«Θεωρούμε ως μεγάλη παράλειψη το γεγονός ότι δεν συζητήθηκαν ούτε λήφθηκαν υπόψη οι απόψεις του συνόλου σχεδόν των φορέων που ασχολούνται με την προστασία και διατήρηση της βιοποικιλότητας στη χώρα μας που διατυπώθηκαν και καταγράφονται στο τελικό Πόρισμα του Εθνικού Διαλόγου για το Κυνήγι, σύμφωνα με τις οποίες είναι απαίτηση η αναθεώρηση των ημερομηνιών λήξης της κυνηγετικής περιόδου και η κατάργηση των κλιμακωτών ημερομηνιών για θηλαστικά και πτηνά», αναφέρουν σε ανακοίνωσή τους οι Οικολόγοι Πράσινοι για να προσθέσουν ότι «το Τεχνικό Συμβούλιο Δασών αγνόησε εντελώς τις επισημάνσεις ότι υπάρχει πρόβλημα σύγχυσης και επικάλυψης βιοτόπου των ειδών των οποίων το κυνήγι λήγει σε διαφορετικές ημερομηνίες και δέχτηκε την προφορική δήλωση των κυνηγών ότι αυτό δεν ισχύει».
Με βάση τα παραπάνω οι Οικολόγοι Πράσινοι ζητούν να επαναληφθεί η συνεδρίαση του Εθνικού Συμβουλίου Δασών και να ληφθούν υπόψη προαναφερόμενα στοιχεία στην απόφαση για την κατάργηση των κλιμακούμενων ημερομηνιών.
Συγκεκριμένα, οι Οικολόγοι Πράσινοι δεν μπορούν να δεχθούν «μια απόφαση, η οποία γνωμοδοτεί υπέρ της κλιμακούμενης λήξης της θηρευτικής περιόδου για τρία είδη πάπιας και τέσσερα είδη τσίχλας, εφόσον: Η ίδια η απόφαση μιλάει για έλλειψη εμπεριστατωμένων μελετών. Δύο από τους τέσσερις εμπειρογνώμονες οι οποίοι κλήθηκαν προς παροχή πληροφοριών δήλωσαν ρητώς ότι το κυνήγι για όλα τα υδρόβια είδη πουλιών θα πρέπει να λήγει στις 31 Ιανουαρίου, αλλά και οι σχετικές μελέτες που έχουν αναρτηθεί και αφορούν την “επίδραση της θήρας στους πληθυσμούς των θηρεύσιμων και μη ειδών, ο έλεγχος της λαθροθηρίας και η διάρκεια των περιόδων θήρας” δεν εξετάζουν τα θηρεύσιμα είδη σε ομάδες και δεν ακολουθούν τη διαδικασία ελέγχου της οδηγίας. Αντίθετα, τα τελικά συμπεράσματα που αφορούν τις επιπτώσεις της κλιμακούμενης λήξεως είναι αποτέλεσμα “αντιγραφής – επικόλλησης” από έτος σε έτος».
Οι Οικολόγοι Πράσινοι επιμένουν –όπως ανέφεραν κι σε προηγούμενη ανακοίνωση τους ότι «η νέα Ρυθμιστική για το κυνήγι θα πρέπει να εφαρμόζει τη σχετική νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, σύμφωνα με την οποία διαφορετικές ημερομηνίες λήξης της κυνηγετικής περιόδου μπορούν να καθορίζονται μόνο αν έχουν υπάρξει επιστημονικές μελέτες που τεκμηριώνουν ότι δεν υπάρχει κίνδυνος όχλησης των υπόλοιπων ειδών αλλά και σύγχυσης μεταξύ ομοειδών».