Με αφορμή την πρόσφατη επίσκεψη, που πραγματοποίησαν στην Κοιλάδα του Αχελώου, στελέχη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωκοινοβουλίου, ο Κώστας Γκούμας, διαχειριστής της επίσημης ιστοσελίδας των τοπικών φορέων ‘’Υδάτινοι Πόροι και Περιβάλλον της Θεσσαλίας’’ (www.ypethe.gr) επισημαίνει τα ακόλουθα:
Μεταξύ των επισκεπτών η Ευρωπαία επίτροπος αρμόδια για την περιφερειακή ανάπτυξη Κορίνα Κρέτσου, η πρόεδρος της Επιτροπής Πολιτισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Σίλβια Κόστα, η πρόεδρος της ομάδας Οικολόγων-Πράσινων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Ρεμπέκα Χάρμς και ο Γερμανός ευρωβουλευτής Τζο Λάινεν.
Διατύπωσαν τις απόψεις τους, σε τηλεοπτικά και έντυπα ΜΜΕ, για τις αναπτυξιακές προοπτικές της περιοχής, αναφέροντας μεταξύ άλλων: η «...ευρύτερη περιοχή της κοιλάδας του Αχελώου... μπορεί να παράγει και να δίνει ασφαλή ποιοτικά προϊόντα και οι πολίτες των περιοχών αυτών είναι οι θεματοφύλακες της υπαίθρου και του περιβάλλοντος» και επίσης “Η μόνη λύση για την περιοχή είναι η παραγωγή, η μεταποίηση και η εξαγωγή ποιοτικών προϊόντων με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή αρωγό της προσπάθειας αυτής”. Αναφέρθηκαν επίσης στην «...δυνατότητα ανάπτυξης, ειδικά στον εναλλακτικό και θρησκευτικό τουρισμό αλλά και στον Αγροτικό Τομέα. Από την πλευρά μας θα κάνουμε ό,τι είναι δυνατό ως Ευρωπαϊκή Επιτροπή να στηρίξουμε την Ελλάδα και αυτή την περιοχή για την καλυτέρευση της ζωής των κατοίκων» καθώς και στην «αγροτική ανάπτυξη», συνδυάζοντας όλα αυτά με αρχαιολογικούς χώρους, θρησκευτικά μνημεία, παραδοσιακά γεφύρια και άλλα πολιτιστικά στοιχεία της περιοχής, τα οποία μας προέτρεψαν να προστατευτούν. Οι δηλώσεις αυτές διανθίστηκαν με πολλές υποσχέσεις για αλληλεγγύη, κοινωνικά δίκαιη Ευρώπη, αλληλοβοήθεια και άλλα παρόμοια.
Ως εδώ όλα καλά. Αναρωτιέται όμως κανείς γιατί δεν επισκέφθηκαν κανένα από τα 7 σημαντικά υδροηλεκτρικά έργα (έξι της ΔΕΗ και ένα ιδιωτικό) που λειτουργούν ή βρίσκονται υπό κατασκευή σε όλο το μήκος της κοιλάδας Αχελώου; Δεν φρόντισαν άραγε να ενημερωθούν για τον σχεδιασμό της χώρας μας από τη δεκαετία του ΄50 σε ό,τι αφορά στην ενεργειακή αξιοποίηση των υδάτων του ποταμού, στην οποία βασίστηκε εν πολλοίς η μεταπολεμική ανάπτυξη της χώρας και έδωσε τη δυνατότητα στους κατοίκους ακόμη και των απομακρυσμένων ορεινών χωριών της περιοχής που επισκέφθηκαν, να έχουν το αγαθό του ηλεκτρισμού στα σπίτια τους; Δεν γνωρίζουν ότι αυτός ο σχεδιασμός ολοκληρώνεται πλέον με τα δύο τελευταία έργα στη Μεσοχώρα Τρικάλων και στη Συκιά Καρδίτσας; Είναι άραγε τυχαία η παράλειψή τους, έστω απλά να αναφερθούν σε αυτήν την προοπτική ανάπτυξης, σε συνδυασμό με τη αγροτική οικονομία και την προστασία των μνημείων μας;
Πριν λίγες εβδομάδες στην ίδια περιοχή ένας υπουργός «υποσχέθηκε» να ξαναμελετήσει ποια από αυτά τα έργα θα γίνουν και ποια θα κατεδαφιστούν. Άλλοι πάλι κάνουν ερωτήσεις στη Βουλή δηλώνοντας αντίθεση στα Υδροηλεκτρικά έργα, γιατί – λένε – δεν συμφωνούν με φράγματα ύψους μεγαλύτερων των 15 μέτρων!
Όσο καλές προθέσεις και να έχει κανείς αυτή την άμεση ή έμμεση αμφισβήτηση των ενεργειακών έργων στην περιοχή δεν μπορεί να την αγνοήσει.
Και επειδή πάντοτε υπήρχαν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν αντικρουόμενα ιδιωτικά συμφέροντα στον ενεργειακό τομέα ας σημειώσουμε ότι σήμερα μεγάλες ιδιωτικές εταιρίες παράγουν και πωλούν ρεύμα κυρίως από εισαγόμενο φυσικό αέριο εκτοξεύοντας στα ύψη την τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος. Κατά συνέπεια και εμείς από την πλευρά μας υπενθυμίζουμε προς κάθε κατεύθυνση, ότι έργα χρήσιμα για τον τόπο μας σαν τη Μεσοχώρα και τη Συκιά, επενδεδυμένης αξίας εκατοντάδων εκατομμυρίων, δεν έχουμε πρόθεση να τα εγκαταλείψουμε στην τύχη τους στο όνομα των όποιων οικονομικών συμφερόντων αλλά και των «κακοπροαίρετων» εναλλακτικών μοντέλων ανάπτυξης σαν αυτές που προτείνουν οι φίλοι Ευρωπαίοι παράγοντες που μας επισκέφθηκαν. Θα τους θυμίσουμε πάντως ότι στις χώρες τους (π.χ. στην Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη) το υδάτινο δυναμικό τους έχει ήδη αξιοποιηθεί για παραγωγή ενέργειας εδώ και πολλές δεκαετίες σε βαθμό πάνω από 90%, ενώ στη χώρα μας η αντίστοιχη αξιοποίηση περιορίζεται στο 34%. Με άλλα λόγια αυτοί, πολύ σωστά, ήδη φρόντισαν πρώτα να αξιοποιήσουν τους εγχώριους φυσικούς πόρους τους και να καλύψουν τις υπόλοιπες ανάγκες τους από τις εισαγωγές. Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη ότι η δική μας εξάρτηση από τις εισαγωγές ενέργειας ανέρχεται στο 64% και ο μέσος ευρωπαϊκός όρος είναι μόλις στο 51%, ε, τότε καλό θα ήταν όλοι αυτοί οι υψηλόβαθμοι παράγοντες της ΕΕ (και όχι μόνο) να σκεφθούν πώς θα μας «βοηθήσουν» και εμάς να κάνουμε το ίδιο.