Η τουρκική επιθετικότητα και η νέα σοβαρότατη κρίση που έχει προκληθεί στο πεδίο των ελληνοτουρκικών σχέσεων, δημιουργεί σίγουρα τη μεγαλύτερη ανησυχία.
Ο καθηγητής του τμήματος Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου, Άγγελος Συρίγος μιλώντας στην «Ε», υπογραμμίζει τις επιδιώξεις της Τουρκίας να ελέγξει η ίδια την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας, σημειώνει ότι ο εμβολισμός του σκάφους του Λιμενικού Σώματος στα Ίμια ήταν «θερμό» επεισόδιο και τονίζει ότι ο κίνδυνος για ένα νέο «θερμό» επεισόδιο ελλοχεύει πλέον ανά πάσα στιγμή.
Αναφερόμενος στην κινητικότητα γύρω από το Μακεδονικό σημειώνει ότι οφείλεται στην «επιθυμία των ΗΠΑ και δευτερευόντως κάποιων ευρωπαϊκών κρατών να διασφαλίσουν ότι το μικρό βαλκανικό κράτος θα παραμείνει σταθερά προσδεδεμένο με τη Δύση και παράλληλα θα σταθεροποιηθεί», καθώς όπως υπογραμμίζει «οι δύο φόβοι είναι: αφ’ ενός ότι τα Σκόπια μπορεί να αρχίσουν στο μέλλον να φλερτάρουν με τη Ρωσία και αφ’ ετέρου ότι μπορεί να διαλυθούν σε περίπτωση νέων συγκρούσεων μεταξύ του σλαβομακεδονικού και του αλβανικού στοιχείου που κατοικούν στη χώρα». Σύμφωνα με τον Α. Συρίγο οι πιθανότητες εξεύρεσης λύσης στο θέμα της πΓΔΜ είναι περιορισμένες αφού, η Αθήνα ζητά αλλαγή του Συντάγματος, κάτι το οποίο ο Ζόραν Ζάεφ δεν έχει δυνατότητα να εφαρμόσει..
Η συνέντευξη:
* Επανέρχεται στην επικαιρότητα το θέμα της ονομασίας της ΠΓΔΜ. Πώς αξιολογείτε τις εξελίξεις στο συγκεκριμένο ζήτημα τόσο από την πλευρά της Ελλάδας όσο και των Σκοπίων; Θεωρείτε ότι ΝΑΤΟ και ΕΕ μπορούν να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο και σε ποια κατεύθυνση;
-Η κινητικότητα γύρω από το Μακεδονικό ξεκίνησε αμέσως μετά την κυβερνητική αλλαγή στην πΓΔΜ το 2017. Πίσω από την κινητικότητα είναι η επιθυμία ΗΠΑ και δευτερευόντως κάποιων ευρωπαϊκών κρατών να διασφαλίσουν ότι το μικρό βαλκανικό κράτος θα παραμείνει σταθερά προσδεδεμένο με τη Δύση και παράλληλα θα σταθεροποιηθεί. Αυτό θα γίνει με την ένταξή τους στο ΝΑΤΟ και την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την ΕΕ. Οι δύο φόβοι είναι αφ’ ενός ότι τα Σκόπια μπορεί να αρχίσουν στο μέλλον να φλερτάρουν με τη Ρωσία και αφ’ ετέρου ότι μπορεί να διαλυθούν σε περίπτωση νέων συγκρούσεων μεταξύ του σλαβομακεδονικού και του αλβανικού στοιχείου που κατοικούν στη χώρα.
Παρά τις πιέσεις που ασκούνται και προς την Αθήνα και προς τα Σκόπια οι πιθανότητες να βρεθεί λύση είναι περιορισμένες. Αυτό οφείλεται στο ότι η Ελλάδα έχει μεν κατεβάσει τον πήχη των προσδοκιών της αλλά εξακολουθεί να περιλαμβάνει στις απαιτήσεις την αλλαγή του Συντάγματος των Σκοπίων. Η κυβέρνηση Ζάεφ, όμως, δεν έχει τη δυνατότητα να προχωρήσει σε τέτοιες αλλαγές. Αλλαγή του Συντάγματος πρέπει να υπερψηφισθεί από τα 2/3 της Βουλής, δηλαδή 80 στους 120 βουλευτές. Επίσης πρέπει να έχει την πλειοψηφία από κάθε εθνοτική ομάδα δηλ. τους Σλαβομακεδόνες και τους Αλβανούς της πΓΔΜ. Η κυβέρνηση Ζάεφ ελέγχει σήμερα 62 βουλευτές και σίγουρα δεν έχει την πλειοψηφία μεταξύ της εθνοτικής ομάδας των Σλαβομακεδόνων.
Εδώ πρέπει να διευκρινισθεί κάτι που αναφέρεται συχνά στον ελληνικό δημόσιο λόγο. Οι «αλυτρωτικές» αναφορές του Συντάγματος των Σκοπίων, έχουν ερμηνευθεί ήδη από το 1995 με την Ενδιάμεση Συμφωνία της Νέας Υόρκης κατά τρόπο που καθησύχασαν τις ελληνικές ανησυχίες. Πρόκειται για το Προοίμιο του Συντάγματος και τα άρθρα 3 και 49 που η διατύπωσή τους επιδεχόταν διαφορετικών ερμηνειών. Επί παραδείγματι, στο αρχικό άρθρο 49 αναφέρεται το ενδιαφέρον της πΓΔΜ για «το καθεστώς και τα δικαιώματα των ατόμων που ανήκουν στον μακεδονικό λαό σε γειτονικές χώρες». Στη τροποποίηση ΙΙ του Συντάγματος αναφέρεται ρητώς ότι «κατά την άσκηση αυτού του ενδιαφέροντος η Δημοκρατία δεν θα παρέμβει στα κυριαρχικά δικαιώματα άλλων κρατών και στις εσωτερικές τους υποθέσεις». Κατά συνέπεια η απαίτηση για αλλαγή του Συντάγματος της πΓΔΜ αφορά στη χρήση όρων που σχετίζονται με το όνομα «Δημοκρατία της Μακεδονίας» και τις αναφορές στον «μακεδονικό λαό» και στη «μακεδονική γλώσσα».
Η κυβέρνηση Ζάεφ θέλει να προσπεράσει το θέμα της αλλαγής του Συντάγματος μέσω της υπογραφής μίας διεθνούς συμφωνίας. Μία διεθνής συμφωνία υπερτερεί κάθε εσωτερικής νομοθεσίας, όπως ρητώς αναφέρεται στη Σύμβαση της Βιέννης για το Δίκαιο των Συνθηκών του 1969. Αυτό περιλαμβάνει και το Σύνταγμα. Επιπλέον, για την κύρωση μίας διεθνούς συμφωνίας από τη Βουλή της πΓΔΜ δεν απαιτούνται ειδικές πλειοψηφίες. Επομένως, μπορεί να ψηφισθεί από την παρούσα πλειοψηφία που έχει η κυβέρνηση Ζάεφ.
Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει ισχυρή πιθανότητα να δούμε να κυρώνεται μόνον η συμφωνία χωρίς να αλλάξει το Σύνταγμα. Σε αυτή την περίπτωση θα δούμε την εφαρμογή δύο παράλληλων καθεστώτων: Η διεθνής συνθήκη θα προσδιορίζει τις διεθνείς σχέσεις Ελλάδος-Σκοπίων στους τομείς που ρυθμίζει και εάν το προβλέψουμε με ορθό τρόπο θα ορίζει και συνολικά τις σχέσεις των Σκοπίων στο διεθνές πεδίο. Παράλληλα, το Σύνταγμα στο εσωτερικό της χώρας θα εξακολουθεί να διατηρεί όλους τους όρους περί Μακεδονίας, Μακεδόνων και μακεδονικής γλώσσας.
Σε μία τέτοια περίπτωση όμως είναι πιθανόν πως όταν θα αρχίσει η διαδικασία κυρώσεως της διεθνούς συμφωνίας από τους Σκοπιανούς, υπάρχει σοβαρή πιθανότητα να υπάρξει προσφυγή στο Συνταγματικό Δικαστήριο της πΓΔΜ. Το επιχείρημα θα είναι ότι, αφ’ ης στιγμής η διεθνής συμφωνία υιοθετεί άλλο όνομα, παραβιάζει το Σύνταγμα. Ως ενδεχόμενο δεν είναι αμελητέο, δεδομένης της αντιδράσεως ενός σημαντικού μέρους των Σλαβομακεδόνων που αντιτίθενται σε οποιαδήποτε αλλαγή του όρου Μακεδονία.
* Υπάρχει ρεαλιστική πρόταση για λύση που να μην περιλαμβάνει τον όρο «Μακεδονία» και τι πρέπει να περιλαμβάνει ενδεχόμενη λύση για να μην θίγει τα εθνικά συμφέροντα της Ελλάδας;
- Η Αθήνα εδώ και καιρό έχει υποχωρήσει από τη θέση του 1992: «κανένα όνομα που να περιέχει τον όρο Μακεδονία ή παράγωγά του». Ήδη από το 1997 περάσαμε στο «ένα όνομα, με γεωγραφικό προσδιορισμό, για όλες τις χρήσεις (erga omnes)». Το τελικό όνομα της πΓΔΜ θα περιέχει πιθανότατα και τον όρο “Μακεδονία”. Ένα μεγάλο τμήμα Ελλήνων και κυρίως οι Μακεδόνες ενοχλούνται από αυτή την εξέλιξη, όπως φάνηκε και από τα πρόσφατα πάνδημα συλλαλητήρια. Είναι κάτι φυσιολογικό και κατανοητό.
Το Μακεδονικό έχει δύο σκέλη. Το πρώτο σκέλος που εξάπτει τα πάθη και στο οποίο δίνουμε μεγαλύτερη σημασία στην Ελλάδα, αφορά στην παραχάραξη της Ιστορίας. Η απαίτηση των Σλαβομακεδόνων να διεκδικούν τον Μέγα Αλέξανδρο και το ελληνικό ιστορικό παρελθόν είναι προκλητική διότι είναι τόσο ανεδαφική. Το άλλο σκέλος που παραμελούμε -και εν πολλοίς αγνοούμε- είναι αυτό που σχετίζεται με το ιδεολόγημα του «μακεδονισμού» που παράγει αστάθεια στα Βαλκάνια. Από τη δεκαετία του 1930 η Κομμουνιστική Διεθνής μίλησε για το «μακεδονικό έθνος» που τριχοτομήθηκε μεταξύ Γιουγκοσλαβίας, Ελλάδας και Βουλγαρίας. Η αντίληψη του διαμελισμένου «μακεδονικού έθνους» προϋπήρξε της δημιουργίας της «Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας» στην Τιτοϊκή Γιουγκοσλαβία το 1944 αλλά και της ανεξαρτησίας της χώρας το 1991. Το διαμελισμένο έθνος μέσω της χρήσεως του ονόματος «μακεδονικό» αναζητεί αλύτρωτους αδελφούς στα γειτονικά τμήματα της γεωγραφικής Μακεδονίας που πρέπει να ελευθερώσει. Το όνομα Μακεδονία είναι το όχημα της διεκδικήσεως.
Εάν αντιληφθούμε τη σημασία που έχει το ιδεολόγημα του τριχοτομημένου έθνους, τότε αλλάζει και η προσέγγιση των διαπραγματεύσεων με την πΓΔΜ. Το μείζον είναι το όνομα των Σλάβων που κατοικούν στα Σκόπια. Εάν το λύσουμε, μπορεί να βρεθεί λύση και για το όνομα του κράτους.
* Τι εννοείτε; Ποιο είναι το πρόβλημα με την ταυτότητα των Σλάβων της πΓΔΜ;
- Μέχρι και τις αρχές του 20ού αιώνα ο σλαβόφωνοι κάτοικοι της βόρειας γεωγραφικής Μακεδονίας πίστευαν ότι ήσαν Βούλγαροι. Εδώ και 74 χρόνια τουλάχιστον χρόνια έμαθαν να πιστεύουν ότι είναι «Μακεδόνες» -Μακεντόνσκι στη γλώσσα τους-. Κακώς, κάκιστα συμβαίνει αυτό, αλλά είναι μία πραγματικότητα. Δεν μπορούν επί τρεις γενιές να θεωρούν εαυτούς «Μακεδόνες» και να ξημερώσουν ένα πρωί λέγοντας ότι πλέον είναι π.χ. Δαρδανοί ή Παίονες… Μπροστά σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο ή θα επιμείνουν στη «μακεδονική» ταυτότητα ή θα θυμηθούν ότι είναι Βούλγαροι. Το τελευταίο παράγει αστάθεια. Οδηγεί σε αλλαγή του χάρτη των Βαλκανίων και δεν το θέλουμε.
Κατά συνέπεια, η λύση της ονομασίας του λαού των Σλάβων πρέπει να περιέχει μοιραίως και τον όρο «Μακεδόνες». Μία σκέψη θα ήταν να ονομάζονται «Σλαβομακεδόνες», όπως δηλαδή τους ονομάζαμε μέχρι το 1990. Αποδίδει με ακρίβεια την ταυτότητά τους. Εάν λύσουμε το θέμα της ονομασίας του λαού, πιστεύω ότι μπορούμε εύκολα να βρούμε λύση και στο θέμα του ονόματος της χώρας.
Τέλος, ας σκεφτούμε πώς θα ήταν ο χάρτης της περιοχής εάν δεν υπήρχαν τα Σκόπια. Η Ελλάδα θα συνόρευε με μία μεγάλη Αλβανία και μία μεγάλη Βουλγαρία. Οι εδώ και δεκαετίες καλές μας σχέσεις με τη Βουλγαρία οφείλονται, μεταξύ άλλων, στο ότι κείται μακριά από τις ευαίσθητες εθνικά περιοχές της δυτικής Μακεδονίας. Η δε Αλβανία για όσο καιρό θα βιώνει τον όψιμο μεγαλοϊδεατισμό της, θα είναι δυνητικά επικίνδυνη. Υπ’ αυτό το πρίσμα, εάν δεν υπήρχε το κράτος που καταλαμβάνει αυτή την ενδιάμεση περιοχή, θα έπρεπε να το είχαμε εφεύρει. Το θέμα είναι με τη συμφωνία και τη μετέπειτα στάση μας να αναδειχθούμε σε παράγοντα σταθερότητας στα Βαλκάνια και να βοηθήσουμε τα Σκόπια να σταματήσουν την περιδίνηση τους πριν εξελιχθεί σε υπαρξιακή κρίση. Περαιτέρω αποσταθεροποίηση των Σκοπίων οδηγεί στη διάλυσή τους και σε αποσταθεροποίηση όλων των Βαλκανίων.
* Μπαίνει ζήτημα απειλής της εδαφικής ακεραιότητας της Ελλάδας;
- Από τα Σκόπια; Προφανώς και όχι. Το θέμα του ονόματος των Σκοπίων δεν διακυβεύει την παρουσία του ελληνισμού στην Μακεδονία.
ΕΡΝΤΟΓΑΝ ΚΑΙ ΤΟ ΔΟΓΜΑ ΤΩΝ «ΔΥΟΜΙΣΙ ΠΟΛΕΜΩΝ»
* Μετά την επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα έχουμε μία ενίσχυση της επιθετικής ρητορικής εκ μέρους της Τουρκίας. Η αντιπολίτευση επαναλαμβάνει σε κάθε ευκαιρία δηλώσεις περί ιδιοκτησίας 18 νησιών του Αιγαίου, ο Ερντογάν μιλάει για αναθέωρηση της Συνθήκης της Λωζάνης. Τι στόχο έχουν αυτές οι κινήσεις και οι δηλώσεις;
- Ο κ. Ερντογάν ήδη από το 2016 χαρακτηρίζει συστηματικά τη Συνθήκη της Λωζάννης ως ήττα για τη χώρα του. Μεταξύ άλλων φέρει ως παράδειγμα την απόδοση των νησιών του Αιγαίου στην Ελλάδα το 1923. O τούρκος πρόεδρος δεν πρωτοτυπεί. Μετά το 1974 σχεδόν καθημερινά οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις στο Αιγαίο αμφισβητούν εμπράκτως το εδαφικό καθεστώς του Αιγαίου, όπως καθιερώθηκε μέσα από διεθνείς συνθήκες. Δηλώσεις έχουμε λιγότερο συχνά αλλά όλες κινούνται στο ίδιο μήκος κύματος.
Τουρκικά στρατεύματα βρίσκονται παρανόμως σε Ιράκ και Συρία και βεβαίως από το 1974 στην Κύπρο. Οι απειλές προς την Ευρώπη για πλημμυρίδα μεταναστών διαδέχονται η μία την άλλη. Παράλληλα ο Ερντογάν μιλά για τα σύνορα της τουρκικής καρδιάς και αμφισβητεί ευθέως τη συνθήκη της Λωζάννης. Αναφέρει τα Ίμια ως τουρκικό έδαφος και όχι ως γκρίζα ζώνη που πρέπει Ελλάδα και Τουρκία να συζητήσουν. Από το 1996 και την Τανσού Τσιλέρ είχαμε να ακούσουμε αυτή τη ρητορική. Μιλά για μία μεγάλη Τουρκία. Επιδιώκει να σταματήσει το ενεργειακό πρόγραμμα της Κύπρου και στις διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό δεν μπαίνει με σκοπό να περιορίσει η Τουρκία την επιρροή της στην Κύπρο αλλά να την επεκτείνει. Τα υπόλοιπα κόμματα στην Τουρκία τον ακολουθούν διότι εμφορούνται απολύτως από τις ίδιες εθνικιστικές απόψεις.
Είναι προφανές ότι ο Ερντογάν εκτιμά ως εξαιρετικά υψηλή τη γεωστρατηγική σημασία της Τουρκίας. Παράλληλα είναι πλημμυρισμένος από τη βεβαιότητα του μεγαλείου της χώρας του που την θεωρεί περιφερειακή υπερδύναμη. Ουσιαστικά λέει ευθέως ότι για να συνεχίζει η χώρα του να σέβεται τα δυτικά συμφέροντα στην περιοχή θα πρέπει και η Δύση να σέβεται όλες τις ιδιαιτερότητες της Τουρκίας.
* Πρόσφατα είχαμε το επεισόδιο με τον εμβολισμό σκάφος του Λιμενικού Σώματος. Στη συνέχεια είχαμε τη σύλληψη των δύο στρατιωτικών στον Έβρο. Παράλληλα, έχουμε κλιμάκωση της τουρκικής επιθετικότητας και στην κυπριακή ΑΟΖ. Τι μήνυμα θέλει να περάσει η Τουρκία τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό;
-Το 1994 έκανε την εμφάνισή του στην τουρκική αμυντική πολιτική το λεγόμενο δόγμα των «δυόμισι πολέμων». Σύμφωνα με αυτό η Τουρκία θα έπρεπε να προετοιμάζεται για να πολεμήσει ταυτοχρόνως σε ένα μέτωπο κατά της Ελλάδος, σε ένα δεύτερο μέτωπο κατά της Συρίας, ενώ παράλληλα θα έπρεπε να διεξαγάγει έναν εσωτερικό πόλεμο (τον μισό πόλεμο) κατά των Κούρδων του ΡΚΚ. Οι πρόσφατες δηλώσεις του ιδίου του Ερντογάν αλλά και αρκετών Τούρκων αξιωματούχων αναβίωσαν αυτή την αντίληψη.
Ενώ το θέμα των Κούρδων της Συρίας απειλεί την εδαφική της ακεραιότητα, η Τουρκία αγωνιά μη τυχόν ο ελληνικός παράγοντας εκμεταλλευθεί αυτή την αδυναμία της. Η ανακάλυψη κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στο τεμάχιο 6 της κυπριακής ΑΟΖ εκτόξευσε τις ανησυχίες της.
Οι στόχοι της Τουρκίας είναι δύο. Ο άμεσος είναι να ακυρώσει το ενεργειακό πρόγραμμα της Κύπρου. Σε περίπτωση ανακαλύψεως σοβαρών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων θα δημιουργηθεί μία εναλλακτική πηγή τροφοδοσίας της Ε.Ε.. Αυτό θα ανατρέψει τις ευνοϊκές για αυτήν ισορροπίες στην Κύπρο όπως τις επέβαλε το 1974. Σε αυτό το πλαίσιο η επιλογή να δημιουργήσει πρόβλημα στην έρευνα του τεμαχίου 3 δεν ήταν τυχαία. Πίσω από τις πετρελαϊκές εταιρίες που έχουν τα δικαιώματα στο συγκεκριμένο τεμάχιο είναι η ευρισκόμενη σε προεκλογική περίοδο Ιταλία και η μακρινή Κορέα. Οι πιθανότητες βίαιης απαντήσεως εκ μέρους τους ήσαν περίπου αμελητέες.
Αφού η Τουρκία διαπίστωσε τις περιορισμένες αντιδράσεις, τώρα κυνηγά τον απώτερο στόχο της να εμπλακεί άμεσα και να ελέγξει η ίδια την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων. Γι’ αυτόν τον λόγο αμέσως μετά την άσκηση βίας άρχισε να παίζει στους ρυθμούς που αρέσκεται να ακούει η διεθνής κοινότητα: αυτοσυγκράτηση και συζητήσεις. Καλεί τους Ελληνοκυπρίους να προσέλθουν σε διαπραγματεύσεις προκειμένου να λυθεί το πρόβλημα (των φυσικών πόρων και όχι της κατοχής του νησιού…). Η χώρα που συζητά το Κυπριακό επί 44 χρόνια, ζητά άμεσα κάποια «ενδιάμεση λύση» για την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων…
* Θεωρείτε ότι μπορεί να υπάρξει θερμό επεισόδιο ή και στρατιωτική αναμέτρηση στο Αιγαίο ή στην Κύπρο με τουρκικές δυνάμεις; Και τι συνέπειες θα είχε κάτι τέτοιο;
- Το περιστατικό με τον εμβολισμό του σκάφους του Λιμενικού Σώματος στα Ίμια αποτελούσε «θερμό» επεισόδιο που δεν εξελίχθηκε σε κάτι σοβαρότερο με ανθρώπινα θύματα. Ο κίνδυνος για ένα «θερμό» επεισόδιο ελλοχεύει πλέον ανά πάσα στιγμή. Η Τουρκία προτιμά κινήσεις υψηλού συμβολισμού ή εντάσεως που μπορεί να διενεργηθούν από τις στρατιωτικές δυνάμεις που βρίσκονται στην περιοχή χωρίς ενισχύσεις. Το μεγάλο της πρόβλημα είναι οι Κούρδοι. Δεν έχει το περιθώριο να ανοίξει κι ένα δεύτερο πολεμικό μέτωπο πέραν της Συρίας. Επιπλέον, ο Ερντογάν δεν ενοχλείται από τα φέρετρα με τους νεκρούς τούρκους στρατιώτες. Είναι συνηθισμένη η Τουρκία με τέτοιες κηδείες «μαρτύρων», όπως τους ονομάζει. Εάν, όμως, ο στρατός αποδεικνύεται ανίκανος να εκπληρώσει την αποστολή του, ο Ερντογάν έχει πρόβλημα. Ήδη δοκιμάζεται στο Αφρίν με τους ελαφρά οπλισμένους Κούρδους. Δεν θα ήθελε να μπει σε μία ανάλογη δοκιμασία στο Αιγαίο με έναν ισχυρό στρατό με νατοϊκό εξοπλισμό και εκπαίδευση.
* Πώς αξιολογείτε τις αντιδράσεις της Αθήνας σε αυτές τις κινήσεις;
- Η κατάσταση θυμίζει ηλεκτρονικό παιχνίδι. Η τουρκική πλευρά έχει ανέβει στην επόμενη πίστα και παίζει με άλλους όρους. Η ελληνική πλευρά εξακολουθεί να παίζει με τους όρους της προηγούμενης πίστας. Το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Ε.Ε. ως δέλεαρ και ως απειλή. Από το καλοκαίρι του 2016 που λόγω του Brexit επιβεβαιώθηκε ότι η Τουρκία δεν θα μπει στην Ε.Ε., έπαψε να έχει ιδιαίτερη βαρύτητα ο ευρωπαϊκός παράγοντας. Εμείς, όμως επιμένουμε πεισματικά στην επίκλησή του παρ’ ότι είναι αλυσιτελής.
* Θεωρείτε ότι θα υπάρξει αλλαγή συνόρων στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της Ευρείας Μέσης Ανατολής;
- Ίσως η πλέον χαρακτηριστική φράση των αντιλήψεων του Ερντογάν είναι ότι “όταν τελειώσει αυτή η ιστορία η Τουρκία ή θα έχει μεγαλώσει ή θα έχει μικρύνει”. Προφανώς ο ίδιος δεν μπαίνει σε αυτή τη διαδικασία με σκοπό να μικρύνει τη χώρα του. Άλλοι ηγέτες θα επέλεγαν να επικεντρωθούν στο μέτωπο εκείνο που κινδυνεύουν περισσότερο. Στην περίπτωση της Τουρκίας είναι οι αυτόνομες κουρδικές περιοχές στα τουρκο-συριακά σύνορα. Ο Ερντογάν αντιθέτως επιλέγει να ανοίξει σχεδόν όλα τα μέτωπα. Πιστεύει ότι βρίσκεται ενώπιον μίας συνολικής διαπραγματεύσεως κι επιλέγει να γεμίσει το τραπέζι με τουρκικές διεκδικήσεις με την ελπίδα να ικανοποιηθεί σε όσο το δυνατόν περισσότερες από αυτές.
ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΚΥΠΡΟΣ ΤΑ ΑΚΡΑΙΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΖΩΝΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ
* Ελλάδα και Κύπρος επιχειρούν ενίσχυση των σχέσεων τους με την Αίγυπτο, το Ισραήλ, το Λίβανο και πρόσφατα με την Ιορδανία. Μπορούν Αθήνα και Λευκωσία να αναδειχθούν σε παράγοντες που θα ρυθμίζουν εξελίξεις στην περιοχή και πώς μπορούν να λειτουργήσουν οι συμμαχίες που δημιουργούνται;
- Η Τουρκία επί δεκαετίες υπήρξε το προπύργιο της Δύσεως στην ευρύτερη περιοχή. Ήταν το τελευταίο ασφαλές καταφύγιο της «ζώνης της ειρήνης» δίπλα στη «ζώνη του πολέμου». Μετά το 2010, όμως, οι στρατηγικές επιλογές της Τουρκίας ως προς τη Συρία μετέβαλαν προς το δυσμενέστερο τη θέση της. Αυτό οφείλεται εν μέρει στις θρησκευτικές αντιλήψεις Ερντογάν και στον νέο-οθωμανικό μεγαλοϊδεατισμό του.
Όλα αυτά μετέφεραν τα όρια της «ζώνης του πολέμου». Η Τουρκία δεν εγγυάται ως χώρα τον προσανατολισμό της προς την Δύση. Κατ’ αντιστοιχία, Ελλάδα και Κύπρος πλέον είναι τα ακραία όρια της «ζώνης της ειρήνης». Αυτός είναι και ο λόγος που έχουν βάση οι απόψεις περί πιθανής αναβαθμίσεως του ρόλου μας. Ένας από τους στόχους της εξωτερικής μας πολιτικής πρέπει να είναι η ανάδειξη του άξονα Ελλάδος-Κύπρου ως κύριου παράγοντα πολιτικής σταθερότητας και βάσεως συμμαχιών στο ευρύτερο ασταθές περιβάλλον της ανατολικής Μεσογείου. Στην περίπτωση της Κύπρου αυτό σημαίνει ότι τα ζωτικά συμφέροντα της Δύσεως περνούν μέσα από τη διατήρηση της ανεξαρτησίας της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Συνέντευξη στην Αλεξάνδρα Φωτάκη