Λέγεται ότι προήλθε από την ομοιότητα που είχε ο δεύτερος με τον βασιλέα Όθωνα, τον οποίο συνάντησε το 1856 στην Αθήνα [1]. Ο Αθανάσιος γεννήθηκε στη Λάρισα το 1842. Σπούδασε στην Πατριαρχική Σχολή της Κωνσταντινουπόλεως (Φανάρι) και σε ηλικία 33 ετών (1873) επέστρεψε στη Λάρισα αφού διορίσθηκε γραμματέας στο Ελληνικό Προξενείο της πόλης. Στο προξενείο παρέμεινε μέχρι την έναρξη της Θεσσαλικής επανάστασης του 1878.
Μετά από την απελευθέρωση της Θεσσαλίας (1881) υπηρέτησε ως υπάλληλος σε διάφορες δημόσιες και δημοτικές υπηρεσίες. Στις 11 Μαΐου 1882 διορίσθηκε ελεγκτής του ταχυδρομείου της Λάρισας (στη θέση του Πέτρου Τσίκου), αλλά δεν αποδέχθηκε τη θέση και απολύθηκε στις 26 Μαΐου 1882 (ΦΕΚ 89/Α/29-8-1882). Αμέσως σχεδόν προσλήφθηκε ως γραμματέας του Δήμου Λαρίσης, θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι τις αρχές Αυγούστου του ιδίου έτους, αφού «απολύθηκε» για «άγνωστους» λόγους από τον τότε Οθωμανό δήμαρχο της πόλης Χασάν Ετέμ βέη [2]. «Τίνες λόγοι προέτρεψαν τον κ. δήμαρχον εις την παύσιν του αγνοείται, πιστεύομεν όμως ότι δεν θα είναι μικροπρεπείς» [3]. Η παύση του ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων από την τοπική κοινωνία, ενώ οι βουλευτές του νομού κατέθεσαν επερώτηση στη Βουλή [4]. Ο Χασάν Ετέμ βέης παραιτήθηκε και ο υπηρεσιακός δήμαρχος Κωνσταντίνος Δημητριάδης [5] επανέφερε τον Αθανάσιο στη θέση του (Σεπτέμβριος 1882) [6].
Κατά τη διάρκεια των πλημμυρών του Οκτωβρίου 1883, η κατοικία του στη συνοικία Παράσχου (Αγίου Νικολάου) καταστράφηκε ολοσχερώς, και η πολυπληθής οικογένειά του φιλοξενήθηκε για μεγάλο χρονικό διάστημα στην έπαυλη του Εισαγγελέα Εφετών της Λάρισας, Αχιλλέα Διογενείδη [7].
Ως γραμματέας του Δήμου εργάστηκε μέχρι το 1885. «Ήτο φιλοπονέστατος και αφιλοκερδής, είχε δε κερδίσει την εύνοιαν ου μόνον των αρχών αλλά και απάντων των πολιτών» [8]. Τον Αύγουστο του ιδίου έτους διορίσθηκε με υπουργική απόφαση ως Αστυνόμος Β’ στη νεοσύστατη τότε Πολιτική Αστυνομία του Δήμου Λαρίσης [9]. Στις αρμοδιότητές του συμπεριλαμβάνονταν οι κλοπές, οι διαρρήξεις και οι ληστείες (σε ορισμένες περιπτώσεις τον συνέδραμαν στρατιωτικά αποσπάσματα), η παράνομη κυκλοφορία των κίβδηλων χαρτονομισμάτων και των αφορολόγητων καπνικών προϊόντων, ο έλεγχος των καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος και γενικά η τήρηση της εννόμου τάξεως. Στις 17 Απριλίου 1886 παύτηκε από τη θέση του (ΦΕΚ 94/Α/18-4-1886) για να διορισθεί στις 8 Ιουλίου 1886 ως Αστυνόμος Α’ στον Δήμο Τυρνάβου (ΦΕΚ 182/Α/9-7-1886). Το 1887 επέστρεψε εκ νέου στη Λάρισα ως Αστυνόμος Β’ και παρέμεινε στη θέση αυτή μέχρι την έναρξη του Ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897. Οι επιτυχίες του είχαν γίνει πλέον γνωστές στον κρατικό μηχανισμό και γι’ αυτό τον λόγο κλήθηκε από τον τότε υπουργό των Εσωτερικών Στέφανο Δραγούμη (1842-1923) να μεταβεί στην Αθήνα (Απρίλιος 1890) για να συμμετάσχει ως σύμβουλος στην επεξεργασία του νομοσχεδίου περί των Διοικητικών Αστυνομιών [10].
Μετά από τη λήξη της τουρκικής κατοχής στη Θεσσαλία (1898) ανέλαβε (μέχρι το 1906) τη διεύθυνση του Κουτλιμπάνειου Πολιτικού Νοσοκομείου της Λάρισας. Η επίσκεψη της Βασιλικής οικογένειας στο νοσοκομείο (Σεπτέμβριος 1900) και τα διθυραμβικά σχόλια στον τοπικό και Αθηναϊκό Τύπο ήταν επιβράβευση των προσπαθειών που είχε καταβάλει για την όσο το δυνατόν καλύτερη λειτουργία του ιδρύματος [11]. Από το 1906 μέχρι τη συνταξιοδότησή του (1920) εργάστηκε ως ανώτερος νομαρχιακός υπάλληλος. Απεβίωσε στη Λάρισα την 1η Φεβρουαρίου 1940 σε ηλικία 98 ετών και ετάφη στον οικογενειακό του τάφο στο παλαιό νεκροταφείο της πόλης.
«Ο μεταστάς, τον οποίον ουδόλως αι προσβολαί της ειμαρμένης επτόησαν και δεν επηρέασαν της βιοπάλης αι δυσχέρειαι, υπέκυψεν εις το μοιραίον υπό το βάρος εννενήκοντα και οκτώ όλων ενιαυτών, τους οποίους επί της ράχεώς του έφερε και φιλοσοφικώτατα έζησε, παρέχων την φιλικήν του καλωσύνην εις όλους τους γνωρίσαντας αυτόν. Ο αείμνηστος «Θανασάκης» ο και «Πάνυ» υπό των προσωπικών του φίλων επικαλούμενος παρέσχεν εις την πόλιν πολλάς υπηρεσίας […]. Ο Αθανάσιος Όθων (διατηρών μοναδικήν εις την εποχήν μας γενειάδα), υιός παμπαλαίου εμπόρου, εκ των τα πρώτα εν Λαρίσση φερόντων, υπήρξε η ζώσα του τόπου ιστορία, πολλάκις δε η εντοπία δημοσιογραφία κατέφυγεν εις αυτόν, αρυσθείσα αξιολόγους πληροφορίας επί ιστορικών και άλλης φύσεως ζητημάτων της Θεσσαλικής μητροπόλεως» [12].
Σε συμβολαιογραφικά έγγραφα αναφέρεται το όνομα του Κωνσταντίνου Όθωνος, ο οποίος πρέπει να είχε άμεση συγγενική σχέση με τον Αθανάσιο (ίσως αδελφός του). Ο Κωνσταντίνος απέκτησε τρείς θυγατέρες: την Ελένη (σύζυγο του Γεωργίου Ηλία), τη Μαριγώ (σύζυγο του Ιωάννη Αγγελίδη) και την Ευανθία (σύζυγο του Δημητρίου Ράπτη). Και οι τρεις προαναφερθείσες (χήρες ήδη το 1889), μαζί με τον Αθανάσιο, φέρονται κληρονόμοι εξ αδιαιρέτου (της μητρικής περιουσίας), ενός αμπελώνα πέντε στρεμμάτων στη συνοικία Αμπέλια Σεμσή Μουλά, κοντά στα Ταμπάκικα της Λάρισας [13].
Ο Αθανάσιος Δ. Όθων από τον γάμο του απέκτησε έξι παιδιά: τον Αλέξανδρο, την Πολυξένη (Ξένη), τον Γεώργιο, τον Δημήτριο, την Αγγελική και τον Ιωάννη, βιογραφικά στοιχεία των οποίων θα παρουσιάσουμε στο προσεχές δημοσίευμα.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]. Θρασύβουλος Μακρής, «Ένας Μαθουσάλας», Κήρυξ (Λάρισα), φ. 3657 (3 Φεβρουαρίου 1940).
[2]. Ο Αθανάσιος Όθων εξυπηρέτησε τα συμφέροντα των χριστιανών της Λάρισας κατά την επανάσταση του 1878, γεγονός που κατά τη γνώμη μας προκάλεσε την οργή και τη μετέπειτα συμπεριφορά του Οθωμανού δημάρχου. Στη βιβλιογραφία δεν αποσαφηνίζεται για ποιους λόγους παραιτήθηκε ο τελευταίος, αλλά υποπτευόμαστε ότι η απόλυση του Όθωνος ήταν ένας από αυτούς.
[3]. Ανεξαρτησία (Λάρισα), φ. 84 (8 Αυγούστου 1882).
[4]. Ανεξαρτησία (Λάρισα), φ. 92 (5 Σεπτεμβρίου 1882).
[5]. Ο Δημητριάδης παρέμεινε ως υπηρεσιακός δήμαρχος μέχρι τον Δεκέμβριο του 1882. Με Βασιλικό διάταγμα διορίσθηκε δήμαρχος ο Αργύριος Διδίκας (από τις 7 Ιανουαρίου 1883 έως τις 20 Ιουνίου 1883). Αντικαταστάθηκε από τον Χρήστο Γεωργιάδη, πρώτο αιρετό δήμαρχο της πόλης.
[6]. Ανεξαρτησία (Λάρισα), φ. 99 (29 Σεπτεμβρίου 1882).
[7]. Ανεξαρτησία (Λάρισα), φ. 206 (23 Οκτωβρίου 18830 και Ελευθερία (Βόλος), φ. 37 (29 Οκτωβρίου 1883).
[8]. Ζερζεβούλης (Λάρισα), φ. 3 (8 Αυγούστου 1882).
[9]. Εθνικόν Μεγαλείον (Βόλος), φ. 137 (21 Αυγούστου 1885).
[10]. Σάλπιγξ (Λάρισα), φ. 31 (1 Μαΐου 1890).
[11]. Όλυμπος (Λάρισα), φ. 133 (29 Σεπτεμβρίου 1900).
[12]. Θρασύβουλος Μακρής, «Ένας Μαθουσάλας», ό. π.
[13]. Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αρχεία Νομού Λάρισας, Συμβολαιογραφικό Αρχείο Αγαθάγγελου Ιωαννίδη, φκ. 027 [1889], αρ. 8518 (21 Απριλίου 1889).
Από τον Αλέξανδρο Χ. Γρηγορίου