Όπως προαναφέρθηκε, οι εντυπώσεις του από αυτό το ταξίδι καταγράφηκαν στον πρώτο τόμο του μνημειώδους έργου «Travels in Northern Greece» που εκδόθηκε στο Λονδίνο (εκδότης J. Rodwell) το 1835 (σ. 433-444). Συνεχίζουμε την παρουσίαση επιλεγμένων αποσπασμάτων που αναφέρονται στη Λάρισα, μεταφρασμένα από το πρωτότυπο κείμενο:
[20 Νοεμβρίου 1805]. Στη Λάρισα, όπως και στις περισσότερες περιοχές της Ελλάδας που κατοικούνται συνεχώς από την αρχαιότητα, διασώζονται ελάχιστα ερείπια των Ελληνιστικών χρόνων. Η περιφέρεια της Λάρισας είναι μικρότερη από τρία μίλια, το 1/4 από τα οποία είναι συνεχόμενα προς τον ποταμό, στην απέναντι όχθη του οποίου υπάρχει ένα άλσος γεμάτο με φτελιές και άσπρες λεύκες. Τα υπόλοιπα 3/4 της πόλης περιβάλλονται από λόφους και μεγάλες εκτάσεις που καταλαμβάνουν τα Τουρκικά νεκροταφεία. Πάνω στο έδαφος και στον χώρο των νεκροταφείων συναντάει κανείς διάσπαρτα υπολείμματα της αρχαίας Λάρισας, δηλαδή, ορθογώνιες πέτρες, θραύσματα από κιονοστοιχίες ως επί το πλείστον κυματοειδείς και έναν μεγάλο αριθμό από μαρμάρινες επιτύμβιες στήλες που τώρα χρησιμοποιούνται στη διακόσμηση των Τουρκικών μνημάτων.
Σε πολλές περιπτώσεις αντικρίσαμε ενεπίγραφες στήλες με Ελληνικούς χαρακτήρες οι οποίες είχαν τοποθετηθεί στην κορυφή των Τουρκικών μνημάτων, χωρίς να φαίνεται πλέον καμία τουρκική επιγραφή. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, πολλοί μουσουλμάνοι που ονομάζονταν κάποτε Μεχμέτ ή Μουσταφά, αναπαύονται τώρα, κάτω από τα ονόματα του Αριστόμαχου ή του Κασσάνδρου. Θα ήταν πολύ κουραστικό να εξετάσουμε όλες τις επιτύμβιες ενεπίγραφες στήλες που υπάρχουν, αλλά εάν κάποιος άλλος που θα είχε την υπομονή και την καλή τύχη να το κάνει χωρίς να προσβάλει τους πονηρούς Τούρκους της Λάρισας, θα μπορούσε ίσως να ανακαλύψει κάτι ενδιαφέρον ανάμεσα στις επιγραφές. Εξάλλου, όσες τουλάχιστον επιγραφές εγώ εξέτασα, δεν παρουσίαζαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Για μένα ήταν απλά μνήματα.
Στο τείχος που περιβάλλει τη μητροπολιτική εκκλησία [Άγιος Αχίλλιος] βρίσκεται εντειχισμένη μία μαρμάρινη στήλη (βλ. φωτογραφία), πάνω στην οποία είναι χαραγμένα ορισμένα ονόματα απελευθερωθέντων ανδρών και γυναικών της Λάρισας, ο καθένας από τους οποίους είχε καταβάλει έναν στατήρα [νόμισμα] στο Ταμείο της πόλης επ’ ευκαιρία της απελευθέρωσής των. Το μάρμαρο είναι ελλιπές και περιέχει μόνο τα ονόματα επτά ατόμων που ήταν σκλάβοι κάποιου Μάρκου Αφρίου [1].
Η Λάρισα είναι η μεγαλύτερη Οθωμανική πόλη της Ελλάδας στα νοτιοδυτικά της Θεσσαλονίκης. Υπήρξε ο αρχαιότερος οικισμός των Οθωμανών ήδη από την κατάκτησή της που πραγματοποιήθηκε πολλά χρόνια νωρίτερα από αυτήν της Κωνσταντινούπολης. Στη συνέχεια έλαβε το όνομα Γενισεχίρ (Yenisheher) [= Νέα Πόλη], το οποίο εξακολουθεί να είναι και η επίσημη ονομασία της. Όσο διάστημα ο Μωάμεθ IV ήταν απασχολημένος με την πολιορκία του Χάνδακα [Ηράκλειο Κρήτης], όρισε τη Λάρισα ως την επίσημη κατοικία του. Εδώ τον συνάντησε το 1669 ο Δρ. Μπράουν, ένας Άγγλος ταξιδιώτης [2]. Ο γιατρός αναφέρει, ότι ο Σουλτάνος κατά τη διάρκεια εκείνου του καλοκαιριού κατασκήνωσε πάνω στον Όλυμπο [3], προκειμένου να αποφύγει την υπερβολική ζέστη και την ελονοσία που μάστιζε τη Λάρισα, αλλά το ψυχρό κλίμα του βουνού αποδείχθηκε μοιραίο για πολλούς ανθρώπους της ακολουθίας του. Ως παράδειγμα του τολμηρού χαρακτήρα του Μωάμεθ, ο Μπράουν σημειώνει ότι ο Σουλτάνος προκάλεσε τον θάνατο ενός από τα καλύτερά του άλογα σε μια προσπάθεια να φτάσει στην κορυφή του Κισσάβου (η κορυφή της Όσσας). Αν και η Λάρισα είναι υποδεέστερη από τα Τρίκαλα σε ό,τι αφορά στην πολιτική και στρατιωτική εξουσία, εντούτοις τόσο η δικαστική όσο και η εκκλησιαστική δικαιοδοσία βρίσκεται στα χέρια ενός Μολά που διορίζεται κάθε χρόνο από τον Πασά κατά τη διάρκεια του Κουρμπάν Μπαϊράμ [θρησκευτική εορτή των μουσουλμάνων, γνωστή και ως εορτή των θυσιών] […].
Η πολιτική εξουσία της Λάρισας είναι συγκεντρωμένη στα χέρια πολλών πλούσιων μπέηδων που ονομάζονται Αγιάνηδες [προεστοί]. Ο επικεφαλής τους ονομάζεται Αμπντίμ (Abdim), στην πλήρη κυριότητα του οποίου ανήκουν μεγάλες εκτάσεις της Πελασγικής πεδιάδος. Ο τελευταίος δεν έχει να ζηλέψει σε τίποτα από την περιουσία οποιουδήποτε Βεζύρη της αυτοκρατορίας. Στη Λάρισα υπάρχουν και πολλοί άλλοι Τούρκοι με μεγάλες ιδιοκτησίες, οι οποίοι όμως ξοδεύουν μεγάλα ποσά για την αγορά όπλων, αλόγων και επίπλων καθώς και για την συντήρηση των χαρεμιών τους. Τα υπερβολικά έξοδα όμως στα οποία υποβάλλονται, τους αναγκάζουν να εξαπατούν χρόνο με τον χρόνο τους Χριστιανούς ή τους Εβραίους εμπόρους και να καταπιέζουν τους αγρότες με την υπερβολικά μεγάλη φορολογία που τους επιβάλλουν. Το γεγονός όμως αυτό αναγκάζει τους τελευταίους να μεταναστεύσουν σε άλλα μέρη, αφήνοντας τα κτήματα ακαλλιέργητα και χωρίς καμία γεωργική παραγωγή. Στα τσιφλίκια των γύρω πεδιάδων, ο αγρότης λαμβάνει γενικά το ήμισυ της καλλιέργειας ως αντίτιμο για την εργασία του, προμηθεύει τον σπόρο, αλλά όλα τα υπόλοιπα ανήκουν στον ιδιοκτήτη. Σε οποιαδήποτε άλλη χώρα, ο αγρότης θα ήταν ικανοποιημένος από το ποσοστό του κέρδους του. Η συμπεριφορά όμως των Τούρκων είναι κυρίως η αιτία της συχνής μετανάστευσης των Ελλήνων στις επαρχίες της Ιωνίας [Μικρά Ασία] που κυβερνώνται από την οικογένεια του Καρά-Οσμάν-Ογλού. Αλλά και κάποιοι Τούρκοι αγρότες της Μικράς Ασίας μετανάστευσαν στη Θεσσαλία, έχοντας εγκατασταθεί σε αγροκτήματα της Λάρισας. Οι τελευταίοι έχουν κατορθώσει να διαβιούν καλύτερα από τους Έλληνες, επειδή αυτοί είναι απαλλαγμένοι από το χαράτσι και από κάποιες πρόσθετες καταβολές στις οποίες μόνον οι Έλληνες είναι υπόχρεοι […].
(συνεχίζεται)
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Αγαθή τύχη. Παρά Λουκίου Τιτίου Ονησίμου του ταμίου της πόλεως την δευτέραν εξάμηνον, ενεγράφθη Ιπποκρατίδη, αναγραφή απελευθερωθέντων, δεδωκότων τους στατήρας τη πόλει. Μάρκου Αφρίου. Τελέσφορος, Αγαθή, Κασσάνδρα, Ηρακλέων, Χάριτα, Στράτων, Ιούκουνδα.
[2] O Άγγλος ιατρός Edward Browne (1644-1708) επισκέφθηκε τη Λάρισα το 1669. Οι εντυπώσεις του από την πόλη περιλαμβάνονται στο περιηγητικό του χρονικό με τίτλο: A brief account of some travels in Hungaria, Servia, Bulgaria, Macedonia, Thessaly, Austria, Styria, Carinthia, Carniola, and Friuli […]. London: T. R. for Benj. Tooke, 1673, σ. 51-68.
[3] Ο Leake σημειώνει (σημ. 2, σ. 440), πως ο Σουλτάνος κατασκήνωσε στην Όσσα και όχι στον Όλυμπο όπως ανέφερε ο γιατρός Μπράουν.
Από τον Αλέξανδρο Χ. Γρηγορίου