* «Η ανεπάρκεια των πολιτικών ελίτ δεν είναι αποκλειστικά σημερινό φαινόμενο. Η διαφθορά δεν γεννήθηκε τώρα και ξαφνικά σ' αυτό τον τόπο. Η ανίκανη δημόσια διοίκηση δεν προέκυψε ξαφνικά σήμερα. Η διαπλοκή ισχυρών οικονομικών συμφερόντων με την πολιτική και τα μέσα ενημέρωσης και ο επακόλουθος άνομος πλουτισμός πολιτικών, προμηθευτών του Δημοσίου, μεσαζόντων και λοιπών επιτηδείων έχουν εμφανιστεί εδώ και πολλά χρόνια».
ΑΘΗΝΑ
Στα παιχνίδια εξουσίας στον Τύπο και την πολιτική, από το 1970 έως το 2000, αναφέρεται το βιβλίο του δημοσιογράφου Πάνου Λουκάκου, το οποίο κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Εστία με τίτλο «Η αθέατη όψη».
Σε 284 σελίδες, ο συγγραφέας παρουσιάζει άγνωστες πτυχές γεγονότων από την Ελλάδα της Δικτατορίας στην Ελλάδα της Ελευθερίας, αλλά και στην Ελλάδα της δημοκρατικής «ευμάρειας». Φέρνει στο φως της δημοσιότητας ορισμένες εκπληκτικές εκμυστηρεύσεις, πικρόχολα σχόλια, απίθανα περιστατικά, καταχωνιασμένες ειδήσεις, δόλια παρασκήνια, αλλά και γραφικές συμπεριφορές πρωτοκλασάτων (όλα αυτά που σημείωνε στο απόρρητο μπλοκάκι του τα χρόνια που εργάστηκε ως πολιτικός συντάκτης και στο τέλος βουλευτής της ΝΔ επί Μιλτιάδη Έβερτ).
Έχοντας το προνόμιο να γνωρίζει από κοντά μεγάλα ονόματα της πολιτικής, και ιδιαίτερα τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και μεγάλους εκδότες, όπως τον Χρήστο Λαμπράκη, δίνει χαρακτηριστικά στιγμιότυπα και αποκαλυπτικά σχόλια για πρόσωπα και καταστάσεις που διαμόρφωσαν την Ελλάδα της Μεταπολίτευσης. Δημοσιοποιώντας ιστορικού, πια, χαρακτήρα συζητήσεις πρωταγωνιστών, περιγράφοντας επαφές, αφαιρώντας το πέπλο από ορισμένα κορυφαία ονόματα, προσφέρει τη μαρτυρία του για να δει ο αναγνώστης ότι η σημερινή κατάρρευση έχει την υπόγεια σύνδεσή της με την αμεριμνησία του τότε.
«Σειρά γεγονότων και λαθών, μετά το 1974, οδήγησαν στο σημερινό κατάντημα και την παράδοση της χώρας σε ξένες κυβερνήσεις και τους διεθνείς υπαλλήλους- τοποτηρητές τους» σημειώνει στον πρόλογο και συνεχίζει στηλιτεύοντας στις ηγεσίες: «Η ανεπάρκεια των πολιτικών ελίτ δεν είναι αποκλειστικά σημερινό φαινόμενο. Η διαφθορά δεν γεννήθηκε τώρα και ξαφνικά σ' αυτό τον τόπο. Η ανίκανη δημόσια διοίκηση δεν προέκυψε ξαφνικά σήμερα. Η διαπλοκή ισχυρών οικονομικών συμφερόντων με την πολιτική και τα μέσα ενημέρωσης και ο επακόλουθος άνομος πλουτισμός πολιτικών, προμηθευτών του Δημοσίου, μεσαζόντων και λοιπών επιτηδείων έχουν εμφανιστεί εδώ και πολλά χρόνια».
Και τι έπραξε ο ίδιος όντας, για δεκαετίες, δίπλα σε ισχυρούς του Τύπου και της πολιτικής; «Όλα αυτά τα βλέπουμε σήμερα όλοι. Αλλά στο παρελθόν, αμέριμνοι, χαζοχαρούμενοι και αυτοϊκανοποιημένοι σπρώχναμε αρειμανίως τα προβλήματα κάτω από το χαλί και νομίζαμε ότι έτσι δεν θα τα πληρώσουμε. Να όμως, τώρα, που έφτασε η ώρα της πληρωμής, που ήλθε ο λογαριασμός. Και η ώρα αυτή μας βρήκε τραγικά ανέτοιμους» καταλήγει στον πρόλογο για τον ... επίλογο της χώρας.
Αμέσως μετά ξεκινάει την αφήγηση από τα παιδικά του χρόνια στην «ακριβή», το 1949, οδό Μαυροματαίων. Γιος ασφαλιστή, ζήλευε την ελευθερία των φτωχόπαιδων του προσφυγικού Πολύγωνου, τελείωσε τη Σχολή Αηδονοπούλου, απόφοιτος της Γερμανικής Σχολής, μέτριος μαθητής, πέρασε στη Νομική Αθηνών ζώντας το ασφυκτικό κλίμα της Δικτατορίας, της οποίας τη «φιλοξενία» δέχθηκε λίγες μέρες στο κρατητήριο της Γενικής Ασφάλειας, επί της οδού Μπουμπουλίνας, όταν συνελήφθη επειδή με άλλους συμφοιτητές του τήρησαν ενός λεπτού σιγή στο αμφιθέατρο την ημέρα της κηδείας του Γεωργίου Παπανδρέου.
Το 1972 ακολουθεί η είσοδός του στο μεταφραστικό τμήμα του καθημερινού «Βήματος». Στην αρχή μαθητευόμενος και κατόπιν ρεπόρτερ των υπουργείων Εργασίας και Υγείας. Ενδιάμεσα έκανε μεταπτυχιακές νομικές σπουδές στη Δυτική Γερμανία , για να ανέλθει, βαθμηδόν, στο αριστοκρατικό πολιτικό ρεπορτάζ της Μεταπολίτευσης, αφού πέρασε από το δικαστικό ρεπορτάζ, καλύπτοντας τις δίκες των πραξικοπηματιών και των βασανιστών. Ώσπου, με προσωπική επιλογή του Χρήστου Λαμπράκη, βρέθηκε στο άβατο του πρες ρουμ με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Αθανάσιο Τσαλδάρη να λέει στη συντεχνία των πολιτικών συντακτών που τηρούσαν, πάντως, το off the record- την εμπιστευτική ενημέρωση: «Εσάς δουλειά σας είναι να ρωτάτε και εμένα δουλειά μου είναι να μην απαντάω»...
«ΝΑ ΒΟΗΘΗΣΕΙΣ ΟΣΟ ΜΠΟΡΕΙΣ...»
Και ιδού η πρώτη άνωθεν... ευγενική εντολή σε γεύμα στον «Φλόκα» της Πανεπιστημίου: «Λίγο πριν από τις εκλογές του 1977, ο Λαμπράκης μου ζήτησε να βοηθήσω, όσο μπορώ, τον Γεώργιο Μαύρο, ως αντίβαρο στην άνοδο του Ανδρέα Παπανδρέου, την αντιπάθειά του προς τον οποίο δεν έκρυβε. "Θα καταστρέψει τον τόπο, μαζί και εμάς, καθώς μας θεωρεί τους μεγάλους εχθρούς του από τότε, προδικτατορικά, που ήλθε στην Ελλάδα" μου είπε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε ότι έπρεπε να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να τον σταματήσουμε!».
Μετά την ήττα του κεντρώου Γεωργίου Μαύρου, έναν χρόνο από τις εκλογές του 1981, τον κάλεσε πάλι στο ίδιο μέρος και του ανήγγειλε τη στροφή: «Βαδίζουμε μαθηματικά προς μεγάλη νίκη του Παπανδρέου. Δεν έχουμε περιθώρια να τον πολεμήσουμε, άμεσα ή έμμεσα. Είναι, ήδη, καχύποπτος απέναντί μας. Πρέπει να πεισθεί ότι θα τον υποστηρίξουμε ανεπιφύλακτα. Διαφορετικά, θα μας χτυπήσει αμείλικτα. Σας παρακαλώ να αρχίσετε να τον βλέπετε τακτικά».
Η ΜΕΛΑΝΗ ΣΕΛΙΔΑ
Ο Πάνος Λουκάκος χαρακτηρίζει «μία από τις πιο μελανές σελίδες της ελληνικής κοινοβουλευτικής ιστορίας» την ψηφοφορία που οργάνωσε ο Ανδρέας Παπανδρέου για την εκλογή του Χρήστου Σαρτζετάκη ως Προέδρου της Δημοκρατίας, στις 29 Μαρτίου του 1985, «μετά την εξαπάτηση του Καραμανλή», τον οποίο συναντούσε ως αρθρογράφος και επικεφαλής του πολιτικού ρεπορτάζ της «Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας» μετά την αποχώρησή του από το «Βήμα» και τη σύντομη θητεία του στη θέση του διευθυντή ειδήσεων της «πράσινης» ΕΡΤ.
Περιγράφει την άγρια πόλωση, μέχρις εσχάτων, Παπανδρέου- Μητσοτάκη με επίκεντρο το σκάνδαλο Κοσκωτά, που οδήγησε το καλοκαίρι του 1989 στην κυβερνητική σύμπραξη ΝΔ και Αριστεράς, υπό τον Τζανή Τζανετάκη. Σήμερα, γράφει ότι «τα στοιχεία που προσκομίστηκαν ήταν εντελώς ανεπαρκή για να στηρίξουν τις κατηγορίες στο Ειδικό Δικαστήριο».
Από την «Ελευθεροτυπία» μεταβαίνει στην «Καθημερινή» και ως αρθογράφος στην πρώτη σελίδα ήταν τακτικός, πάλι, προσκαλεσμένος συζητητής του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ο οποίος, στο μεταξύ, είχε δεχθεί να εκλεγεί, επί πρωθυπουργίας Μητσοτάκη, στις 5 Μαΐου του 1990, Πρόεδρος της Δημοκρατίας με εθιμοτυπικές αρμοδιότητες.
«ΜΟΙΡΑΙΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ»
Οι πλέον εκρηκτικές σελίδες είναι αυτές για τη γνώμη του Κωνσταντίνου Καραμανλή σχετικά με τους Παπανδρέου: «Μοιραία οικογένεια. Ο πατέρας διέλυσε το κόμμα του και δεν μπόρεσε να αποτρέψει τη Δικτατορία. Καλός ρήτορας ήταν, αλλά δεν ήταν σοβαρό πρόσωπο. Όλο λόγια. Κάποτε με είχε παρακαλέσει να τον πάρω στο κόμμα μου και να τον κάνω υπουργό. Αρνήθηκα. Την άλλη μέρα βγήκε και με έβριζε. Αλλά ο γιος του είναι χειρότερος. Αυτόν δεν τον πληρώσαμε με Δικτατορία. Τον πληρώνουμε, όμως, που διέλυσε το κράτος και που οδήγησε αυτή την κοινωνία στην αποσύνθεση και την εξαχρείωση. Πώς με αντιμετωπίζει σήμερα; Δεν βαριέσαι. Δεν γνωρίζει τη λέξη ντροπή. Έρχεται σήμερα χαρούμενος, γελαστός, με κολακεύει, σχεδόν με δουλικότητα, σαν να μην έχει συμβεί τίποτα. Και εγώ του φέρομαι καλά. Πρόεδρος είμαι, οφείλω να αγνοώ τα όσα συνέβησαν στο παρελθόν».
Ο αναγνώστης θα πρέπει να έχει υπόψη ότι πρόκειται για μία συναρπαστική αλλά μονόπλευρη μεταφορά κρίσεων και συμβάντων, καθώς δεν είναι βιβλίο ιστορίας αλλά προσωπική κατάθεση. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο συγγραφέας αποφεύγει ακόμη και την παραμικρή κριτική αναφορά στον Κωνσταντίνο Καραμανλή.
Ούτως ή άλλως, αυτό το προσωπικό αφηγηματικό ημερολόγιο αναδεικνύει ζητήματα που αφορούν τις σχέσεις συναλληλίας του δημοσιογράφου με τις πηγές του, τη σχετική αυτονομία του πολιτικού συντάκτη έναντι των οικονομικών συμφερόντων του εκδότη- παράγοντα. Αποκαλύπτει στιγμές μετριότητας των μεγάλων, τη διαλυτική συμπεριφορά των παρατρεχάμενων, τον κυνισμό μικρών και μεγάλων όταν παίζεται η προσωπική φιλοδοξία. Κυρίως, φωτίζει την απίστευτη αλληλοϋπονόμευση ομοϊδεατών που λάμβανε χώρα μέσα στα κόμματα εξουσίας τα οποία, μανιωδώς, επεδίωκαν να εισέλθουν σε ένα κράτος- παρωδία.
Τελικά πρόκειται για ένα- αντικειμενικά- χρήσιμο βιβλίο για την ιστορικότητα του καθημερινού που ζει και γράφει ο πολιτικός συντάκτης.