Προσωπογραφία της Λάρισας

Ευάγγελος Σκίπης (1828-1910)

Επιθεωρητής της Χωροφυλακής και διοικητής των ανακτόρων της Λάρισας

Δημοσίευση: 08 Οκτ 2017 15:30
Ο συνταγματάρχης Ευάγγελος Σκίπης  © Θεσσαλικά Χρονικά (Αθήνα) 1965, σ. 38. Ο συνταγματάρχης Ευάγγελος Σκίπης © Θεσσαλικά Χρονικά (Αθήνα) 1965, σ. 38.

Γιος του οπλαρχηγού της Ελληνικής επανάστασης Γεωργίου Σκίπη από το Σούλι της Ηπείρου [1], ο Ευάγγελος (ή Ευαγγέλης) Σκίπης γεννήθηκε στο Αγρίνιο το 1828.

Ακολούθησε την καριέρα του στρατιωτικού, καταταγείς στο στράτευμα ως σημαιοφόρος. Στις 30 Νοεμβρίου 1853 προήχθη σε ανθυπολοχαγό και μετατέθηκε στο 9ο τάγμα της Οροφυλακής (ΦΕΚ 41/Α/9-12-1853), ενώ μετά την κατάργησή της μετατέθηκε (7 Σεπτεμβρίου 1856) στο 3ο Σύνταγμα Πεζικού (ΦΕΚ 56/Α/6-10-1856). Στις 16 Δεκεμβρίου 1859 τοποθετήθηκε ως ανθυπομοίραρχος στο σώμα της Χωροφυλακής (ΦΕΚ 1/Α/11-1-1860). Υπηρέτησε αρχικά στη Βόνιτσα και αργότερα (8 Μαΐου 1861) στον Καρβασσαρά (ΦΕΚ18/Α/26-5-1861), ενώ στις 20 Μαΐου 1862 προήχθη σε υπομοίραρχο (ΦΕΚ 31/Α/29-5-1862) και στις 31 Μαΐου 1868 σε αντιμοίραρχο (ΦΕΚ 27/Α/11-6-1868).

Στις 27 Δεκεμβρίου 1872 προήχθη σε μοίραρχο και διορίσθηκε διοικητής της μοιραρχίας Ακαρνανίας και Αιτωλίας (ΦΕΚ 9/Α/31-3-1873). Μετά την απελευθέρωση της Λάρισας (1881) αιτήθηκε τη μετάθεσή του στην πόλη για τους λόγους που θα εξηγήσουμε παρακάτω. Στις 2 Σεπτεμβρίου 1882, μετατέθηκε ως επιθεωρητής της Χωροφυλακής στο Α΄ Σώμα Στρατού που έδρευε στη Λάρισα (ΦΕΚ 96/Α/7-9-1882). Παράλληλα τοποθετήθηκε από τον βασιλέα Γεώργιο Α΄ και ως επικεφαλής της ανακτορικής φρουράς της πόλης. Στις 29 Ιανουαρίου 1886 προήχθη σε συνταγματάρχη κατ’ αρχαιότητα (ΦΕΚ 33/Α/4-2-1886). Αποστρατεύτηκε στις 4 Ιανουαρίου 1889 «ένεκα ορίου ηλικίας και δι’ αρχαιότητα υπηρεσίας» [2]. Λίγο αργότερα του χορηγήθηκε μηνιαία σύνταξη 360 δρχ. (ΦΕΚ 50/Α/24-2-1889). Ως συνταξιούχος παρέμεινε στη Λάρισα μέχρι την έναρξη του Ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897. Λίγο πριν από την κατάληψη της πόλης, πήρε την οικογένειά του και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα.

 Στην περίπτωση του Ευάγγελου Σκίπη, αυτό που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι οι μακροχρόνιες αναζητήσεις που πραγματοποίησε για να εντοπιστούν οι «χαμένες» αδελφές του. Οι τελευταίες, σε ηλικία επτά και εννέα ετών αντίστοιχα, βρέθηκαν τραυματισμένες από τους Τούρκους κατά την έξοδο του Μεσολογγίου (1826), όταν ο πατέρας τους [Γεώργιος Σκίπης] τις πυροβόλησε για να μην πέσουν σκλάβες στα χέρια του εχθρού. Οι Τούρκοι τις περιέθαλψαν και αργότερα τις πάντρεψαν με μπέηδες στη Θεσσαλία (Λάρισα και Τρίκαλα). Ένα χρόνο μετά από την απελευθέρωση της Θεσσαλίας (1882) ο Ευάγγελος Σκίπης έλαβε την πληροφορία ότι μία από αυτές, ζούσε στη Λάρισα παντρεμένη με τον Οθωμανό κτηματία Μουσταφά Χατζή Μεμέτ βέη. Τότε αιτήθηκε την τοποθέτησή του στην Λάρισα, που όπως αναφέραμε προηγουμένως, έγινε αποδεκτή. Η συνάντηση πραγματοποιήθηκε τελικά το 1883 μέσα σε κλίμα συγκίνησης. Ο Ευάγγελος αγκάλιασε μετά από πενήντα χρόνια την αδελφή του Σοφία, που τώρα λεγόταν Νοϊλέ [3]. Σοφία όμως έλεγαν και την θυγατέρα του Σκίπη την οποία ο Μουσταφά Χατζή Μεμέτ βέης «πήρε» υπό την «προστασία» του. Στις 26 Μαΐου 1884 ο τελευταίος «ενεργών διά λογαριασμόν και κατ’ εντολήν της ανεψιάς του Σοφίας Ευαγγέλου Σκίπη» της αγόρασε αντί 13 χρυσών Τουρκικών λιρών (299 δρχ.), ένα οικόπεδο ενός στρέμματος στην συνοικία Εμινλέρ (ή Αρναούτ = Αγίου Αθανασίου) που κατείχαν εξ’ αδιαιρέτου οι αδελφοί Σερίφ βέης και Ελισίπ βέης, υιοί του προαναφερθέντα [4].

Τέσσερα χρόνια αργότερα (20 Δεκεμβρίου 1888) ο Οθωμανός κτηματίας Τζελάλ Ταχήρ βέης, κάτοικος Θεσσαλονίκης και πρώην Τρικάλων, παρουσιάστηκε στο Ελληνικό Προξενείο της πόλης και «δώρισε εις τον συγγενή του Ευάγγελον Σκίπην» (αρ. 484/1888) την μεγάλη ιδιόκτητη έπαυλη με το ισόγειο εργαστήριο που κατείχε στη συνοικία Εμινλέρ της Λάρισας [5]. Ο Τζελάλ Ταχήρ βέης ήταν ο σύζυγος της άλλης αδελφής του η οποία είχε αποβιώσει προ πολλού. Ο Σκίπης από την πλευρά του αποδέχθηκε τη δωρεά και εξέφρασε στον δωρητή την ευγνωμοσύνη του [6].

Οι προαναφερθείσες ειδήσεις έγιναν γνωστές στο ευρύτερο συγγενικό περιβάλλον των προαναφερθέντων Οθωμανών μπέηδων. Όλοι τους έβλεπαν με συμπάθεια τον Ευάγγελο Σκίπη που δεν σταμάτησε να αναζητά επί μισό περίπου αιώνα τις «χαμένες» αδελφές του. Ως απόρροια αυτής της συμπάθειας ένας άλλος «συγγενής» του, ο Εγιούπ Χατζή Μεμέτ βέης, κάτοικος Σμύρνης τον διόρισε το 1886 ως γενικό πληρεξούσιο και διαχειριστή των υποθέσεών του στη Θεσσαλία [7].

Από τον γάμο του με την Παρασκευούλα Βρετού [8] από την Ιθάκη, απέκτησε τέσσερα παιδιά: την Σοφία (για την οποία αναφερθήκαμε παραπάνω), τον Γεώργιο [9], τον Σωτήριο (τον γνωστό ποιητή) και τον Σπυρίδωνα. Απεβίωσε στην Αθήνα στο τέλος της δεκαετίας του 1910.

Είχε τιμηθεί από την Ελληνική Πολιτεία στις 6 Απριλίου 1865 με τον Αργυρό Σταυρό των Ιπποτών του Βασιλικού Τάγματος του Σωτήρος (ΦΕΚ 30/Α/7-6-1865) και την 1η Δεκεμβρίου 1886 με το παράσημο των Ταξιαρχών του ιδίου Τάγματος (ΦΕΚ 333/Α/4-12-1886).

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[ ]. Την καταγωγή του παππού του από το Σούλι, επιβεβαίωσε ο ποιητής Σωτήρης Σκίπης σε συνέντευξη που παραχώρησε το 1938 στον ραδιοφωνικό σταθμό του Μπάρι (Ιταλία). Βλ. Ελευθερία (Λάρισα), φ. 5147 (30 Ιανουαρίου 1938), όπου και ολόκληρη η συνέντευξη.

[2]. Βασιλικό Διάταγμα (4 Ιανουαρίου 1889): «Περί αποστρατεύσεως του συνταγματάρχου της Χωροφυλακής Σκίπη Ευαγγέλου» (ΦΕΚ 7/Α/9-1-1889).

[3]. Το 1928 ο ποιητής Σωτήρης Σκίπης που βρισκόταν στη Γαλλία ανέφερε σε συνέντευξή του: «Θυμάμαι ακόμα εκείνο το σπίτι της θείας μου στη Λάρισα στις όχθες του Πηνειού. Θυμάμαι ακόμα τον μεγάλο κήπο με τις ακακίες, τις πασχαλιές και τις τριανταφυλλιές. Σ’ αυτό το σπίτι πέρασα τα τρυφερά χρόνια της παιδικής μου ηλικίας». Βλ. Christina Galitzi, «Sotiris Skipis et son oeuvre», Comoedia (Paris), φ. 5711 (29 Αυγούστου 1928), σ. 3.

[4]. Αρχείο Φίλιου, φκ. 012 [1884], αρ. 4788 (26 Μαΐου 1884).

[5]. Την είχε αγοράσει από τον κτηματία και βουλευτή Χασήπ Σερέφ βέη το 1885. Βλ. Αρχείο Ροδόπουλου, φκ. 014 [1885], αρ. 4046 (23 Οκτωβρίου 1885).

[6]. Αρχείο Ροδόπουλου, φκ. 031 [1888-1889], αρ. 8579 (4 Ιανουαρίου 1889). Το 1893 κατεδάφισε μία κατοικία που διέθετε στη συνοικία Εμινλέρ (όχι αυτή στην οποία διέμενε) που ήταν υποθηκευμένη στον κτηματία Νικόλαο Τσάπανο από τη Φαλάνη και πώλησε τα οικοδομικά υλικά στους Λαρισαίους εργολάβους Δημήτριο Παπαντωνίου και Χατζή Σολομών Κοέν αντί 1.050 δρχ. Βλ. Αρχείο Ροδόπουλου, φκ. 046 [1893], αρ. 14014 (22 Ιουλίου 1893).

[7]. Αρχείο συμβολαιογράφου Τρικάλων Ιωάννη Χατζηγώγου, αρ. 6191 (17 Αυγούστου 1886).

[8]. Απεβίωσε στην Αθήνα στις 4 Απριλίου 1902 και κηδεύτηκε από τον ναό του Αγίου Διονυσίου. Βλ. Σκριπ (Αθήνα), φ. 2383 (5 Απριλίου 1902).

[9]. Ακολούθησε την καριέρα του στρατιωτικού όπως και ο πατέρας του. Στις 29 Αυγούστου 1886 κατατάχθηκε στην πρώτη τάξη της προπαρασκευαστικής σχολής των υπαξιωματικών (ΦΕΚ 237/Α/30-8-1886).

* Από τον Αλέξανδρο Χ. Γρηγορίου

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass