Του Κώστα Γκιάστα
Φωτογραφίες: In time news / Λιάκος Γιάννης
«Καθαρά Δευτέρα. 12 το μεσημέρι. Είχαμε μια πληροφορία από συναδέλφους πως οι Σύριοι ετοιμάζουν μια συγκέντρωση – πορεία στην Ειδομένη και με στόχο να βρούνε σημείο για να περάσουν στην ΠΓΔΜ (Σκόπια). Πήραμε τις μηχανές και ακολουθήσαμε...».
Ο Γιάννης Λιάκος είναι ένας από τους φωτορεπόρτερ που πριν από λίγες ημέρες κατέγραψε με τον φακό του, την προσπάθεια των προσφύγων να ανοίξουν μόνοι τους τη βαλκανική οδό με στόχο να βρεθούν στην Κεντρική Ευρώπη. Συνελήφθη όμως γι’ αυτό και επέστρεψε πίσω στην Ειδομένη. Η κάρτα της φωτογραφικής του μηχανής έμεινε αναλλοίωτη από νερό, λάσπες και έτσι απέκτησε μια πολύτιμη μορφή. Μα ακόμα πιο πολύτιμες είναι οι μνήμες του, από τη συγκεκριμένη καταγραφή που είναι ακόμα νωπές και έχουν ιδιαίτερη αξία. Του ζητήσαμε να μας τα καταθέσει και τα δύο. Φωτογραφίες και περιγραφές. Εμείς απλά τα παραθέτουμε.
«... Η πορεία ξεκίνησε από ένα φυλλάδιο που μοιράστηκε εκεί. Κανένας δεν ξέρει ποιος το μοίρασε και όλοι κάνουν εικασίες. Στην αρχή είχαν συγκεντρωθεί γύρω στα 500 άτομα, όμως κατά τη διάρκεια του δρόμου συγκεντρώθηκαν κι άλλοι.
... Περάσαμε από δύσβατες περιοχές και όχι μόνο από αγροτικούς δρόμους. Μπαίναμε στις λάσπες μέχρι τα γόνατα. Βουνά και πάλι βουνά την ίδια ώρα που οι μετανάστες είχαν τα μωρά παιδιά στην αγκαλιά τους και άνθρωποι με κινητικά προβλήματα συνέχιζαν».
Εντύπωση προκάλεσαν τις προηγούμενες ημέρες οι εικόνες με τους πρόσφυγες να προσπαθούν να περάσουν ένα ποτάμι με τα πόδια. Του ζητάμε να φέρει στο μυαλό του εκείνη τη στιγμή.
«... Είχαμε εξαντληθεί από την πορεία, μπροστά μας βρήκαμε έναν χείμαρρο. Αυτό ήταν το πιο δύσκολο και επικίνδυνο σημείο εκεί πέρα γιατί την προηγούμενη ημέρα είχαν πνιγεί τρεις μετανάστες εκεί. Ωστόσο μια ημέρα νωρίτερα ήταν μόνοι τους και το ποτάμι ήταν φουσκωμένο. Την Καθαρά Δευτέρα το νερό ήταν μέχρι το γόνατο.
Κάναμε αλυσίδα και υπήρξε και ένα σκοινί από τους πολλούς εθελοντές που βοήθησαν. Πέρασε το ποτάμι όλος ο λαός και μετά συνεχίσαμε μια πορεία μέσα στην Ελλάδα ακόμα για μια – μιάμιση ώρα. Κάπου εκεί τελείωσε ο φράχτης και ήμασταν σε μια βουνοπλαγιά. Στο κατέβασμα της βουνοπλαγιάς μπήκαμε στα εδάφη των Σκοπίων. Ωστόσο είναι ασαφή τα σύνορα και δεν το καταλαβαίνεις. Το σημείο αυτό κατέληγε σε ένα χωριό ένα χιλιόμετρο έξω από τη Γευγελή. Εκεί μας την είχαν στήσει καρτέρι οι Σκοπιανοί συνοριοφύλακες. Τους μετανάστες τους άφησαν να περάσουν και τους σταμάτησαν μέσα στο χωριό. Εμάς μας σταμάτησαν έξω από το χωριό.
...Σήκωσαν όπλα και μόλις τους είδα πήγα να πάω προς τα πάνω. Μου έκαναν άλτ και κοκάλωσα. Τις μηχανές τις είχαμε συνέχεια και τραβούσαμε μέχρι τότε. Μας συνέλαβαν όλους και για μια ώρα μας είχαν εκεί έξω από το χωριό με τις μηχανές στα χώματα.
... Απαγόρευση ομιλίας και επικοινωνίας μέχρι να έρθει η αστυνομία. Περάσαμε μπροστά από τους πρόσφυγες που τους είχαν οκλαδόν ενώ ήταν ειρηνικοί και δεν έκαναν κάτι. Τους έβαλαν σε στρατιωτικά καμιόνια και τους γύρισαν πίσω στην Ελλάδα την επόμενη ημέρα.
Εμάς μας κράτησαν για 8 ώρες στο αστυνομικό τμήμα της Γευγελής. Ήταν ήρεμα και δεν μας έλεγξαν το υλικό. Πέρασαν 5 ώρες μέχρι να κινητοποιηθεί η πρεσβεία στα Σκόπια και πλήρωσε η πρεσβεία το ποσό των 250 ευρώ».
Αφού επέστρεψε στην Ελλάδα του ζητάμε να μας πει τι κράτησε απ’ όλο αυτό: «Ήταν πολύ απλά μια συγκλονιστική εμπειρία. Προσπάθησαν να περάσουν παράνομα αλλά την ίδια στιγμή δεν άντεχαν. Το γεγονός πως ήταν τόσος κόσμος με πολλά μωρά το έκανε ακόμα πιο δυνατό ως συναίσθημα.
...Ήταν εξ αρχής μια κίνηση επικίνδυνη και χωρίς νόημα. Ήταν μια κίνηση χωρίς ελπίδα. Μπήκαν σε κίνδυνο ζωές παιδιών και γυναικών χωρίς αντίκρισμα» κατέληξε.