Είχε την τύχη (λόγω του επαγγέλματός του) να επισκεφθεί πολλές φορές όλα σχεδόν τα χωριά του Κισσάβου, του Ολύμπου και του Πηλίου, καταγράφοντας τις εντυπώσεις του, τις οποίες απέστελλε προς δημοσίευση σε εφημερίδες και φιλολογικά περιοδικά της εποχής. Στο σημερινό φύλλο (αλλά και στο επόμενο), θα παρουσιάσουμε τις εντυπώσεις του Αθανασίου Μανδαλόπουλου από την Αγυιά και την Ραψάνη. Το κείμενο για την Αγυιά δημοσιεύθηκε τον Αύγουστο του 1883 [1] στην εφημερίδα της Λάρισας «Ανεξαρτησία», εκδότης της οποίας ήταν Βασίλειος Αργυρόπουλος. Διατηρήσαμε την πρωτότυπη μορφή του κειμένου, παραθέτοντας σε αγκύλες μικρές επεξηγηματικές σημειώσεις.
α) Περί Αγυιάς [Εν Αγυιά τη 28 Ιουλίου 1883]: «Εν Αγυιά δεν απολαύομεν των διασκεδάσεων της Λαρίσσης, ήτοι των παραποταμίων ωδικών καφφενείων της μουσικής, και των σαντουρίων [= έγχορδα μουσικά όργανα], αλλά διερχόμεθα τας ημέρας του καύσωνος εν φύσει αναπνέοντες οτέ μεν την αύραν μιας μαγικής εξοχής, υφ’ής περικυκλούμεθα, οτέ δε θαυμάζομεν εκ του σύνεγγυς την καλλονήν του εξοχικού εκείνου παραδείσου του χωρίου Αϊδενλή ή Τουρκοχωρίου [= σημ. Νερόμυλοι]. Ευρισκόμεθα εν διηνεκεί έαρι [= διαρκή άνοιξη] αποπνέοντι τας ευωδίας των αρωματοφόρων δένδρων. Εν απεριγράπτω αμίλλη αμιλλώνται αι εξοχαί κατά τας καλλονάς. Φαντάζομαι βεβαίως ότι αδιστάκτως αποφαίνεσθε πάντες συν εμοί ότι προς ουδέν λογίζεσθε [= σκέφτεστε] τα σαντούρια ή την μουσικήν απέναντι της φύσεως, ήν ατελώς ανωτέρω εν ολίγοις παριστώ υμίν [= σας παρουσιάζω]. Προσθέσατε εις όλα ταύτα ότι οπωσδήποτε ειμί [= είμαι] ελεύθερος μη κατατρυχόμενος υπ’ εκείνης της συνεχούς και παρατεταμένης αγωνίας, εις ήν επί δέκα μήνας ευρίσκονται όλοι οι εγκολπωθέοντες το επάγγελμά μου [= οι δικηγόροι]. Ελεύθερος, ελεύθερος θα αναπνέω επί τινάς ημέρας, και θα ευχαριστούμαι καταπίνων την δροσεράν και ευώδη αύραν των νυκτών υπό τας πλατάνους και τας πέντε ευθυτενείς και υψηλάς ιτέας τας εν τω μεσοχωρίω της Αγυιάς ευρισκομένας, χωρίς να δοκιμάζω την αγωνίαν εις ην με εμβάλλει τι πρόβλημα το οποίον ανά πάσαν Τετάρτην μας υποβάλλεται και μετά οκτώ ημέρας λύεται.
Καταλείπεις την Αγυιάν και βαίνεις εν καταδένδρω οδώ εις τα εκτός εν τέταρτον μακράντης Αγυιάς κείται η Ρέτζανι [= σημ. Μεταξοχώρι]. Απερίγραπτος η καλλονή της! Εκείσαι αποκαλύπτονται εν διαυγεί διανοία τοσαύται φυσικαί καλλοναί, ώστε μόνον ποιηταί δύνανται να τας καθαρίσωσι. Εν εμοί συγκεχυμένως παριστώνται τόσοι και τόσοι ρύακες [= ρυάκια], ποτάμια, δάση, ανθώνες, φύσις εν γένει γελόεσσα μαγευτικωτάτη. Ρίπτεις το βλέμμα σου άνωθεν εις τα δασέα [= πυκνά] φύλλα των υψικόμων [= με ψηλό φύλλωμα] δένδρων. Ευρίσκεις το μυστήριον της φύσεως, βλέπεις τα πτηνά λαλούντα, γελώντα, χαίροντα, ποιούμενα θωπείας προ των οφθαλμών σου. Πως δύναται να δεχθή τις ότι το ένστικτον τα οδηγεί, αφού εναργώς [= με διαύγεια] βλέπεις και κατανοείς ότι ουχί μηχανικώς ζώσι, αλλ’ η μήτηρ θεωρεί το τέκνον της το αγαθόν της, το θωπεύει, το εναγκαλίζεται και τω παρέχει όλας τας περιποιήσεις, άς [= τας οποίας] και εν τα ανθρωπίνω γένει ευρίσκει τις. Ολίγον εκεί εκείθεν της Ρετζιάνης ευρίσκεται το Αϊδενλή ή Τουρκοχώριον. Αληθώς παράδεισος! Το όλον είναι περιβόλιον εκτεταμένον περιρρεόμενον πανταχόσε από ύδατα άφθονα και αναδίδον μυροβόλας ευωδίας. Οι οθωμανοί αναχωρούσι, και προτρέπομεν πάντας τους ευπόρους της Λαρίσσης να αγοράσωσι οικίας εν τούτω, ένθα θα διέρχωνται το θέρος εν υπερτέρα των ελβετικών εξοχή.
Περιορίζομαι εν τοις ολίγοις τούτοις εν τη παρούση περί των φυσικών πλεονεκτημάτων της χώρας, επιφυλασσόμενος εν επομένη επιστολή μου να επεκταθώ, καθόσον ουχί άσκοπον νομίζω να σας δώσω ιδέαν τινά και περί των «κοινών» της χώρας. Σημείον εύελπι διά τον τόπον είναι ότι η δοθείσα εφέτος ψήφος εν ταις δημοτικαίς εκλογαίς εδόθη επ’ αγαθώ της χώρας. Κατέλαβε την πρώτην δημοτικήν θέσιν ο κ. Ιωάννης Δάλλας [2] περί ού [= του οποίου] η «Ανεξαρτησία» είχε προ των εκλογών εκδηλώσει το φρόνημά της, ανήρ κεκτημένος αρκούσαν ικανότητα ώστε να κατανοήση πάσαν ανάγκην του τόπου τούτου, κεκτημένος επίσης πάσαν καλήν θέλησιν.
Εάν εν τοις δήμοις των παλαιών Επαρχιών δέον οι δήμαρχοι να ώσιν [= να είναι] οίοι [= αυτοί που] πρέπει να ήναι, πολλώ μάλλον εν τοις αρτισυστάτοις τούτοις δήμοις, εν οίς [= που πάνω σ’ αυτούς] πρόκειται να τεθώσιν αι «βάσεις» της αυτοδιοικήσεως επ’ αγαθώ [= για το καλό] της χώρας. Εκτός της Αγυιάς αλλά και περί των περιχώρων φροντίζει ο νέος δήμαρχος. Ιδίοις όμμασιν [= με τα ίδια μου τα μάτια] είδον εν Αϊδενλή επιβάλλοντα την καθαριότητα και απειλούντα κατά των παραβαινόντων τας περί καθαριότητος διατάξεις την εις το Πταισματοδικείον εισαγωγήν των. Έτερον μέγιστον καθήκον έχουσι επίσης οι κ. δήμαρχοι των νέων Επαρχιών. Ο λαός ούτος δέον ήδη εν τη αρχή του νέου του βίου (του συνταγματικού) να διδαχθή να μεταχειρίζηται τα πολιτικά του δικαιώματα ως καθήκοντα, ήτοι υπέρ του μεγίστου των συμφερόντων της πολιτείας. Δέον να εγκολπωθή [= να αποδεχθεί] τους άνδρας των έργων και του καθήκοντος, εργαζόμενος προς τούτο εν ειλικρινεία. Εις τούτο καλούνται οι κ. δήμαρχοι να επιστήσωσι την προσοχήν των και τότε έστωσαν [= θα είναι] βέβαιον ότι θα φανώσιν ευεργέται εις τον δήμον των, και τοιαύται υπηρεσίαι ουδέποτε θα λησμονηθώσι».
(συνεχίζεται)
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]. Ανεξαρτησία (Λάρισα), έτος Β’, φ. 187 (5 Αυγούστου 1883), σ. 3.
[2]. Ο δήμαρχος Δωτίου Ιωάννης Δάλλας (ή Χατζηγιανάκος) δολοφονήθηκε πιθανότατα για κομματικούς λόγους μέσα στην οικία του στην Αγυιά στις 5/17 Σεπτεμβρίου 1883. Παρόλο που η αστυνομία εξαπέλυσε ανθρωποκυνηγητό για τον εντοπισμό των δολοφόνων και παρά τις αθρόες συλλήψεις που διενεργήθηκαν, οι πραγματικοί ένοχοι δεν παραπέμφθηκαν ποτέ στη δικαιοσύνη. Γιος του Ιωάννη Δάλλα ήταν ο δικηγόρος και βουλευτής Μιλτιάδης Δάλλας (1860-1951).
Από τον Αλέξανδρο Χ. Γρηγορίου