Ο μητροπολίτης παρουσίασε την αγιότητα ως γεγονός εκκλησιαστικό, το οποίο αφορά τους πιστούς ως μέλη ενός συγκεκριμένου σώματος, του σώματος του Χριστού, δηλαδή της Εκκλησίας.
Στο περιθώριο της εκδήλωσης η «Ε» είχε τη δυνατότητα να συνομιλήσει με τον σεβ. μητροπολίτη Χρυσόστομο, γνωστό για τη μετριοπάθειά του μεν, αλλά και για τους πύρινους λόγους του δε. Μάλιστα δεν έχει διστάσει να συγκρουσθεί ή να επικρίνει άλλους ιερωμένους, όταν αυτοί επέλεξαν ακραίους λόγους και στάσεις.
* Καταρχήν σεβασμιότατε μιλήστε μας για το θέμα που αναπτύξατε στην ημερίδα για τους Αγίους της Λάρισας.
- Οι Άγιοι της Εκκλησίας, είναι οι φίλοι του Θεού και πολίτες της Βασιλείας Του. Η αγιότητα αυτή δεν περιορίζεται μόνο σε μία ψυχολογικού τύπου αντίληψη, ίσως με μεταφυσικές διαστάσεις, διότι είναι μια κατάσταση ηθικιστική, αλλά είναι σχέση που αναπτύσσεται με τον Θεό, μέσα στην εκκλησία και με τη θεία λειτουργία.
* Μείνατε ικανοποιημένος από την προσέλευση του κόσμου στην εκδήλωση;
- Ναι , πολύ. Ο Δεσπότης σας από την πρώτη στιγμή που ήρθε στην πόλη προσπάθησε να ευαισθητοποιήσει, να ενημερώσει τον κόσμο για το αίσθημα αναφοράς στη ζωή της εκκλησίας. Η Λάρισα πάντα χαρακτηρίζετο γι’ αυτή την προσήλωση στη ζωή της Εκκλησίας. Σήμερα που διερχόμεθα μια κρίση αξιών και λειτουργίας των θεσμών, η Εκκλησία είναι ο μόνος παράγοντας που μπορεί να νοηματοδοτήσει τον σκοπό για τον οποίο οι θεσμοί υφίστανται και συγχρόνως να τονίσει τη σημασία των θεσμών για την ίδια τη ζωή της κοινωνίας, στην προοπτική να ενισχυθεί η ενότητα και η συνοχή του κόσμου.
* Μέσα σε δύο μέρες είχαμε έντονη την παρουσία της Εκκλησίας στην περιοχή μας, στο πλαίσιο φιλανθρωπικής βοήθειας στους οικονομικά αδύναμους συνανθρώπους μας (προσφορά φαρμακευτικού υλικού στα Νοσοκομεία, ημερίδα για το Αλτσχάιμερ). Πιστεύετε ότι η Εκκλησία έχει προσφέρει πολλά σε αυτόν τον τομέα ή υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης;
- Η Εκκλησία έχει βασική αποστολή μέσα στον κόσμο να μεταλαμπαδεύσει την ελπίδα, το κουράγιο και την εμπιστοσύνη, έτσι όπως ο Χριστός τη φανέρωσε στην προοπτική της Βασιλείας του Θεού. Μέσα σε αυτή την προσφορά και τη διακονία της, εντάσσεται και το φιλανθρωπικό της έργο. Στους καιρούς που διανύουμε, σε αυτούς τους κρίσιμους, η Εκκλησία σε πολλά επίπεδα έχει υποκαταστήσει το κράτος Πρόνοιας. Και αυτό δεν το αμφισβητεί κανείς. Και επιβεβαιώνει ότι πέραν από ιδεολογικούς προσανατολισμούς, η Εκκλησία προσπαθεί να στηρίξει τον άνθρωπο, βιολογικά και πνευματικά. Στο πλαίσιο της ελευθερίας της γνώμης του καθενός, ο καθένας μπορεί να αμφισβητεί τη δράση αυτή. Η Εκκλησία όμως οφείλει να συνεχίσει -και το κάνει- απερίσπαστη το έργο της και να αφήσει τον χρόνο και τα γεγονότα να τη δικαιώσουν.
* Η Ορθοδοξία θεωρείτε ότι βρίσκεται στο στόχαστρο κάποιων ξένων, εχθρικών μα συνάμα ισχυρών ανθρώπων;
- Πράγματι υπάρχει μια μεγάλη επιδίωξη αποχριστιανισμού, όχι μόνο της Ελλάδος, όπως είπε ο Μακαριώτατος, αλλά ολόκληρης της Ευρώπης. Αυτό ξεκίνησε ως ένδειξη, όταν το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα δεν ήθελε να συμπεριλάβει μέσα του, τους τρεις βασικούς πυλώνες του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού. Σήμερα βλέπουμε ότι ο Χριστιανισμός, σε οποιαδήποτε έκφρασή του είναι, είτε ως Ρωμαιοκαθολικισμός, είτε ως Προτεσταντισμός, είτε ως Ορθόδοξη Εκκλησία περνάει κρίση αμφισβήτησης. Κάποιοι δεν μπορούν να αντιληφθούν ότι ο τρόπος με τον οποίο ο Χριστιανισμός, όχι μόνο εξαπλώθηκε, αλλά και εδραιώθηκε, μέσα στη ζωή των ανθρώπων δεν ήταν ιδεολογικός, αλλά ερχόταν μέσα από ένα ιδιαίτερο τρόπο ζωής που δίδασκε, με σεβασμό στο ανθρώπινο πρόσωπο και την ύπαρξή του.
* Σχετικά με τη φημολογία της κατάργησης της προσευχής στα σχολεία ή αλλαγής της διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών, τι απαντάτε;
- Το θέμα της προσευχής δεν είναι θέμα ιδεολογίας και πολιτικής, άλλωστε σήμερα ισχύει η δυνατότητα απαλλαγής από την προσευχή, εφόσον το επιθυμούν και οι γονείς του μαθητού. Από την άλλη ο εκκλησιαστικός λόγος δεν πρέπει να περιορίζεται στο «πρέπει» και στο «μη», αλλά είναι αναγκαίο να αποτελεί μέσο απάντησης στα σύγχρονα υπαρξιακά προβλήματα του ανθρώπου και τις προκλήσεις του σύγχρονου πολιτισμού. Νομίζω ότι αλλά είναι τα πρωταρχικά ζητήματα της ελληνικής κοινωνίας, όπως η ενίσχυση των θυμάτων της οικονομικής κρίσης. Και για την επίλυση της κρίσης απαιτείται η υπέρβαση των μικροπολιτικών επιδιώξεων. Η κοινοβουλευτική συναίνεση, η καταξίωση που πρέπει να αποκτήσει ο πολιτικός κόσμος στη συνείδηση του λαού και η σταθερότητα στις επιλογές, πρέπει να επιτευχθούν, προκειμένου όλα αυτά να αποτελέσουν τις ασφαλιστικές δικλείδες για να επιτευχθεί η επανεκκίνηση της οικονομίας μέσα από τις επενδύσεις. Επιπλέον, απαιτείται η ανάπτυξη πρωτοβουλιών για την υποστήριξη της τοπικής οικονομίας ως πρωτογενούς παράγοντα ανάπτυξης και αποδυνάμωσης της ανεργίας σε τοπικό επίπεδο.