Υπήρξαν αναμφισβήτητα φιλέλληνες (όπως θα περιγράψουμε παρακάτω), αλλά σε ό,τι αφορά τις δραστηριότητές τους οι γνώμες είναι διχασμένες. Όπως αναφέρει ο μακαριστός φιλόλογος και ιστορικός ερευνητής Δημήτριος Αγραφιώτης (1948-1999) «άλλοι θεωρούν τη διαμονή τους στην επαρχία ευεργετική και άλλοι τους παρουσιάζουν ως εκμεταλλευτές και σφετεριστές της εκκλησιαστικής περιουσίας» [1].
Ελβετός τραπεζίτης που δραστηριοποιούνταν στη Μασσαλία ο πρώτος, διάσημη χορεύτρια της εποχής η δεύτερη [2], βρέθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 1870 στην Άφισο του Βόλου όπου ίδρυσαν εργοστάσια παρασκευής ζυμαρικών και παραγωγής οίνου. Δύο χρόνια αργότερα (1872) εγκαταστάθηκαν στη Ρετσάνη(σημ. Μεταξοχώρι Αγυιάς) όπου ασχολήθηκαν τόσο με τη σηροτροφία, όσο και με άλλες γεωργικές και κτηνοτροφικές επιχειρήσεις. Μαζί τους εγκαταστάθηκε και ο Ιταλός ιατρός Κάρολος Βιανέλι που ανέλαβε τη γενική διαχείριση και εποπτεία όλων των δραστηριοτήτων τους.
Στις 15/27 Οκτωβρίου 1872, ο Ευγένιος Φαβρ ενοικίασε από την Κοινότητα της Ρετσάνης και για μία περίοδο πέντε ετών (μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 1877) «την ιεράν Μονήν «Η Παναγία» (εκτός της Εκκλησίας) και όλα τα συκαμινόφυλλα των Μοναστηριακών κτημάτων […] προς σύστασιν και διατήρησιν σκωληκοτροφείας εντός της Μονής» αντί του ποσού των 4.800 γαλλικών φράγκων. Από τη μελέτη του συμφωνητικού που φυλάσσεται στα Γενικά Αρχεία του Κράτους (Τοπικό Αρχείο Αγυιάς, Αρχείο Οικογενείας Φαβρ) και το οποίο δημοσίευσε ο Δημήτριος Αγραφιώτης [3], αναδεικνύονται τα πλεονεκτήματα που απέκτησαν οι Φαβρ ήδη από τον πρώτο χρόνο της εγκατάστασής τους στη Ρετσάνη. Ο μόνος ο οποίος εναντιώθηκε στη συμφωνία ήταν ο Ευθύμιος Βατζιάς [4]. Παράλληλα οι Φαβρ υπήρξαν ενοικιαστές της περιουσίας της μονής του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου της Βελίκας.
Δύο χρόνια μετά από την εγκατάστασή τους στη Ρετσάνη (1874), ο Ευγένιος Φαβρ άρχισε την ανέγερση του ομώνυμου αρχοντικού το οποίο αποπερατώθηκε λίγο πριν από την έναρξη της Θεσσαλικής επανάστασης του 1878. Όπως αναφέρεται στην απόφαση του Υπουργείου Πολιτισμού με την οποία το αρχοντικό χαρακτηρίστηκε ως έργο τέχνης και ιστορικό διατηρητέο μνημείο (26 Μαρτίου 1982): «είναι ένα τριώροφο κεραμοσκέπαστο κτίριο, λιθόκτιστο με ξυλοδεσιές και κάτοχη σε σχήμα Γ, του οποίου η αρχιτεκτονική ακολουθεί σε γενικές γραμμές την τοπική παραδοσιακή τεχνοτροπία. Αντίθετα με τη λιτή εξωτερική μορφή, το εσωτερικό του κτιρίου έχει πλούσια διακόσμηση σε τοιχογραφίες [5]που παρουσιάζουν εμφανείς δυτικές επιδράσεις. Έτσι η αντίθεση της άκαμπτης εξωτερικής μορφής του κτιρίου με την πλαστικότητα των εσωτερικών χώρων καθιστά το αρχοντικό Φαβρ μοναδικό αρχιτεκτονικό δείγμα στον ελληνικό χώρο» (ΦΕΚ 164/Β/13-4-1982).
Κατά τη διάρκεια του 1878 ανανεώθηκε (τουλάχιστον μέχρι το 1888) η ενοικίαση των μοναστηριακών κτημάτων προς τους Φαβρ. Τα συμφωνητικά μέχρι στιγμής δεν έχουν εντοπιστεί. Ο Ευθύμιος Βατζιάς που δεν συμφώνησε για άλλη μία φορά με αυτήν την ενοικίαση, απέστειλε σχετική επιστολή στη Μητρόπολη Δημητριάδος (15 Οκτωβρίου 1878) αφήνοντας αιχμές για ενοικίαση με «σκοτεινές» διεργασίες. Ελλείψει άλλων αρχειακών πηγών, μετά τη δημοσίευση της επιστολής [6], διατυπώθηκε η θεωρία ότι μετά το τέλος της τελευταίας ενοικίασης, η μοναστηριακή περιουσία πέρασε στην πλήρη κυριότητα των Φαβρ.
Όμως τα πράγματα δεν έγιναν ακριβώς έτσι. Ένα ταξιδιωτικό ημερολόγιο του 1889 μας παρέχει επαρκείς και σημαντικές πληροφορίες για τον ενοικιαστή της μοναστηριακής περιουσίας μετά το 1888. Πρόκειται για τις σημειώσεις που δημοσίευσε ο Θεμιστοκλής Νικολαΐδης Φιλαδελφεύς(1838-1920) [7] μετά το τέλος του ταξιδιού που πραγματοποίησε από τις 12 έως τις 24 Μαΐου 1889 στη Λάρισα και στην επαρχία της Αγυιάς [8]. Ο Θ. Φιλαδελφεύς συνοδευόταν στο ταξίδι από τον Λ. Ηλιάδη Βεζάνο, πρώην καθηγητή της γαλλικής γλώσσας στην Αθήνα [9]. Γράφει ο Φιλαδελφεύς: «Κατοικώ εντός μοναστηρίου [Παναγίας]. Αλλ’ ευτυχώς δεν υπάρχουσιν εκεί καλόγηροι. Είναι μία από τας διαλυθείσας μονάς και ανήκει εις την κοινότητα Αγυιάς, ήτις και εξεμίσθωσεν αυτήν εις τον φίλον μου Βεζάνον, παραιτήσαντα την καθηγεσίαν και ασχολούμενον τώρα εις την σκωληκοτροφίαν. Όλα τα κελλία των μοναχών αρρένων τε και θηλέων (διότι η μονή αύτη περιέκλειεν αμφότερα τα γένη) μετεβλήθησαν υπ’ αυτού εις σκωληκοτροφεία» [10].
(συνεχίζεται)
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]. Δημήτριος Αγραφιώτης, «Ανέκδοτα έγγραφα από το Μεταξοχώρι της Αγιάς. Οι Φαβρ και η εκκλησιαστική περιουσία», Θεσσαλικό Ημερολόγιο (Λάρισα), τ. 3 (1982), σ. 56-64 (Ανάτυπο). Ειδικώς σ. 5.
[2]. Στη βιβλιογραφία αναφέρεται εσφαλμένα ότι υπήρξε χορεύτρια του Moulin Rouge των Παρισίων. Το περίφημο καμπαρέ ιδρύθηκε το 1889, δηλαδή πολλά χρόνια μετά από την εγκατάσταση των Φαβρ στη Θεσσαλία.
[3]. Δημήτριος Αγραφιώτης, ό.π., σ. 5-7.
[4]. Γεννήθηκε το 1813 και απεβίωσε το 1911 σε ηλικία 98 ετών. Διετέλεσε δύο φορές βουλευτής της επαρχίας Αγυιάς (1885, 1887). Από τον γάμο του με την Ελένη Χατζηιωάννου απέκτησε πέντε τέκνα: Την Αθανασία, την Ευαγγελία, τη Γλυκερία, τον Ιωάννη και τον Δημήτριο. Τιμήθηκε από την Ελληνική Πολιτεία με τον Χρυσό Σταυρό των Ιπποτών του Βασιλικού Τάγματος του Σωτήρος. Ο γιος του Δημήτριος διετέλεσε επί σειρά ετών δημοτικός σύμβουλος, πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου και δήμαρχος Δωτίου (1906-1913).
[5]. Τις τοιχογραφίες και τις οροφογραφίες του αρχοντικού φιλοτέχνησε ο ζωγράφος Νικόλαος Αργυρόπουλος: Τοιχογραφίες ισογείου (3): Δάντης, Ιπποκράτης, Οικόσημο. Τοιχογραφίες πρώτου ορόφου (2): Άγγελος με σάλπιγγα, Παιδιά που παίζουν. Τοιχογραφία δευτέρου ορόφου (1): Κυνήγι αγριόχοιρου. Οροφογραφίες ισογείου (2): Ζωγραφική, Αστρονομία. Οροφογραφίες πρώτου ορόφου (4): Άγγελος με μπλε φτερά, Άγγελος με στεφάνι, Λουλούδια (ανεμώνη και ίρις), Στεφάνι (Οι περιγραφές σύμφωνα με έγγραφο του προϊσταμένου της Υπηρεσίας Νεωτέρων Μνημείων και Τεχνικών Έργων Θεσσαλίας, Δρ. Ιωάννη Ε. Βλαχοστέργιου. Βόλος, 15 Οκτωβρίου 2014).
[6]. Δημήτριος Αγραφιώτης, ό.π., σ. 9-11.
[7]. Βλ. Ελευθερία (Λάρισα), 23 Ιουνίου 2019, σ. 4.
[8]. Θ. Ν. Φιλαδελφεύς, «Εκδρομή εις Θεσσαλίαν», Εστία (Αθήνα), τ. 28 (Ιούλιος – Δεκέμβριος 1889), σ. 8-10, 20-22 και 38-39.
[9]. Το 1884 είχε διορισθεί από το Υπουργείο Παιδείας (μαζί με τον Άγγελο Βλάχο) ως κριτής των διδακτικών βιβλίων της μέσης εκπαιδεύσεως για τα εγχειρίδια της γαλλικής. Παραιτήθηκε το 1886.
[10]. Θ. Ν. Φιλαδελφεύς, ό.π., σ. 9.
* Εκφράζονται θερμές ευχαριστίες στην προϊσταμένη των ΓΑΚ (Τοπικό Αρχείο Αγιάς) κα Ελένη Τσάπου, για την ευγενική παραχώρηση έντυπου και φωτογραφικού υλικού από το Αρχείο της Οικογένειας Φαβρ.
Από τον Αλέξανδρο Χ. Γρηγορίου