Επί επτά χρόνια, αναφέρεται στο δημοσίευμα, ήταν ο ποιμένας των Ελλήνων, που από τη δεκαετία του 1970 διαμένουν στην πόλη Γκέρετσριντ. Ο κ. Μαλαμούσης έδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στις σχέσεις με τις άλλες χριστιανικές εκκλησίες και καθιέρωσε, στην πολιτιστική ζωή της πόλης Γκέρετσριντ, δύο ορθόδοξες εορτές: την Περιφορά του Επιταφίου στο κέντρο της πόλης και τον Αγιασμό των υδάτων (τα Θεοφάνια). Επίσης έλαβε μέρος πολλές φορές στην εκστρατεία του Δήμου και των πολιτών για την ετήσια διακόσμηση της πόλης και της γύρω περιοχής, με το ράσο και το καλυμμαύχι του. Η καταγωγή τού Πατέρα Απόστολου είναι από το Μούρεσι Πηλίου, ενώ είναι γνωστός για τους αγώνες του υπέρ της αρμονικής συμβίωσης ανθρώπων διαφορετικής εθνικής και θρησκευτικής προέλευσης αλλά και εναντίον του ρατσισμού, της ξενοφοβίας και της τρομοκρατίας. Το 2016 η Ιερά Μητρόπολις Δημητριάδος τίμησε τον πρωτοπρεσβύτερο Απόστολο Μαλαμούση με το ανώτατο παράσημο, «Tον Χρυσό Σταυρό μετά Διπλώματος».
Σήμερα μιλά στην «ΕτΔ».Η συνέντευξη:
• Ο Ελληνισμός έξω από την Ελλάδα διαπρέπει σε όλους τους τομείς της καθημερινότητας, της επιστήμης αλλά και της κοινωνικής προσφοράς, ειδικά στο Μόναχο. Μπορείτε να μας εξηγήσετε, πώς συμβαίνει αυτό;
- «Οι Έλληνες μετανάστες είναι υπερήφανοι για τις πολιτιστικές τους ρίζες και τις παναθρώπινες αιώνιες αξίες του Έθνους μας. Για τον λόγο αυτό προβάλλουν με κάθε μέσο και τρόπο τον ελληνικό πολιτισμό μέσα από το τραγούδι, την τέχνη, το κέντημα, τη μαγειρική, τον παραδοσιακό χορό, τη ζωγραφική, τη λογοτεχνία, την ποίηση, τη βυζαντινή μουσική και αγιογράφηση κ.λπ. Στο Μόναχο υπάρχει ένα άριστο φιλελληνικό κλίμα και μια πολύπλευρη αγαστή ελληνοβαυαρική συνεργασία, από την εποχή του μεγάλου φιλέλληνα Βασιλέα της Βαυαρίας Λουδοβίκου Α’, ο οποίος σφράγισε το πολιτιστικό γίγνεσθαι της Βαυαρίας και ιδιαίτερα του Μονάχου με μεγαλοπρεπή κτίσματα αρχαιοελληνικής τέχνης και ιστορίας. Την όμορφη αυτή παράδοση καλλιεργούν και σήμερα οι εν Μονάχω Έλληνες με πολλαπλές ελληνικές και ελληνοβαυαρικές εκδηλώσεις, εκκλησιαστικές, κοινωνικές και πολιτιστικές. Λόγω της πολύτιμης πολιτιστικής τους συνεισφοράς στη βαυαρική κοινωνία, θεωρούνται οι Έλληνες πρότυπο ενσωμάτωσης και παράδειγμα προς μίμηση και από τις άλλες εθνικότητες των μεταναστών».
• Υπάρχουν μεγάλες δυσκολίες στους μετανάστες που έρχονται σήμερα στη Γερμανία, σε σχέση με αυτούς που έρχονταν πριν δεκαετίες;
- «Πριν δεκαετίες δεν υπήρχαν οι κατάλληλες κοινωνικές δομές για την υποδοχή των μεταναστών στη Γερμανία. Σήμερα τα δεδομένα έχουν αλλάξει ριζικά. Το γερμανικό κράτος έχει δημιουργήσει αξιόλογες κοινωνικές δομές, συνεπικουρούμενο από τις εκκλησίες και άλλους φορείς, έτσι ώστε η υποδοχή, πρόσληψη και τακτοποίηση των νέων μεταναστών να είναι πιο οργανωμένη και επιτυχής. Επίσης πολλοί Έλληνες της δεύτερης και τρίτης γενιάς των μεταναστών στη Γερμανία, βοηθούν τους νέους μετανάστες σε θέματα γλώσσας και άλλων πρακτικών θεμάτων της καθημερινής ζωής».
• Ποια η συνδρομή της Ιεράς Μητρόπολης Γερμανίας σε αυτό το νέο κύμα;
- «Στις δομές υποδοχής και τακτοποίησης νέων μεταναστών συμβάλλει άριστα και η Ιερά Μητρόπολη Γερμανίας με τη δημιουργία ενοριακών κέντρων, σ’ όλες τις πόλεις της Γερμανίας, όπου οι συνάνθρωποί μας βρίσκουν μια αξιόλογη στέγη, μια μικρή Πατρίδα, με δωρεάν παροχή θρησκευτικών, κοινωνικών, ιατρικών, συνταξιοδοτικών, ψυχολογικών και πάσης φύσεως άλλων συμβουλών. Η πρώτη πόρτα που κρούουν οι Έλληνες νεομετανάστες, ερχόμενοι στη Γερμανία, είναι η πόρτα της Εκκλησίας μας και από κει δικτυώνονται με τις άλλες γερμανικές υπηρεσίες.
• Ποιες συμβουλές θα δίνατε σε όσους επιθυμούν να μεταναστεύσουν σήμερα στη Γερμανία;
- «Η αναζήτηση εργασίας στη Γερμανία για συμπατριώτες μας που δεν κατέχουν κάποιο επάγγελμα είναι πολύ δύσκολη, μέχρι και αδύνατη. Η μη γνώση της γερμανικής γλώσσας αποτελεί ένα ακόμη απροσπέλαστο εμπόδιο για εργασιακή απασχόληση. Επίσης στην περιοχή του Μονάχου είναι εξαιρετικά δύσκολη η εξεύρεση κατοικίας και τα ενοίκια είναι πολύ ακριβά. Για τον λόγο αυτό αναγκάζονται πολλοί συμπατριώτες μας να μετακινηθούν σε πόλεις της βόρειας Γερμανίας, όπου η διαμονή είναι οικονομικά συμφερότερη. Σήμερα στη Γερμανία υπάρχει έλλειψη κυρίως στον ιατρικό και νοσηλευτικό τομέα, στα νηπιαγωγεία και τους παιδικούς σταθμούς. Όσοι νέοι της πατρίδας μας έχουν τη σχετική εκπαίδευση, σ’ αυτούς τους τομείς, μπορούν αμέσως να βρουν εργασία. Βεβαίως η εκμάθηση της γερμανικής γλώσσας είναι απαραίτητη».
Συνέντευξη στη Γεωργία Κωστακοπούλου