Για έναν άνθρωπο που δεν έχει την όρασή του, οι λέξεις έχουν δύναμη. Είναι εκείνες που κάνουν τη διαφορά στη ζωή του και ας μην μπορεί να δει τον κόσμο γύρω του.
Πρέπει όμως να μπορεί να απολαμβάνει και την καθημερινότητά του όπως όλοι μας, χωρίς να χρειαστεί ακόμη και ένας απλός περίπατος, που για όσους δεν αντιμετωπίζουν κάποια αναπηρία είναι απλός και αυτονόητος, να μετατρέπεται σε «Επικίνδυνη Αποστολή» που βάζει τη ζωή του σε κίνδυνο.
Ο 50χρονος Ρένος, είναι τυφλός και τα τελευταία χρόνια όπως σχολιάζει στην «ΕτΔ» ζει έναν καθημερινό εφιάλτη στην πόλη του. Δεν τον ενοχλεί το γεγονός ότι δεν μπορεί να δει, αλλά «η ασέβεια, η ανάγωγη συμπεριφορά, ο κυνισμός και η έλλειψη ανθρωπιάς που πλέον είναι συχνό φαινόμενο στις μέρες μας» αναφέρει.
«Το λευκό μπαστούνι είναι τα μάτια μας. Είναι αυτό που μας επιτρέπει να βγούμε έξω, να κυκλοφορήσουμε, να γίνουμε ανεξάρτητοι. Η ανεξαρτησία είναι πολύ βασικός παράγοντας στη ζωή ενός τυφλού. Δυστυχώς όμως το μπαστούνι πέφτει συνεχώς πάνω σε εμπόδια. Καταστηματάρχες που δεν σέβονται τίποτα και καταλαμβάνουν ακόμη και τους οδηγούς όδευσης, εμπόδια, ποδήλατα, μηχανάκια, αυτοκίνητα επάνω σε πεζοδρόμια, σκουπίδια που μπορεί να τα παρασέρνω με το μπαστούνι, ακόμη και το να πετάξω τα σκουπίδια πλέον μου είναι δύσκολο. Ορισμένοι δεν μπορούν να αντιληφθούν ότι το να μετακινούν τον κάδο από τη θέση του καθημερινά, μπορεί να είναι πρόβλημα για κάποιους συμπολίτες τους. Είμαι τυφλός σε μια πόλη φτιαγμένη μόνο για εκείνους που βλέπουν και ενώ μπορώ να έχω άριστο προσανατολισμό και θα μπορούσα θεωρητικά να κινούμαι με ευκολία, παρεμποδίζομαι συνεχώς και κινδυνεύω από παράνομα παρκαρισμένα οχήματα, μηχανάκια που καβαλάνε τα πεζοδρόμια αλλά και από οδηγούς και περαστικούς που μπορεί να σε χτυπάνε αλλά δεν έχουν καν τη στοιχειώδη ευγένεια να σε βοηθήσουν να σηκώσεις το μπαστούνι σου. Έτυχε πρόσφατα να με χτυπήσουνε κατά λάθος στο χέρι στις 7 Δεκεμβρίου και να μου πέσει το μπαστούνι και το τραγικότερο είναι ότι δεν βγήκε ο οδηγός να ζητήσει συγγνώμη ή να δει τι έγινε και να με βοηθήσει. Δύο μέρες μετά πάλι, το σκηνικό επαναλήφθηκε με άλλο οδηγό αυτή τη φορά.
Βρέθηκαν όμως στον δρόμο μου μετανάστες και με βοήθησαν. Δεν έχει σημασία η καταγωγή τους, μα η συμπεριφορά τους και εγώ διακρίνω ότι αυτοί οι άνθρωποι έχουν μια παιδεία, μια ηθική διαφορετική. Χρησιμοποιώ την αστική συγκοινωνία και ενώ όλοι οι οδηγοί είναι άψογοι και μάλιστα προτρέπουν ευγενικά και τους επιβάτες να σηκωθούν για να καθίσω, χωρίς εγώ να το απαιτώ, διαπιστώνω με λύπη μου ότι ολοένα και λιγότεροι προθυμοποιούνται να το κάνουν. Κατά τις δεκαετίες 1950 -1980 τα πράγματα ήταν δύσκολα και τραγικά για εμάς. Σήμερα όμως δεν δικαιολογείται και δεν θεωρείται σωστό για ένα λαό που θέλει να προβάλει την ηθική και πολιτιστική υπεροχή του έναντι των άλλων υπερηφανευόμενος για αυτές, να μην σέβεται αφ ‘ενός μεν και αφ’ ετέρου δε να συμπεριφέρεται με τρόπο απέναντί μας επιεικώς απαράδεκτο» αναφέρει περιγράφοντας τη καθημερινότητά του.
Τα «μεμονωμένα» περιστατικά που θα μπορούσε κανείς να σημειώσει δεν είναι δυστυχώς οι σπάνιες περιπτώσεις, αλλά σχεδόν καθημερινά περιστατικά για το Ρένο Χαρμάνη στους απροσπέλαστους δρόμους και τα πεζοδρόμια. Όμως, όπως λέει, όλα αυτά θα μπορούσε να τα ξεπεράσει αρκεί να εισέπραττε από τους συμπολίτες του ευγένεια και ανθρωπιά.
Της Νατάσας Πολυγένη