Σύμφωνα με ανακοίνωσή της: «Στόχος είναι με συντονισμένες δράσεις σε πάνω από 20 χώρες, να πετύχουμε την αύξηση των επενδύσεων σε έργα ΑΠΕ κατά $40 δις, μέσα στους επόμενους 12 μήνες. Μία από τις πρώτες μας δράσεις είναι να πείσουμε το κρατικό Ίδρυμα επενδυτικού κεφαλαίου της Νορβηγίας (που είναι το μεγαλύτερο στον κόσμο) να επενδύσει $30-35 δις (το 5% του χαρτοφυλακίου του) σε έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Ο δρόμος για την προώθηση ενός βιώσιμου ενεργειακού μοντέλου τόσο σε εθνικό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο είναι μακρύς. Εμείς θα συνεχίσουμε τις προσπάθειες ακύρωσης ζημιογόνων επενδύσεων, όπως είναι οι δύο νέοι σταθμοί λιγνίτη και παράλληλα να ενισχύουμε εναλλακτικές που ωφελούν την κοινωνία, δημιουργούν θέσεις εργασίας και υλοποιούνται με σεβασμό στο περιβάλλον και την ανθρώπινη υγεία».
Αφορμή γι αυτή την εκστρατεία, όπως αναφέρουν ήταν ότι:
Σύμφωνα με την Έκθεση οικονομικής βιωσιμότητας των νέων λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ Πτολεμαΐδα-5 και Μελίτη-2», φαίνεται ότι οι δύο σχεδιαζόμενες μονάδες, πέρα από τις τεράστιες επιπτώσεις στην τοπική κοινωνία, την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον αποδεικνύονται επιπλέον και οικονομικά ασύμφορες.
Συγκεκριμένα, η μονάδα Πτολεμαΐδα-5 ενδέχεται να παρουσιάσει ακόμα και αρνητικές χρηματορροές το 2050 και βαθμό απόδοσης -5,4%. Πρακτικά, αυτό σημαίνει πως για κάθε 100 ευρώ επένδυσης, η ΔΕΗ θα παίρνει πίσω 94,6 ευρώ.
Το δε κόστος στην υγεία των κατοίκων και το περιβάλλον για τη Δυτική Μακεδονία τις περασμένες δεκαετίες αγγίζει τα 82,6 δις δολλάρια (!), βάσει ανάλογων μελετών που έχει κάνει η Ιατρική Σχολή του Harvard.
Όλα αυτά συμβαίνουν στη δική μας κατά τα άλλα πλούσια σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας χώρα, ενώ την ίδια στιγμή στη Γερμανία του Βορρά, 20 από τους 39 ανθρακικούς σταθμούς που είχαν εξαγγελθεί το 2007 έχουν ήδη ακυρωθεί, ενώ μόλις 2 είναι αυτή τη στιγμή σε λειτουργία».