Το κτίριο των Ανακτόρων βρισκόταν ακριβώς στο σημείο όπου σήμερα υπάρχουν οι εγκαταστάσεις του Δημοτικού Ωδείου της Λάρισας. Όπως γίνεται αντιληπτό και από τη δημοσιευόμενη φωτογραφία, το οίκημα των ανακτόρων ήταν ένα μεγάλο διώροφο κτίσμα, το οποίο στην κάτοψη είχε σχήμα Π. Η πρόσοψή του ήταν πλούσια σε ανοίγματα (πόρτες, μεγάλα παράθυρα) και είχε προσανατολισμό ανατολικό, δηλαδή έβλεπε προς τη σημερινή πλατεία του αγίου Βησσαρίωνος. Ήταν κτίσμα της δεκαετίας του 1870 και θεωρείτο από τις σημαντικότερες και επιβλητικότερες κατοικίες της ύστερης Τουρκοκρατίας στη Λάρισα. Αποτελούσε την επίσημη κατοικία, το κονάκι, του Χουσνή μπέη, μεγαλοκτηματία της περιοχής και είχε κατασκευασθεί με ιδιαίτερη επιμέλεια. Μικρό διάστημα πριν από την ενσωμάτωση της Θεσσαλίας με την υπόλοιπη χώρα ο ιδιοκτήτης του εγκατέλειψε τη Λάρισα και εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Κωνσταντινούπολη, παρέμεινε όμως στην Ελλάδα ο αδελφός του Χαϊρή μπέης.
Έναν μήνα περίπου μετά την απελευθέρωση της Λάρισας που έγινε στις 31 Αυγούστου 1881, ο βασιλιάς Γεώργιος Α' θέλησε να επισκεφθεί τις νεοαποκτηθείσες περιοχές και στις αρχές Οκτωβρίου βρέθηκε με τη συνοδεία του στη Λάρισα. Για τη διαμονή του αναζητήθηκε ένα ευπρεπές οίκημα το οποίο έπρεπε απαραιτήτως να έχει τους χώρους υγιεινής ενσωματωμένους στην κατοικία[1]. Έπειτα από πολλές συσκέψεις κρίθηκε ως κατάλληλη κατοικία το κονάκι του Χουσνή μπέη, αν και ο ιδιοκτήτης ήταν Οθωμανός. Φαίνεται ότι το κτίριο άρεσε στον βασιλιά Γεώργιο και κατά την ολιγοήμερη παραμονή του στη Λάρισα θέλησε να αγοράσει την κατοικία αυτή για να τη διαμορφώσει σε προσωπικό του ανάκτορο. Όταν εξέφρασε την επιθυμία του αυτή στον Χαϊρή μπέη, ο τελευταίος προσφέρθηκε να δωρίσει στον βασιλιά την κατοικία του αδελφού του επειδή καταδέχθηκε να καταλύσει στο αρχοντικό τους και επειδή υπήρχε έθιμο σε σπίτι όπου διέμενε βασιλιάς δεν κατοικείτο έκτοτε από άλλους. Αλλά οι νόμοι του ελληνικού βασιλείου δεν επέτρεπαν κάτι τέτοιο. Έτσι υπήρχε παλαιότερα έντονη η φήμη ότι η κατοικία μεταβιβάστηκε στον Γεώργιο έναντι του συμβολικού ποσού των 2 δραχμών. Η άποψη αυτή σήμερα αποδεικνύεται ότι είναι ένας ωραίος μύθος, όπως στα παραμύθια με τους βασιλιάδες. Στην κατοχή Λαρισαίου συλλέκτη υπάρχουν οι αυθεντικοί τίτλοι ιδιοκτησίας του κτίσματος αυτού. Πρόκειται για ένα συμβόλαιο το οποίο υπογράφεται αφ' ενός μεν από τον πωλητή Χαϊρή μπέη, κτηματία, κάτοικο Λαρίσης, αδελφό του ιδιοκτήτη και πληρεξούσιό του και αφ' ετέρου από τον Ανδρέα Καλίνσκη, επιμελητή της βασιλικής χορηγίας, κάτοικο Αθηνών και πληρεξούσιο του βασιλιά Γεωργίου. Ως ημερομηνία αγοραπωλησίας αναφέρεται η Κυριακή 11 Οκτωβρίου 1881 και ώρα 6η απογευματινή. Το τίμημα της αγοράς της οικίας ανερχόταν σε 1.100 οθωμανικές λίρες, δηλ. 27. 552 δραχμές και η συμβολαιογραφική πράξη έγινε "ενώπιον του συμβολαιογραφούντος ειρηνοδίκου Λαρίσης Αποστόλου Γεωργίου Μαλαχατοπούλου". Κατά τη στιγμή της υπογραφής και σύμφωνα με το συμβόλαιο "...έλαβεν ο πωλητής παρά του αγοραστού τετρακόσια εικοσάφραγκα χρυσά ελληνικά (δηλ 9.330 δραχ.), το δε υπόλοιπον τίμημα υπόσχεται ο αγοραστής υπό την ιδιότητά του να το αποστείλη δια συναλλαγματικής επί Κωνσταντινουπόλεως".
Το οικοδόμημα τούτο, ιδιοκτησίας πλέον του βασιλικού οίκου, επιδιορθώθηκε και ευπρεπίσθηκε εσωτερικά και εξωτερικά, υπό την επίβλεψη του επιμελητή των ανακτόρων Ν. Θων, ώστε να καταστεί ένα άνετο βασιλικό κατάλυμα κατά την παραμονή της βασιλικής οικογένειας στη Λάρισα. Και ήταν συχνή η παρουσία τους εδώ, καθόσον η Λάρισα σαν ακριτική πόλη, είχε μεγάλο αριθμό στρατευμάτων και κάθε φθινόπωρο γινόταν μεγάλα στρατιωτικά γυμνάσια παρουσία του βασιλιά ή του διαδόχου. Όλοι αυτοί διέμεναν στο συγκεκριμένο κτίριο. Το γεγονός αυτό στάθηκε αιτία να καθιερωθεί πλέον στη συνείδηση κάθε Λαρισαίου η ονομασία του κτίσματος αυτούς ως ανάκτορα και ο περιβάλλων αυτό κατάφυτος κήπος, ως κήπος ανακτόρων.
Ο Μιχαήλ Γρηγορόπουλος στα σύγγραμμά του "Περιήγησις εν Ελλάδι", έκδοση του 1882, αναφέρει για την αγορασθείσα κατοικία τα εξής: "... εισί δε και τινες νεόδμητοι οικίαι, ως και παλαιαί ευκτίριοι και ευρύχωροι, αίτινες κοσμούσι την πόλιν, μεταξύ των οποίων διαπρέπει η πρώην οικία του Χουσνή μπέη, αγορασθείσα παρά της Α. Μ. του Βασιλέως, ήτις διαπρέπει επί μεγέθει και εξωτερική και εσωτερική διακοσμήσει".
Το 1897, κατά τη διάρκεια του "ατυχούς" ελληνο-τουρκικού πολέμου, στα ανάκτορα αυτά διέμενε ο διάδοχος Κωνσταντίνος, επικεφαλής των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας, εδώ είχε εγκατασταθεί η έδρα του στρατηγείου των πολεμικών επιχειρήσεων και απ' εδώ άρχισε η σταδιακή ντροπιαστική υποχώρηση του στρατού μας. Το 1912 απ' εδώ επίσης ξεκίνησε η νικηφόρα πορεία των ελληνικών στρατευμάτων με επικεφαλής τον διάδοχο Κωνσταντίνο και τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο για την κατάληψη της Μακεδονίας και της Ηπείρου.
Το 1913 δολοφονήθηκε στη Θεσσαλονίκη ο Βασιλιάς Γεώργιος Α' και τον διαδέχθηκε ο Κωνσταντίνος. Ο Γεώργιος με διαθήκη του είχε αφήσει τα ανάκτορα της Λάρισας στην κυριότητα του πρίγκιπα Νικολάου. Ο νέος ιδιοκτήτης μετά από έναν χρόνο, το 1914, προχώρησε στη διαδικασία πώλησής του στον Δήμο Λαρίσης, η οποία τελικά ολοκληρώθηκε το 1916, επί δημαρχίας Μιχαήλ Σάπκα. Ο Δήμος εν συνεχεία ενοικίασε τον ελεύθερο χώρο του κήπου των ανακτόρων στον επιχειρηματία Πέτρο Χαλήμαγα για τη δημιουργία ψυχαγωγικού κέντρου πολυτελείας. Εν τω μεταξύ είχε ήδη αρχίσει η παρακμή του κτιρίου των παλαιών ανακτόρων, η οποία συνεχίστηκε και κατά τη διάρκεια του εθνικού διχασμού (1916-1918), όταν στο ανάκτορο μεταφέρθηκε προσωρινά η λειτουργία του Αρσακείου[2], επειδή στα κτίρια του τελευταίου δημιουργήθηκε νοσοκομείο πολιτικών κρατουμένων. Το 1929 το κτίριο των ανακτόρων κατεδαφίσθηκε από τον Δήμο λόγω φθοράς αλλά και πολιτικών συγκυριών. Στη Θέση του ο Πέτρος Χαλήμαγας κατασκεύασε έναν σύγχρονο για την εποχή του κινηματογράφο. Έτσι άδοξα έκλεισε τον κύκλο του ένα από τα ιστορικότερα κτίρια της Λάρισας.
-----------------------------------------------------
[1]. Παλαιότερα και ιδίως κατά τους χρόνους της Τουρκοκρατίας, είναι γνωστό ότι οι χώροι υγιεινής ήταν σε κάποια απόσταση από την κυρίως κατοικία, επειδή δεν υπήρχε αποχετευτικό δίκτυο στους οικισμούς.
[2]. Το Αρσάκειο στεγαζόταν στη γωνία των οδών Ηπείρου και Ασκληπιού και καταστράφηκε από τον σεισμό του 1941. Μεταπολεμικά στη θέση του κατασκευάσθηκε μεγάλο κτίριο που στέγασε τις υπηρεσίες του ΙΚΑ και πριν λίγες δεκαετίες κατεδαφίσθηκε.
Από τον Νίκο Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com