Ενάντια στη χρήση κοκκοποιηµένου ελαστικού, ως καύσιµου από βιομηχανία του Βόλου, τάσσεται η «Οικολογική Θεσσαλία- Ανοικτή Αλληλέγγυα Παρέμβαση», η οποία κατέθεσε ήδη την τοποθέτησή της, στη δημόσια διαβούλευση της Περιφέρειας Θεσσαλίας για τη μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων, την οποία και πρόκειται να καταψηφίσει στο προσεχές Περιφερειακό Συμβούλιο.
Σε ανακοίνωσή της αναφέρει μεταξύ άλλων: «Σήμερα είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο ότι η καύση των ελαστικών σε οποιαδήποτε μορφή, σε θερμοκρασίες μικρότερες από τους 1200οC (δηλαδή σε κοινούς κλιβάνους της βιομηχανίας) παράγει ισχυρά τοξικές ουσίες όπως διοξίνες, υδράργυρο, φουράνια, εξασθενές χρώµιο, υδροχλώριο, υδροφθόριο καθώς και τοξική τέφρα που απαιτεί ειδικούς χώρους διάθεσης.
Σύµφωνα, επίσης, µε την βιβλιογραφία, πολλές από αυτές τις ουσίες δεν συγκρατούνται από το συµβατικό σύστηµα αντιρρύπανσης (σακκόφιλτρο). Επιπρόσθετα, από την χρήση ανάλογων τεχνολογιών στη βιομηχανία, παρατηρήθηκε ότι σε τακτά χρονικά διαστήµατα αποβάλλονται διοξίνες και οξείδια βαρέων µετάλλων τα οποία είναι υπαίτια για καρκίνους, χρόνιες πνευµονοπάθειες, προβλήµατα στα πνευµόνια και καρδιοπάθειες.
Από όλα αυτά πρέπει να θεωρηθεί δεδομένο ότι η χρήση κοκκοποιηµένου ελαστικού ως καύσιµου στην παραγωγή ασβέστου της εταιρείας, θα επιβαρύνει επιπλέον την ήδη επιβαρυμένη ατμόσφαιρα του Βόλου και των περιοχών γύρω από την Β΄ ΒΙ.ΠΕ. Βόλου, αλλά και περιοχές σε μια σημαντική ακτίνα γύρω από αυτή, καθώς οι αέριοι ρύποι είναι εύκολα μεταφερόμενοι. Επειδή δε, πολλοί από τους ρύπους αυτούς δεν διασπούνται στο περιβάλλον, αλλά συσσωρεύονται στους οργανισμούς, η χρήση αυτή γίνεται επικίνδυνη για την υγεία των πολιτών άμεσα και έμμεσα από την κατανάλωση των αγροτικών προϊόντων της περιοχής. Είναι, λοιπόν, φανερό ότι δεν πρέπει να εγκριθεί/αδειοδοτηθεί από την αρμόδια υπηρεσία η συγκεκριμένη χρήση, όπως άλλωστε εισηγήθηκε και η Επιτροπή Ποιότητας Ζωής του δήμου Βόλου».