Η σύμβαση αυτή υπογράφηκε προς εκτέλεση του άρθρου 18 της Σύμβασης για την παραχώρηση της Θεσσαλίας και της Άρτας (24 Μαΐου 1881) μεταξύ της Ελλάδος, της Τουρκίας και των αντιπροσώπων των Μεγάλων Δυνάμεων (Σύμβαση της Κωνσταντινουπόλεως).
Εκτός από την επιτροπή που ορίστηκε για τον καθορισμό των νέων συνόρων, συστάθηκε και μία άλλη ειδική Επιτροπή από την Ελλάδα και την Τουρκία «η οποία θέλει επιφορτισθή να κανονίση εντός δύο ετών πάσαν υπόθεσιν, αναγομένην εις κτήσεις του Κράτους και παν ζήτημα, αφορών συμφέροντα ιδιωτών σχετιζόμενα προς αυτάς. Η επιτροπή αύτη θέλει ορίσει την πληρωτέαν παρά της Ελλάδος εις την Τουρκίαν αποζημίωσιν διά τα ακίνητα κτήματα όσα ήθελον αναγνωρισθή ανήκοντα καλή τη πίστει εις το Οθωμανικόν Κράτος και αποφέροντα αυτώ ετήσιον εισόδημα» (άρθρο 9 της σύμβασης της 20ής Ιουνίου 1881). Στις 18 Απριλίου 1882 ο Δημήτριος Σαράβας διορίσθηκε από την κυβέρνηση του Χαριλάου Τρικούπη ως επίτροποςτης Ελλάδος στη Θεσσαλία (ΦΕΚ 77/Α/13-8-1882). Ποιος όμως ήταν ο διορισθείς επίτροπος;
Γιος του μεγαλέμπορα Στασινού Σαράβα και της Ελένης Κετσέα, ο Δημήτριος Σαράβας γεννήθηκε το 1820 στους Δολούς της Μάνης. Πτυχιούχος της Νομικής Σχολής του Εθνικού Πανεπιστημίου διορίστηκε την 1η Δεκεμβρίου 1861 δικηγόρος στα δικαστήρια της Καλαμάτας (ΦΕΚ 8/Α/14-2-1861), ενώ στη συνέχεια μεταπήδησε στον δικαστικό κλάδο. Από τη μεταπολίτευση του 1862 και μετέπειτα η σταδιοδρομία του υπήρξε εκπληκτική. Ως Πρωτοδίκης και ως Εφέτης στην αρχή, αλλά και αργότερα ως Αρεοπαγίτης «αποκλειστικώς επεδόθη εις την των κοινών της πατρίδος υπηρεσίαν, κρατερώς αγωνιζόμενος υπέρ της ανορθώσεως και ισχύος των νόμων, είτε ως αντιπρόσωπος της επαρχίας Οιτύλου εν τη Εθνική Συνελεύσει και τη Βουλή, είτε έξωθεν αυτής ως ιδιώτης» [2].
Εκλέχθηκε βουλευτής Οιτύλου επί σειρά ετών, ενώ κατά τη διάρκεια της κοινοβουλευτικής του θητείας άσκησε τα υπουργικά καθήκοντα τρεις φορές. Στις 6 Ιουνίου 1869 διορίσθηκε προσωρινός υπουργός Δικαιοσύνης (ΦΕΚ 27/Α/14-6-1869), στη συνέχεια υπουργός επί των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως και τέλος στις 27 Δεκεμβρίου 1869 διορίσθηκε εκ νέου υπουργός Δικαιοσύνης (ΦΕΚ 1/Α/3-1-1870).
Ο Δημήτριος Σαράβας ήταν ήδη 62 ετών όταν διορίσθηκε επίτροπος στη Θεσσαλία. Μαζί με τον Παναγιώτη Ζάνο έφθασαν στα τέλη Φεβρουαρίου του 1883 ατμοπλοϊκώς στον Βόλο και από εκεί μετέβησαν στη Λάρισα, η οποία είχε ορισθεί ως έδρα της Επιτροπής [3]. Κατέλυσαν στο ξενοδοχείο του Χρήστου Βαμβακά και ανέμεναν την έναρξη των διαπραγματεύσεων. Οι Οθωμανοί συνάδελφοί τους με επικεφαλής τον Ισμαήλ βέη είχαν εγκατασταθεί στην πόλη πολύ νωρίτερα. «Η δυσκολία του προβλήματος που οι Έλληνες επίτροποι επρόκειτο να αντιμετωπίσουν προκαλούσε ανησυχίες και στους ξένους διπλωμάτες στην Αθήνα, που μόνον εν μέρει αμβλύνθηκαν όταν έγινε γνωστό ότι η ελληνική κυβέρνηση είχε διορίσει αναγνωρισμένες προσωπικότητες γι’ αυτό τον σκοπό» [4].
Η επιτροπή συνεδρίασε για πρώτη φορά στις 23 Μαΐου 1883. Σύμφωνα με τις αναφορές προς το αρμόδιο Υπουργείο «προκλήθηκαν διαφωνίες στη διαδικασία». Πέρα από αυτές που αναφέρει διεξοδικά η Αγγελική Σφήκα – Θεοδοσίου (σ. 208-209), οι Τούρκοι θεώρησαν εξ’ αρχής ότι η παραχώρηση της Θεσσαλίας και της Άρτας προς την Ελλάδα έγινε λόγω της γενναιοδωρίας του σουλτάνου και επομένως απέρριπταν ή θεωρούσαν υπερβολικές και ανεφάρμοστες τις ελληνικές απαιτήσεις. Στις 3 Οκτωβρίου 1883 οι Οθωμανοί επίτροποι κατέθεσαν στην Ελληνική Κυβέρνηση έναν κατάλογο των ακινήτων για τα οποία ζητούσαν αποζημιώσεις (ΦΕΚ 512/Α/7-12-1883). Οι συνεδριάσεις διακόπτονταν για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Οι Οθωμανοί ζητούσαν τη μετάθεση της έδρας της Επιτροπής στην Αθήνα, αλλά οι Έλληνες επίτροποι (Σαράβας και Ζάνος) είχαν εντολή από τον Χαρίλαο Τρικούπη να παραμένουν στη Λάρισα (στα διαστήματα των διακοπών) και να μην επιστρέφουν στην Αθήνα. Το κλίμα της Θεσσαλίας αλλά και οι χρονοβόρες διαδικασίες και καθυστερήσεις κλόνισαν την υγεία του Δημητρίου Σαράβα. Σε επιστολή του από τη Λάρισα προς έναν συγγενή του έγραφε: «Εγώ έμπλεξα με τα σωστά μου ενταύθα και δεν ηξεύρω πως θα κατορθώσω να ξεγλυτώσω. Οπωσδήποτε όμως δεν θα θ’ αποφασίσω να απομακρυνθώ, έστω και με την θυσίαν και αυτής της υγείας μου, πριν ή θέσω τας βάσεις του συστήματος, όπερ νομίζω το μόνον δυνάμενον να υπερασπίση αποτελεσματικώς τα δίκαια και τα συμφέροντα της Ελλάδος όσον αφορά τας εκ της τελευταίας συμβάσεως απαιτήσεις της Τουρκίας. Πέποιθα δ’ ότι το σύστημα, όπερ εν τη Επιτροπή ηκολούθησα, απήλλαξα την Ελλάδα αποζημιώσεων εις δεκάδας εκατομμυρίων ανερχομένων» [5].
Μέχρι τα μέσα του 1885 το ζήτημα των αποζημιώσεων δεν είχε λυθεί. Η κλονισμένη ήδη υγεία του Δημητρίου Σαράβα ανάγκασε τον τελευταίο να επιστρέψει εσπευσμένα στην Αθήνα την άνοιξη του 1885. Απεβίωσε στα τέλη Ιουνίου του ιδίου έτους. Σε όλη τη διάρκεια του βίου του «διεκρίθη επί παιδεία, ακεραιότητι χαρακτήρος και ευθαρσία φρονήματος» [6]. Από τον γάμο του (1860) με την Πηνελόπη Κ. Δεληγιάννη δεν είχε αποκτήσει απογόνους. Διετέλεσε στενός φίλος και ένας από τους εκτελεστές της διαθήκης του μεγάλου ευεργέτη της Καλαμάτας Σπυρίδωνος Αλεξανδράκη (1807-1871). Ο ίδιος είχε προσφέρει μεγάλα χρηματικά ποσά υπέρ των πλημμυροπαθών της Λάρισας κατά τη διάρκεια της μεγάλης πλημμύρας που έπληξε την πόλη τον Οκτώβριο του 1883 [7].
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]. Νόμος ΠΛΖ’ (11 Μαρτίου 1882): «Περί κυρώσεως της μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας συμβάσεως της 20ής Ιουνίου (2 Ιουλίου) 1881, αφορώσης εις τα νέα σύνορα μεταξύ των δύο κρατών» (ΦΕΚ 14/Α/13-3-1882).
[2]. Θ. Κ., «Δημήτριος Σαράβας», Αττικόν Ημερολόγιον (Αθήνα) [Ειρηναίος Ασώπιος], τ. 20 (1886), σ. 489-493. Ειδικώς, σ. 490.
[3].«Αφίκετο εκ Βόλου ο επί της εκκαθαρίσεως των εν Θεσσαλία βακουφικών κτημάτων Έλλην επίτροπος Σαράβας». Βλ. Ανεξαρτησία (Λάρισα), φ. 142 (2 Μαρτίου 1883).
[4]. Αγγελική Σφήκα-Θεοδοσίου, Η προσάρτηση της Θεσσαλίας. Η πρώτη φάση στην ενσωμάτωση μιας ελληνικής επαρχίας στο ελληνικό κράτος (1881-1885). Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκη, Φιλοσοφική Σχολή, Τμήμα ιστορίας και αρχαιολογίας (Διδακτορική διατριβή), 1988, σ. 207.
[5]. Αττικόν Ημερολόγιον, σ. 491.
[6]. Εβδομάς (Αθήνα) [Δημ. Καμπούρογλου], έτος Β’, φ. 71 (7 Ιουλίου 1885), σ. 316.
[7]. Ανεξαρτησία (Λάρισα), φ. 207 (26 Οκτωβρίου 1883).
Από τον Αλέξανδρο Χ. Γρηγορίου