Ο πολλά υποσχόμενος νεαρός, αλλά άγνωστος σχεδόν στον ευρύ κοινό δημοσιογράφος που γεννήθηκε στη νήσο Κέα (Τζια), στάθηκε «άτυχος» αφού απεβίωσε το 1920 σε ηλικία μόλις 39 ετών από ανίατη ασθένεια. Τον Μάρτιο του 1910 (σε ηλικία 31 ετών) «αγόρασε» τα δικαιώματα της έκδοσης του εβδομαδιαίου Αθηναϊκού φιλολογικού περιοδικού «Η Δάφνη», από τον Σπύρο Κ. Τρικούπη (1888-1945), ο οποίος είχε αποσυρθεί για να καταταγεί στον στρατό. Τον Απρίλιο του ιδίου έτους (1910), πραγματοποίησε ένα μεγάλο ταξίδι στη Θεσσαλία επισκεπτόμενος μεταξύ άλλων την Καρδίτσα, τα Τρίκαλα, τον Τύρναβο, τη Λάρισα και τον Βόλο. Στο σημερινό σημείωμα, όπως και στα επόμενα που ακολουθούν, παραθέτουμε τα τμήματα εκείνα που αφορούν τον Τύρναβο και τη Λάρισα. Οι περιγραφές του εντυπωσιάζουν. Με χιουμοριστική διάθεση περιγράφει πρόσωπα, γεγονότα και καταστάσεις και μας αφήνει μία εικόνα των δύο πόλεων, εντελώς διαφορετική από αυτήν που έχουμε γνωρίσει μέσα από αντίστοιχα ταξιδιωτικά χρονικά. Απολαύστε τον...
[...] Την επομένην πρωΐαν αναχωρήσας εκ Καρδίτσης διά του Θεσσαλικού σιδηροδρόμου έφθασα εις Δεμερλή και εκείθεν διά του Λαρισσαϊκού διηυθύνθην εις Λάρισσαν. Αι εντυπώσεις μου εκ της μεταλλαγής των τραίνων, την εν γένει καταστάσεως της συγκοινωνίας και των γελοίων συνθηκών, υφ’ άς διενεργείται η εκείθεν μεταφορά εμπορευμάτων είναι τοιαύται και τοσαύται, ώστε έπρεπε να θυσιάσω ολόκληρον την «Δάφνην» δι’ αυτάς. Επιφυλάσσομαι όμως εν τέλει των εντυπώσεών μου, οπότε θα γράψω λεπτομερώς περί αμφοτέρων των σιδηροδρόμων, του τε Λαρισσαϊκού και του Θεσσαλικού, να αναφέρω λεπτομερώς παν ό,τι ήκουσα και παν ό,τι υπέπεσεν εις την αντίληψίν μου.
Την 10ην πρωϊνήν ήμην εις Λάρισσαν, μίαν όντως μεγαλούπολιν με οικοδομάς θαυμασίας, ωραιοτάτην πλατείαν και πληθώρα αμαξάδων οι οποίοι σε πολιορκούν άμα τη αφίξει σου, αμαξάδων όμως ευσυνειδήτων, διότι δύνασθε να μεταβείτε εκ του σταθμού εις την πόλιν εφ’ αμάξης με μόνον...30 λεπτά, καίτοι η απόστασις είνε διπλασία από του σταθμού Τρικκάλων, όπου δίδετε 1 δραχμήν.
Τας εκ Λαρίσσης εντυπώσεις μου επιφυλάσσομαι να αναφέρω εις το προσεχές φύλλον. Ήδη δε παρερχόμενος ταύτας θέλω αναφέρει τας εκ Τυρνάβου τοιαύτας, όπου μετέβην άμα τη αφίξει μου εις Λάρισσαν.
Εάν θέλεις να ευχαριστηθείς εις τον Τύρναβον μου έλεγεν ο αγαπητός φίλος μου κ. Ιωάννης Μουζάς, ο γνωστός επί της οδού Περικλέους [Αθήνα] έμπορος, πρέπει να πας στο πανηγύρι που γίνεται από τας 23 – 26 Απριλίου, ιδίως να κατορθώσης να ήσαι εκεί στας 25 δηλ. την Κυριακήν. Τότε θα ευχαριστηθής. Και εγώ συμμορφούμενος προς τας συστάσεις του φίλου μου, ο οποίος με εφοδίασε και διά θερμής επιστολής προς τον δήμαρχον Τυρνάβου, κατώρθωσα ώστε την Κυριακήν την 2 μ. μ. να ευρίσκωμαι εις Τύρναβον.
Η συγκοινωνία μεταξύ Λαρίσσης και Τυρνάβου γίνεται δι’αμαξών, σουστών και λεωφορείων αντί δραχμής μίας μέχρι δέκα ενίοτε, ως συνέβη και εις εμέ, μη δυνηθέντα να εύρω λεωφορείον ή άμαξαν κοινήν, πλην μιας εν Λαρίσση, ήτις μοι εζήτησε μόνον ...12 δρ. διά να με μεταφέρει εις Τύρναβον και τούτο ως εκ των πολλών γάμων, οίτινες συνέπεσε να γίνωνται την ημέραν εκείνην και οι οποίοι είχαν πιάσει όλα τα αμάξια, κατά τον αμαξάν. Ο αμαξάς μου ήτο σπανός αλλά καπριτσόζος και γλεντζές, με έκαμε δε να διέλθω αρκετά ευχαρίστως το μέχρι Τυρνάβου δίωρον διάστημα με τας αφηγήσεις του και το σπινθηροβόλον πνεύμα του.
Πόσο χρονών είσαι, τον ηρώτησα κάποτε; Και ο ευφυής αμαξάς εννοών ότι δι’ αυτής μου της ερωτήσεως υπαινισσόμην την σπανότητά του, μοι απαντά: - Δεν είμαι σπανός. Έχω αφήσει τα μουστάκια μου στο Δήμαρχο στον Τύρναβο. Τώρα που θα πας θα ιδής ότι ο Δήμαρχος θα τάχει μαζί του.
Με τοιούτον λοιπόν σύντροφον διέρχομαι την απέραντον εκείνην έκτασιν, όπου τα κτήματα του κ. Χαροκόπου και όλα τα σιτηρά, προδίδουν εις την φύσιν μίαν μαγευτική όλως θέαν. Και είνε τόση η προμηνυομένη παραγωγή, ώστε πιθανόν να φθάση τα 1 προς 20, ως λέγουν οι Θεσσαλοί, παραγωγή παρομοίαν της οποίας μόνον κατά το 1897εσημείωσεν η Θεσσαλία και την οποίαν ατυχώς τότε εχάρηκε η Τουρκία [...]. Φθάνομεν τέλος εις τον Τύρναβον και από μακράν παρίσταμαι μάρτυς της εκεί τελουμένης εμποροπανηγύρεως [1]. Κτήνη διάφορα κατέχουσι την αριστερά τω εισερχομένω εις Τύρναβον απέραντον έκτασιν, ενώ παρέκει άλλοι έμποροι διαλαλούν τα εμπορεύματά των. Όταν έφθασα εις την πλατείαν του Τυρνάβου ηρώτησα τον αμαξάν αν διά να ευχαριστηθώ καλλίτερον δέον να εισέλθω εις το εσωτερικόν της πόλεως ή να παραμείνω εις την πλατείαν. – Στάσου να έλθη ο Δήμαρχος, μου λέγει διά να τα πήτε.
Και όντως μετ’ ολίγον εμφανίζεται προ εμού η σοβαρά και επιβάλλουσα μορφή του νεαρού Δημάρχου, όστις νέος, νεώτατος εισέτι και αμύσταξ κατώρθωσε να επιβληθή εις τους συνδημότες του και να εξασφαλίση το Δημοτικόν αξίωμα [2]. Λέγεται μάλιστα ότι θα εκλεγή και πληρεξούσιος εις την Εθνοσυνέλευσιν με την εντολήν όμως να μην επιστρέψη εις Τύρναβον, διότι εκτός του Τυρνάβου ευρισκόμενος θα κάμνη περισσοτέραν εντύπωσιν.
Όταν ο κ. Δήμαρχος έλαβε το συστατικόν γράμμα του κ. Μουζά τοσούτον ενεθουσιάσθη και τόσον συνεκινήθη ώστε μόνον που δεν με ενηγκαλίσθη. Με εκράτησεν εις Τύρναβον 30 όλα ... λεπτά της ώρας και μοι παρέσχε τοσαύτας εκδουλεύσεις και υπηρεσίας διά της εξαφανίσεώς του, ώστε μόνον όταν ευρεθώ έρημος και εγκαταλελειμμένος εις τους δρόμους, θα επαναθυμηθώ την ωραίαν συντροφιά του κ. Δημάρχου [...] [3].
(συνεχίζεται)
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]. Η εμποροπανήγυρη του Τυρνάβου συστάθηκε στις 20 Φεβρουαρίου 1884 με ημερομηνίες διεξαγωγής από 23 έως 30 Απριλίου στη θέση «Κουμ Παζάρ» (ΦΕΚ 72/Α/24-2-1884). Με Βασιλικό Διάταγμα (11 Απριλίου 1888) ως ημερομηνία έναρξης κατά το έτος 1888 προσδιορίσθηκε κατ’ εξαίρεση η 1η Μαΐου (ΦΕΚ 103/Α/11-4-1888).
[2]. Πρόκειται για τον ιατρό Εμμανουήλ Δημητριάδη ο οποίος είχε εκλεγεί δήμαρχος στις εκλογές του 1907. Εκλέχθηκε επανειλημμένως δήμαρχος, ενώ εξελέγη και βουλευτής.
[3]. Τίμος Π. Δεπάστας, «Εντυπώσεις και σκέψεις από την περιοδείαν ανά την Θεσσαλίαν», Δάφνη (Αθήνα), φ. 43 (27 Μαΐου 1910).
Από τον Αλέξανδρο Χ. Γρηγορίου