλαία σε άλλη μία πράξη του πανάρχαιου δράματος.