Όπως ήδη προαναφέρθηκε ο Ανδρέας Κορδέλλας είχε επισκεφθεί τη Θεσσαλία για πρώτη φορά το 1882, λίγο δηλαδή διάστημα μετά από την απελευθέρωσή της [1]. Συνεχίζουμε τα αποσπάσματα που αφορούν τη Λάρισα και τον Τύρναβο από το ταξίδι του 1895.
«Η αποδήμησις των Οθωμανών έβλαψε μόνον την γεωργικήν και εργατικήν τάξιν, αποτελουμένην άλλως τε υπό ατόμων φιλοπόνων και ησύχων. Αν ούτοι έμενον παρ’ ημίν, θα ευημέρουν, εν ώ επηρεασθέντες υπό των φανατικωτέρων Οθωμανών και απελθόντες εις άλλας χώρας προς αναζήτησιν εργασίας, υπέστησαν πολλάς κακουχίας και στερήσεις και αφήρεσαν αφ’ ετέρου εργατικάς χείρας διά την καλλιέργειαν των Θεσσαλικών πεδιάδων, μήπω εντελώς αντικατασταθείσας.
Τα εκ του Πίνδου πηγάζοντα δροσερά και διαυγή ύδατα του Πηνειού πριν φθάσωσιν εις Λάρισσαν μεταβάλλονται εις θολά και βορβορώδη. Τα ύδατα ταύτα αντλούμενα εκ διαφόρων θέσεων του ποταμού υπό των θυλακοφόρων μεταφέρονται εντός δερματίνων αγγείων εις τας κατοικίας προς πόσιν [2]. Και όμως είδομεν σχέδιον υδραυλικής εγκαταστάσεως, δι’ ής αντί 350.000 δρ. δαπάνης θα ηδύναντο νυν να τροφοδοτήται η πόλις διά καλλίστου ύδατος εκ του Πηνειού μετά την πλήρη και τελείαν διήθησιν αυτού.
Παρά του Δήμου εζήτησαν οι υποβάλλοντες το σχέδιον κεφαλαιούχοι εγγύησιν 800 δραμίων ύδατος αντί δρ. 50 δ’ έκαστον, επί 60 έτη. Ο κ. δήμαρχος [3] μη παραδεχθείς τας προτάσεις αυτών, συνήψε δάνειον επί τω σκοπώ της μετοχετεύσεως του ύδατος αναλώμασι του Δήμου [4]. Αλλ’ όμως αντί του πολυτιμοτάτου τούτου διά την υγείαν των κατοίκων έργου, ήγειρεν ούτος μέγα ξενοδοχείον προς αύξησιν των εισοδημάτων του δήμου [5].
Εκ Λαρίσσης εξεδράμομεν εις την πολίχνην Τύρναβον, απέχουσα 1½ ώραν εφ’ αμάξης, διευθυνόμενοι προς βορράν επί λεωφόρου διά μέσου της προσχωματικής ευφόρου μεν, αλλ’ αδένδρου και μονοτόνου πεδιάδος. Μετά πορείαν μιας ώρας περίπου εφθάσαμεν εις θέσιν καλουμένην Δενδρί [σημ. Δένδρα], ένθα ολίγα δένδρα και μικροί λαχανόκηποι αποτελούσιν αληθή όασιν εν μέσω της κονιορτώδους και θερμόν αέρα αποπνεούσης πεδιάδος. Διαυγές και δροσερώτατον ύδωρ, αντληθέν εκ φρέατος, προσηνέχθη ημίν προς αναψυχήν μετά του Θεσσαλικού αντιπυρετικού ροφήματος, του γνωστού ούζου.
Η κατά τον παρελθόντα αιώνα και τας αρχάς του παρόντος ακμάσασα πολίχνη διά τε το εμπόριον αυτής και την εκ μεταξωτών και βαμβακερών υφασμάτων και ερυθρών νημάτων βιομηχανίαν της, ως και την Ελληνικήν σχολήν, εις ήν εφοίτησε και ο πολλά συγγράψας Κούμας, κείται νυν παρά τας αριστεράς όχθας του Τιταρησίου (Ξηριά) ποταμού εν παρακμή. Το προ ολίγων έτι ετών ζωηρόν του Τυρνάβου μετά της Ελασσώνος εμπόριον έπαυσε και ο πληθυσμός ηραιώθη, διετηρήθη όμως και ανεπτύχθη η βιομηχανία των βαμβακερών υφασμάτων και η εκτύπωσις των γνωστών τραπεζομανδύλων κ.τ.λ. διά ποικίλων και ζωηρών χρωμάτων, ιδίως του βιομηχάνου κ. Σαΐτη.
Πέραν του Τυρνάβου εξαπλούται η ωραία αυτού κοιλάς με αμπελοφυτείας και παντός είδους πρασινάδας, όπου προς την οροθετικήν γραμμήν άφθονος υπάρχει θήρα λαγωών, πτηνών κ.τ.λ. Από της κοιλάδος ταύτης άρχεται το Στενόν, δι’ ού άγεταί τις εις την κοιλάδα της Ελασσώνος ήτις αποτελεί το μάλλον εκτεθειμένον διά την Θεσσαλίαν μέρος. Ουδέν εγένετο παρ’ αυτή τοσούτον αναγκαίον αμυντικόν έργον. Ενταύθα σταθμεύει μέρος μιας ίλης υπό τον αξιόλογον ίλαρχον κ. Ζητουνιάτην, ως και τάγμα ευζωνικόν παρέχον την αναγκαίαν φρουράν των μεθοριακών σταθμών. Ο πρώην μέγας τουρκικός στρατών κείται νυν δυστυχώς κατά μέγα μέρος ερείπιον καταστραφέν υπό πυρκαϊάς.
Από της καταλήψεως μέχρι σήμερον εγένετο αναμφιβόλως εν Θεσσαλία ουκ ολίγη πρόοδος, αλλ’ ουχί και τοιαύτη οία παρά πάντων προσδοκάτο. Η κτηνοτροφία καθυστερεί, ουδεμία δε εγένετο απόπειρα προς βελτίωσιν του είδους πολλών Θεσσαλικών προβάτων προς παραγωγήν καλού ερίου, όπερ είνε αναγκαιότατον διά τα εριούχα των Ελληνικών εργοστασίων. Βόες και αγελάδες δεν υπάρχουσι πολλαί, διότι οι αγρόται της Θεσσαλίας προτιμώσι τους βουβάλους, οι ίπποι είνε μικρού αναστήματος, το είδος αυτών δεν εβελτιώθη, τα δε παραγόμενα σιτηρά, άτινα άλλοτε επιστεύετο ότι θα ηδύναντο να παρέχωσιν άρτον εκτός της Θεσσαλίας και εις μέγα μέρος της λοιπής Ελλάδος, είνε ανεπαρκή. Δι’ ό και σιτηρά και κτήνη εισάγονται κατ’ έτος εις την Ελλάδα αντί πολλών εκατομμυρίων δραχμών.
Περί υδραυλικών έργων και περί βελτιώσεως της καλλιεργείας ουδεμία ελήφθη πρόνοια, ουδ’ ενομοθετήθησαν τα κανονίζοντα τας σχέσεις των γεωκτημόνων προς τους καλλιεργητάς. Ιδού ζητήματα δυνάμενα να εφελκύσωσι την σύντονον μελέτην και πατριωτικήν μέριμναν των κ. Βουλευτών της Θεσσαλίας. Έγραφον εν Κηφισσία τη 10 Αυγούστου 1895» [6].
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]. Ανδρέας Κορδέλλας, «Από Πειραιώς μέχρις Ολύμπου: Ορυκτολογική και Γεωλογική εις Θεσσαλίαν εκδρομή», Αττικόν Ημερολόγιον (Ειρηναίου Ασώπιου), Αθήνα, τ. 17 (1883), σ. 278-314.
[2] Ονομάζονταν και νερουλάδες ή σακατζήδες. Για τα προβλήματα της δουλειάς τους βλ. Νικόλαος Παπαθεοδώρου, «Διαδήλωση νεροβαρελάδων στη Λάρισα», Ελευθερία (Λάρισα), 22 Φεβρουαρίου 2017.
[3]. Πρόκειται για τον πρώην βουλευτή (1885) Λαρίσης Διονύσιο Γαλάτη. Στις εκλογές της 5ης Ιουλίου 1887, εξελέγη πανηγυρικά δήμαρχος της πόλης. Παρέμεινε στη θέση αυτή για μία ολόκληρη τετραετία αφού στις επόμενες δημοτικές εκλογές (5 Ιουλίου 1891) εκλέχθηκε δήμαρχος ο Αχιλλέας Αστεριάδης.
[4]. Στις 3 Απριλίου 1888, το Δημοτικό Συμβούλιο της Λάρισας μετά από εισήγησή του, ενέκρινε τη λήψη δανείου 500.000 δραχμών από την Τράπεζα Ηπειροθεσσαλίας. Τα χρήματα αυτά θα διατίθεντο για κοινωφελή έργα της πόλης (δρόμοι, πλατείες, υπόνομοι, αγορά νεκροταφείου, κατασκευή δημοτικών κτιρίων) Βλ. Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αρχεία Νομού Λάρισας (ΓΑΚ/ΑΝΛ). Πρακτικά Συνεδριάσεων Δημοτικού Συμβουλίου Λαρίσης (ΠΔΣΛ), φκ. 004 [1887-1889], 3 Απριλίου 1888, σ. 249-250.
[5]. Η ανέγερση του ξενοδοχείου και των καταστημάτων, προϋπολογισμού 25.920 και 55.208, 90 δρχ. αντίστοιχα άρχισε το 1890 σε δημοτικό οικόπεδο το οποίο βρισκόταν στην πλατεία Θέμιδος (σημ. Κεντρική Πλατεία), δίπλα στη λέσχη Ασλάνη (σημ. Στρατιωτική Λέσχη), ενώ τον Ιούνιο του 1891 εγκρίθηκε επιπλέον δαπάνη 7.892,90 δρχ. για την αποπεράτωσή του. Διέθετε 18 μεγάλα δωμάτια, εστιατόριο, ζυθοπωλείο και μεγάλη αίθουσα εκδηλώσεων. Βλ. ΓΑΚ/ΑΝΛ, Πρακτικά ΔΣΛ, φκ. 005 [1888-1890], 27 Ιουνίου 1891, σ. 204.
[6]. Ανδρέας Κορδέλλας, «Από Πειραιώς μέχρι Μετεώρων: Εκδρομή εις Θεσσαλίαν μετά πάροδον 13 ετών», Ημερολόγιον της «Ποικίλης Στοάς» (Ιωάννη Αρσένη), Αθήνα, τ. 12 (1896), σ. 369-383. Ειδικώς σ. 381-383.
Από τον Αλέξανδρο Χ. Γρηγορίου